Αγγλικός όρος

dental pulp

Ορισμός

Ο συνδετικός ιστός που γεμίζει την πολφική κοιλότητα που περιβάλλεται από την οδοντίνη του δοντιού. Περιλαμβάνει ένα αγγειακό και νευρικό δίκτυο, μια περιφερική στοιβάδα οδοντοβλαστών που συμμετέχουν στον σχηματισμό της οδοντίνης και άλλα κυτταρικά και ινώδη συστατικά.

Κύριος όρος

pulp, pulpa