Αγγλικός όρος

fallopian tube

Ορισμός

Η κυλινδρική δομή που εκτείνεται πλαγίως της πλάγιας γωνίας του πυθμένα της μήτρας και καταλήγει πλησίον της ωοθήκης. Μέσω αυτής γίνεται η μεταφορά του ωαρίου από την ωοθήκη προς τη μήτρα και των σπερματοζωαρίων από την μήτρα προς την ωοθήκη. Κάθε ωαγωγός βρίσκεται στο άνω όριο του πλατέος συνδέσμου της μήτρας.

ΑΝΑΤΟΜΙΑ: Η στενή περιοχή (του ωαγωγού) πλησίον της μήτρας, ο ισθμός, συνεχίζει προς τα εκτός ως μια πλατιά λύκηθος. Η τελευταία διευρύνεται για να σχηματίσει τον τελικό κωδωνόσχημο όργανο του ωαγωγού, στη βάση του οποίου βρίσκεται ένα μικρό άνοιγμα, το κοιλιακό στόμιο του ωαγωγού, μέσω του οποίου το ωάριο εισέρχεται στον ωαγωγό. Κάθε κοιλιακό στόμιο περιβάλλεται από δακτυλιοειδείς αποφύσεις που λέγονται κροσσοί του ωαγωγού και εκτείνονται προς την ωοθήκη. Κάθε ωαγωγός έχει κατά μέσο όρο μήκος 11,4 εκ. και διάμετρο 6 χιλ. Τα τοιχώματά του συνίστανται σε 3 στοιβάδες, τη βλεννογόνο, τη μυϊκή στοιβάδα και τον ορογόνο χιτώνα. Το επιθήλιο του βλεννογόνου αποτελείται από κροσσωτά και μη κροσσωτά κύτταρα. Η μυϊκή στοιβάδα διαθέτει μια εξωτερική κυκλική και μια εσωτερική επιμήκη στοιβάδα μυϊκών κυττάρων. Η δράση των κροσσών και ο περι-σταλτισμός μετακινούν το ωάριο ή το ζυγώτη προς τη μήτρα. Ο ορογόνος χιτώνας είναι συνδετικός ιστός, υποκείμενος του περιτοναίου.

Συνώνυμο

oviduct, uterine tube