Η υπογονιμότητα αφορά το 16% των ζευγαριών αναπαραγωγής ηλικίας, δηλαδή ένα στα έξι ζευγάρια. Για τις νεαρές γυναίκες ηλικίας μέχρι 30 ετών, ισχύουν οι αιτίες υπογονιμότητας όπως σε όλο το ηλικιακό φάσμα, όμως διαφοροποιούνται όσον αφορά την συχνότητα και τη βαρύτητά τους.

Οι αιτίες της γυναικείας υπογονιμότητας σε νεαρές ηλικίες είναι:
• οι ορμονικές διαταραχές
• οι πυελικές λοιμώξεις και τα σεξουαλικά με τα δεδομένα νοσήματα
• το αυξημένο βάρος
• οι ορμονικές διαταραχές
• η ενδομητρίωση
• τα αυτοάνοσα νοσήματα
• ιατρογενείς λόγοι

Αρκετές από αυτές έχουν σχέση μεταξύ τους και αλληλεπιδρούν.

Τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα είναι πιο συχνά στις νεαρές γυναίκες γιατί έχουν περισσότερους σεξουαλικούς συντρόφους και δεν κάνουνε χρήση του προφυλακτικού. Με τον όρο «σεξουαλικά με τα δεδομένα νοσήματα» δεν εννοούμε τον HPV που είναι ίσως η πιο συχνή μορφή ιογενούς λοίμωξης, αλλά τα χλαμύδια και άλλες βαριές πυελικές φλεγμονές, οι οποίες δημιουργούν συμφύσεις και ελαττωματική λειτουργία των σαλπίγγων.

Πέρα από τις συμφύσεις, οι λοιμώξεις επηρεάζουν και τη λειτουργία των σαλπίγγων αυτών καθαυτών. Έτσι προκαλούνται σαλπιγγίτιδες, υδροσάλπιγγες και πυοσάλπιγγες. Τα τριχίδια των σαλπίγγων, που είναι υπεύθυνα για τη μεταφορά του ωαρίου και του εμβρύου, είναι κατεστραμμένα με αποτέλεσμα τη δυσλειτουργία των σαλπίγγων.

Σημαντικό ρόλο στην αύξηση των σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων παίζει η χρήση του ενδομητρίου σπειράματος-σπιράλ, το οποίο ευνοεί την αυξημένη μεταδοτικότητα τέτοιων ασθενειών. Επιπλέον, η χρήση του σπιράλ καθιστά περιττή τη χρήση προφυλακτικού ως μέσο αντισύλληψης και το προφυλακτικό είναι ο καλύτερος τρόπος για την πρόληψη και την αποφυγή των σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων.

Οι ορμονικές ταραχές όπως οι πολυκυστικές ωοθήκες, προκαλούν την έκκριση ορμονών που επηρεάζουν την ωορρηξία, αλλά και την έκκριση ανδρογόνων, με αποτέλεσμα αργοπορημένη ωορρηξία ή και ανωορρηξία. Έτσι έχουμε μειωμένη παραγωγή ή και καθόλου παραγωγή ωαρίου σε κάθε κύκλο.

Περαιτέρω, το Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών αυξάνει την προδιάθεση για αύξηση του βάρους με αποτέλεσμα να έχουν μειωμένη γονιμότητα. Το αυξημένο βάρος είναι ανεξάρτητος παράγοντας υπογονιμότητας για όλες τις ηλικιακές ομάδες, ειδικά όμως στις νεαρές ηλικίες η παχυσαρκία μαστίζει τη χώρα μας, που είναι δεύτερη στη γυναικεία παχυσαρκία στην Ευρώπη.

Η ενδομητρίωση εμφανίζεται από πολύ μικρές ηλικίες και προκαλεί κακή ποιότητα ωαρίων και δημιουργία συμφύσεων μέσα στη λεκάνη, άρα και παθολογική λειτουργία των σαλπίγγων. Ουσιαστικά η θεραπεία της ενδομητρίωσης γίνεται μόνο με τη λαπαροσκόπηση και την πρόληψη της επιδείνωσής της με τη χρήση αντισυλληπτικών χαπιών. Πρέπει λοιπόν να γίνεται έγκαιρη διάγνωση της ενδομητρίωσης ακόμα και σε πολύ μικρές ηλικίες, έως και 20 ετών, και αντιμετώπισή της χειρουργικά όταν αυτό επιβάλλεται.

Επιπλέον έχει κατέβει πολύ το όριο της εμφάνισης της πρόωρης ωοθηκικής ανεπάρκειας, μιας κατάστασης η οποία είναι μη αναστρέψιμη και αφορά τη σταδιακή, αλλά πρόωρη μείωση της λειτουργίας των ωοθηκών και του αποθέματός τους σε ωάρια. Αν μια γυναίκα εμφανίσει αυτό το πρόβλημα και δεν γίνει αντιληπτό νωρίς, δεν μπορεί να κάνει παιδιά και καταφεύγουμε στη λύση της δωρεάς ωαρίων. Είναι πολύ σημαντικό να γίνεται έγκαιρη διάγνωση του προβλήματος σε συνδυασμό με το ιστορικό της μητέρας και να γίνει η θεραπεία γονιμότητας που χρειάζεται.

Επίσης έχουμε ιατρογενή υπογονιμότητα στις νεαρές ηλικίες, από χειρουργεία στην κοιλιακή χώρα που έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία συμφύσεων, επηρεάζοντας και πάλι τη λειτουργία των σαλπίγγων. Ή ακόμα αφορούν την αφαίρεση οργάνων, όπως των ωοθηκών σε οριακές κακοήθειες, με αποτέλεσμα τη μειωμένη ωοθηκική λειτουργία.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε περιπτώσεις όπως καρκίνους σε νεαρή ηλικία, για τις οποίες χορηγούμε φάρμακα και χημειοθεραπείες, τα οποία καταστρέφουν τις ωοθήκες. Είναι απαραίτητο πριν από κάθε μεγάλη επέμβαση ή χημειοθεραπεία να γίνεται συστηματική συζήτηση με τις νεαρές ασθενείς για την κατάψυξη ωοθηκικού ιστού ή ωαρίων.

Τέλος τα αυτοάνοσα νοσήματα επηρεάζουν τις ωοθήκες με αποτέλεσμα τη σταδιακή, αλλά γρήγορη σε νεαρές ηλικίες επιδείνωση της γονιμότητας.

Συμπερασματικά πρέπει μια κοπέλα η οποία έχει προβλήματα υγείας, να τα αναφέρει στο γυναικολόγο της και να απευθύνεται σε γυναικολόγους ειδικευμένους στην αντιμετώπιση της υπογονιμότητας. Επίσης πρέπει όλοι οι γυναικολόγοι να είμαστε ευαίσθητοι στη συλλογή ιατρικών πληροφοριών που παίζουν σημαντικό ρόλο στην πρόληψη και αντιμετώπιση προβλημάτων που μπορούν να οδηγήσουν σε πρόωρη υπογονιμότητα.

 

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Ζεαξανθίνη: Όσα πρέπει να ξέρουμε για το αντιοξειδωτικό των ματιών
Ξεκινά σε λίγες ημέρες το 14ο Συνέδριο Φαρμακευτικού Management
Ποια αντισυλληπτικά συνδέονται με πρόκληση όγκων στον εγκέφαλο