Αγγλικός όρος

helium

Ορισμός

ΣΥΜΒ: He.

Ένα αέριο στοιχείο· ατομικό βάρος 4,0026· ατομικός αριθμός 2. Ένα λίτρο του αερίου στο επίπεδο της θάλασσας και σε θερμοκρασία 0°C ζυγίζει 0.1785g. Το δεύτερο ελαφρύτερο στοιχείο που είναι γνωστό, εκπέμπεται από το ράδιο και άλλα ραδιενεργά στοιχεία με τη μορφή φορτισμένων ιόντων ηλίου που είναι γνωστά ως ακτίνες άλφα. Λόγω της χαμηλής του πυκνότητας, είναι αναμεμιγμένο με αέρα ή οξυγόνο και χρησιμοποιείται στη θεραπεία διάφορων αναπνευστικών διαταραχών. Λόγω της χαμηλής του διαλυτότητας, είναι αναμεμιγμένο με τον παρεχόμενο αέρα σε εργάτες που δουλεύουν σε υψηλή ατμοσφαιρική πίεση, όπως στα υποβρύχια. Όταν χρησιμοποιείται κατά αυτό τον τρόπο, μειώνει το χρόνο που απαιτείται για την προσαρμογή σε αυξανόμενη ή μειούμενη ατμοσφαιρική πίεση και μειώνει τον κίνδυνο νόσου των δυτών.

Ετυμολογία

[Ελλ. helios, ήλιος]

Υπώνυμος όρος

hyperpolarized helium
polarized helium