Στέλιος Λουκίδης Αν Καθηγητής Πνευμονολογίας , Β' Πανεπιστημιακή Πνευμονολογική κλινική  ΕΚΠΑ –Αττικό Νοσοκομείο

Η ΧΑΠ είναι μια χρόνια νόσος που τα τελευταία 20 έτη άλλαξε φιλοσοφία αντιμετώπισης και από την αρνητική θεώρηση της νόσου οδηγηθήκαμε στη θετική πλευρά. Ο συνδυασμός της αλλαγής φιλοσοφίας και η προσθήκη φαρμακευτικών και μη φαρμακευτικών παρεμβάσεων έδωσαν στη ΧΑΠ ένα άλλο πρόσωπο λιγότερο αναποτελεσματικό και περισσότερο δημιουργικό. Παραμένει όμως μια νόσος με υψηλή επίπτωση σε συγκεκριμένο τμήμα του πληθυσμού [συνήθως >40 ετών με καπνισματική συνήθεια]. Η επίπτωση αυτή για τον ελληνικό χώρο ανέρχεται περίπου στο 8-10%.

Η παρουσία συμπτωμάτων της νόσου είναι σημαντικό στοιχείο για τη διάγνωση, μια και ουσιαστικά θα οδηγήσει τον ασθενή στο γιατρό του και θα τεθεί η κλινική υποψία. Η διάγνωση όμως, απαιτεί τη διενέργεια σπιρομέτρησης όπου πρέπει να υπάρχει συγκεκριμένο αποφρακτικό πρότυπο με σκοπό την τεκμηρίωση της νόσου. Τα συμπτώματα της ΧΑΠ βασίζονται κυρίως στην τριάδα βήχας, απόχρεμψη, δύσπνοια. Ανάλογα με τη βαρύτητα της νόσου και το χρόνο εμφάνισης έχουν μια ποικιλία βαθμονόμησης. Έτσι, στην αρχική φάση της νόσου ή/και στην ήπια νόσο η δύσπνοια εμφανίζεται σε κόπωση [όπως το γρήγορο περπάτημα ή/και το ανέβασμα μιας μικρής ανηφόρας-ορόφου ].

Σε εξελισσόμενες μορφές μπορεί να αφορά το σταμάτημα του αργού περπατήματος και σε απόσταση λιγότερη των 100 μέτρων ή/και την παρουσία της ακόμα και στην ηρεμία.  Ίσως το πιο πρώιμο σύμπτωμα να αφορά το βήχα με την απόχρεμψη, που πολλές φορές όμως εκλαμβάνεται ως μια απλή επίπτωση του καπνίσματος [τσιγαρόβηχας]. Αυτό αποτελεί λανθασμένη εκτίμηση και πρέπει πάντοτε να οδηγεί σε περαιτέρω διερεύνηση. Είναι σημαντικό να τονισθεί ότι μπορεί να παρουσιάζονται και άλλα συμπτώματα τα οποία να έχουν έμμεση σχέση με τη ΧΑΠ, όπως τα οιδήματα κάτω άκρων [συνυπάρχουσα καρδιακή ανεπάρκεια], απώλεια βάρους [από απώλεια μυϊκής μάζας] και άλλα.  Τα συμπτώματα της ΧΑΠ έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην καθημερινότητα των ασθενών μια και τους επηρεάζουν στις ημερήσιες δραστηριότητες με αρνητικό τρόπο.  Η παρουσία δύσπνοιας μπορεί να αποτελεί αρνητικό παράγοντα για την εκτέλεση των οποιοδήποτε δραστηριοτήτων είτε αυτές σχετίζονται με τον επαγγελματικό ή/και με το κοινωνικό τομέα.

Σαφώς δε, επηρεάζει την ποιότητα ζωής οδηγώντας μάλιστα στις πιο βαριές μορφές σε σημαντική επίπτωση στον ψυχολογικό τομέα με παρουσία άγχους και κατάθλιψης. Να τονίσουμε ότι για τις γυναίκες με ΧΑΠ η παρουσία βήχα με απόχρεμψη αποτελεί τροχοπέδη για την κοινωνική τους συναναστροφή μια και το θεωρούν σύμπτωμα με αρνητική επίπτωση στην καθημερινότητά τους. Η επίπτωση δε των συμπτωμάτων στην ποιότητα ζωής των ασθενών αφορά με διαφορετικό τρόπο είτε τα δύο φύλα, όπως τονίσαμε παραπάνω, είτε και τις διάφορες ηλικιακές ομάδες. Μπορεί πχ σε μικρότερες ηλικίες να επηρεάσουν την επαγγελματική πορεία οδηγώντας πολλές φορές ακόμα και σε πρόωρή συνταξιοδότηση.  Σε μεγαλύτερες ηλικίες έχουν επίδραση σε διαφορετικούς τομείς, όπως μια μικρή καθημερινή βόλτα, την έξοδο σε διασκέδαση [φόβος για πιθανότητα λοίμωξης λόγω πιθανού συγχρωτισμού]. Θα πρέπει φυσικά να αναλογιστούμε ότι τα συμπτώματα αυτά επιδεινώνονται στις εξάρσεις της νόσου, οι οποίες θεωρούνται σημαντικό αρνητικό σημείο στη φυσική πορεία της νόσου.  

Πώς μπορεί όμως να αλλάξει κανείς αυτή την καθημερινότητα των ασθενών με ΧΑΠ προς το καλύτερο;

Αν ξεκινήσει κανείς από τη μη φαρμακευτική παρέμβαση θα δει ότι η ενεργοποίηση της φυσικής δραστηριότητας είτε μέσω φυσικής άσκησης είτε μέσω της συμμετοχής στα προγράμματα πνευμονικής αποκατάστασης οδήγησε σε βελτίωση των συμπτωμάτων, σε αλλαγή προς το καλύτερο της ποιότητας ζωής και σε σημαντική βελτίωση της ανοχής στην άσκηση. Οι προσπάθειες των τελευταίων ετών στον τομέα διακοπής καπνίσματος οδηγούνται θετικά από την εισαγωγή των ειδικών ιατρείων είτε σε επίπεδο πρωτοβάθμιας είτε σε επίπεδο τριτοβάθμιας φροντίδας υγείας.  

Αυτή η περισσότερο επαγγελματική προσέγγιση της αλλαγής στη φυσική πορεία της νόσου θα έδρεπε περισσότερους καρπούς αν το κράτος εφάρμοζε πραγματικά αυτό που λέγεται νόμος κατά του καπνίσματος. Η εφαρμογή νέων θεραπευτικών φαρμακευτικών παρεμβάσεων στη ΧΑΠ παρουσίασε μία αλματώδη ανάπτυξη τα τελευταία έτη. Δύο θεωρούνται οι κύριοι εκπρόσωποι στον τομέα αυτό. Τα βρογοχδιασταλτικά φάρμακα πολύ μακράς δράσης και η εισπνεόμενη κορτιζόνη σε συνδυασμό με τα βρογχοδιασταλτικά. Έχουν δείξει θετικά στοιχεία για τη βελτίωση των συμπτωμάτων, τη βελτίωση ποιότητας ζωής, τη βελτίωση αναπνευστικής λειτουργίας και τη μείωση των παροξύνσεων. 

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Mυοσκελετικές ενοχλήσεις: Ζεστό ή κρύο επίθεμα;
Ολοκληρώθηκε η εξαγορά της Gracell Biotechnologies Inc. από την AstraZeneca
Περίπου 1.000 παιδιά στην Ελλάδα κάτω των 16 ετών πάσχουν από Νεανικό Ρευματικό Νόσημα