Αγγλικός όρος

degree

Ορισμός

1.Βαθμός. Μονάδα μέτρησης σε κλίμακα.

2. Μοίρα. Μονάδα μέτρησης γωνιών.

3. Η βαρύτητα μιας νόσου ή μιας βλάβης (π.χ. έγκαυμα δευτέρου βαθμού).

4. Πτυχίο. Τεκμήριο ακαδημαϊκής επίδοσης το οποίο χορηγείται από το ίδρυμα στο οποίο σπούδασε το εν λόγω άτομο.