Αγγλικός όρος

carotene

Ορισμός

Οποιαδήποτε από τις κίτρινες έως ερυθρές αντιοξειδωτικές ενώσεις, οι οποίες είναι τα βιοχημικά πρόδρομα της βιταμίνης Α. Πολλά φρέσκα φρούτα και λαχανικά (περιλαμβανομένου του καρότου, της κολοκύθας, της γλυκοπατάτας, του καλαμποκιού, των βερύκοκων και των πορτοκαλιών) είναι εμπλουτισμένα σε αυτές τις χημικές ουσίες. Μπορεί να παίζουν ρόλο στην πρόληψη της αθηροσκλήρωσης, των νευροεκφυλιστικών νόσων, καρκίνων και του εκφυλισμού του αμφιβληστροειδούς.

Η ρετινόλη είναι η μορφή της βιταμίνης Απου ευρίσκεται στα θηλαστικά. Ένα ισοδύναμο ρετινόλης ισούται προς 6 μg βήτα-καροτενίου. Το βήτα-καροτένιο είναι ασφαλέστερο διατροφικό συμπλήρωμα από τη βιταμίνη Α, διότι η τελευταία έχει μεγαλύτερο δυναμικό τοξικότητας σε μεγάλες δόσεις.

Ετυμολογία

[Ελλ. karoton, καρότο]