Αγγλικός όρος

obsessive-compulsive personality disorder

Ορισμός

Διαταραχή που χαρακτηρίζεται από την εμμονή με την τάξη, την τελειότητα και τον πνευματικό και διαπροσωπικό έλεγχο εις βάρος της προσαρμοστικότητας, της ελευθερίας και της αποτελεσματικότητας. Αυτά τα συμπτώματα αρχίζουν νωρίς κατά την ενηλικίωση και εκδηλώνονται σε διάφορες συνθήκες. Πρέπει να υπάρχουν τέσσερα ή περισσότερα από τα ακόλουθα κριτήρια: εμμονή με 1. Τις λεπτομέρειες, τους κανόνες, τις λίστες, την τάξη, την οργάνωση ή τα προγράμματα, σε τέτοιο βαθμό, ώστε να χάνεται το κύριο σημείο της δραστηριότητας, 2. Την τελειότητα που να παρεμποδίζει την ολοκλήρωση των καθηκόντων, επειδή δεν εκπληρώνονται τα υπερβολικά αυστηρά κριτήρια του ασθενούς, 3. Την υπερβολική αφοσίωση στην δουλειά και στην παραγωγικότητα, μέχρι του σημείου να αποκλείονται δραστηριότητες του ελεύθερου χρόνου και φιλίες (που δεν αποδίδονται σε εμφανή οικονομική υποχρέωση), 4. Την υπερβολική ευσυνειδησία, 5. Τη σταθερότητα σχετικά με ζητήματα ηθικής, δεοντολογίας ή αξιών (που δεν ερμηνεύονται από την πολιτισμική ή θρησκευτική ταυτότητα), 6. Την αδυναμία να πεταχτούν φθαρμένα ή άχρηστα αντικείμενα, ακόμα και αν δεν έχουν συναισθηματική αξία, 7. Την απροθυμία να οριστούν καθήκοντα ή να υπάρξει συνεργασία με άλλα άτομα, εκτός και αν αυτά ενδώσουν στον ακριβή τρόπο με τον οποίο δουλεύει ο ασθενής, 8. Τη φιλαργυρία απέναντι στον εαυτό του και στους άλλους και με την άποψη ότι τα χρήματα αποταμιεύονται για μελλοντικές καταστροφές και 9. Την επίδειξη σκληρότητας και ισχυρογνωμοσύνης.

Ακόμα και αν η ιδεοψυχαναγκαστική νεύρωση και η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή της προσωπικότητας έχουν παρόμοια ονόματα, διαχωρίζονται συνήθως εύκολα, μέσω της ύπαρξης αληθών εμμονών και παρορμήσεων στην πρώτη περίπτωση. Η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή θα πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη, όταν η αποταμίευση είναι υπερβολική. Όταν εκπληρωθούν τα διαγνωστικά κριτήρια και για τις δύο παθήσεις, θα πρέπει να καταγράφονται και οι δύο διαγνώσεις.

Συνώνυμο

obsessive-compulsive personality