Εμμηνόπαυση είναι η μόνιμη διακοπή της εμμήνου ρύσεως που εμφανίζεται όταν οι ωοθήκες εξαντλήσουν τα ωάριά τους και δεν εκκρίνουν πλέον τις ορμόνες που ενέχονται στον έμμηνο κύκλο (Οιστρογόνα-Προγεστερόνη).

Πρόκειται για ένα φυσιολογικό και αναμενόμενο γεγονός στη ζωή της γυναίκας που σηματοδοτεί τη μετάβαση από την περίοδο που είναι ικανή για αναπαραγωγή στην μη αναπαραγωγική περίοδο. Θεωρείται ότι μια γυναίκα έχει μπεί στην εμμηνόπαυση όταν η έμμηνος ρύση έχει σταματήσει για ένα έτος λόγω ανεπάρκειας των ωοθηκών.

Οποιαδήποτε κολπική αιμόρροια ένα έτος μετά την τελευταία έμμηνο ρύση απαιτεί άμεση ιατρική διερεύνηση.

Τα χρόνια πριν την εμμηνόπαυση, που χαρακτηρίζονται από αλλαγές των φυσιολογικών ωοθυλακιορρηκτικών κύκλων (ανοωθυλακιορρηξία-αλλαγές στη διάρκεια του κύκλου) χαρακτηρίζονται ως περιεμμηνόπαυσιακά χρόνια και συχνά περιλαμβάνουν την ηλικία από τα 40-50 έτη

Με βάση την Μassachusetts Women’s Health Study: 

  • Μέση ηλικία έναρξης περιεμμηνόπαυσης: 46 έτη
  • Ηλικία έναρξης για το 95% των γυναικών: 39-51
  • Μέση διάρκεια περιεμμηνόπαυσης: 5 έτη
  • Διάρκεια για το 95% των γυναικών: 2-8 έτη
  • Μέση ηλικία εμμηνόπαυσης: 51,3 έτη

Η ηλικία της εμμηνόπαυσης ΔΕΝ σχετίζεται με την ηλικία εμμηναρχής, τη λήψη αντισυλληπτικών ή κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες. Φαίνεται ότι οι καπνίστριες έχουν εμμηνόπαυση 1,5 έτη νωρίτερα-ακόμα και οι πρώην καπνίστριες.

Νωρίτερα εμμηνόπαυση έχουν ακόμα οι γυναίκες που υποσιτίζονται, οι χορτοφάγοι και όσες ζουν σε μεγάλο υψόμετρο. Φαίνεται επίσης ότι μητέρες και κόρες τείνουν να έχουν εμμηνόπαυση στην ίδια ηλικία.

Οι ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ της έλλειψης των ορμονών είναι ΒΡΑΧΥΧΡΟΝΙΕΣ, ενοχλητικές για πολλές γυναίκες αλλά και ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΕΣ που αυξάνουν τον κίνδυνο οστεοπόρωσης, στεφανιαίας νόσου ή πιθανά νόσου Alzheimer.

BPAΧYΡΟΝΙΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Αγγειοκινητικές εξάψεις εκφράζει ένα σημαντικό ποσοστό μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών (περίπου 70% ), αλλά μόνο το 20% θα επηρρεαστεί τόσο ώστε να ζητήσει ιατρική βοήθεια.

Ως έξαψη περιγράφεται ένα ξαφνικό αίσθημα θερμότητας στο άνω τμήμα του σώματος, που συνοδεύεται από ερύθημα προσώπου, λαιμού και θώρακα και λύεται με αίσθημα ψύχους και συχνά με ιδρώτα. Η διάρκεια του επεισοδίου μπορεί να ποικίλει από λίγα δευτερόλεπτα ως μερικά λεπτά και σπανιότατα ως μια ώρα.

Μπορεί να εμφανίζονται αραιά ή κάθε λίγα λεπτά. Είναι συχνότερα τη νύχτα, σε ζεστό περιβάλλον και σε περιόδους stress. Σε μερικές γυναίκες μπορεί να προηγείται κεφαλαλγία ή αίσθημα παλμών. Μπορεί να ξυπνάνε την γυναίκα πολλές φορές τη νύχτα, με αποτέλεσμα διαταραχές και της ποιότητας του ύπνου, χρόνια κόπωση, αδυναμία ανταπόκρισης στις καθημερινές υποχρεώσεις, ευερεθιστότητα, ίσως και κατάθλιψη.

 Ατροφικές αλλαγές οδηγούν σε ποικιλία συμπτωμάτων που επηρεάζουν την ποιότητα ζωής. Ξηρότητα κόλπου, κνησμός, δυσπαρεύνια ( πόνος κατά την σεξουαλική επαφή), ουρηθρίτιδα με δυσουρικά ενοχλήματα, υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις, ακράτεια ούρων μπορεί να είναι αποτελέσματα της ατροφίας του επιθήλιου της ουρογενετικής οδού από την χρόνια έλλειψη οιστρογόνων.

H μείωση του κολλαγόνου του δέρματος που οδηγεί σε ρυτίδωση και ξηροδερμία σχετίζεται με την έλλειψη οιστρογόνων, ενώ μπορεί ακόμα να παρατηρηθεί αραίωση της τρίχωσης στη μασχάλη και στο εφηβαίο και αντικατάσταση από τελική τρίχα του χνουδιού στο άνω χείλος και στο πηγούνι.

ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Είναι τεκμηριωμένο ότι οι εμμηνοπαυσιακές γυναίκες εμφανίζουν αυξημένη νοσηρότητα και θνησιμότητα τόσο από οστεοπόρωση όσο και από στεφανιαία νόσο.

Η έλλειψη οιστρογόνων επιταχύνει τον ρυθμό οστικής απώλειας κατά 0,5-2% κατ΄έτος. Η απώλεια της οστικής μάζας οδηγεί σε μείωση της ανθεκτικότητας του σκελετού και αυξάνει τον κίνδυνο καταγμάτων. Τα συχνότερα κατάγματα αφορούν στους σπονδύλους, στον αυχένα και στην κεφαλή του μηριαίου και στο περιφερικό άκρο της κερκίδας (κάταγμα Colles) και προκαλούνται ακόμα και μετά από μικρό τραύμα.

H συχνότητα σπονδυλικών καταγμάτων στις γυναίκες αυξάνει από 3% στην ηλικία των 50-54 ετών σε 40% στην ηλικία των 85-89 ετών. Ο κίνδυνος κατάγματος Colles είναι 10 φορές μεγαλύτερος σε γυναίκες 55 ετών σε σχέση με γυναίκες 35 ετών.

Η έλλειψη οιστρογόνων επηρεάζει τα λιπίδια του αίματος, οδηγώντας σε αύξηση την χοληστερόλη και την LDL - χοληστερόλη (κακή). Επίσης επηρεάζονται παράγοντες που συμμετέχουν στην πήξη του αίματος ενώ επηρεάζεται άμεσα το ενδοθήλιο των αγγείων.

Αυτές οι αλλαγές μπορεί να ερμηνεύουν την αύξηση της καρδιαγγειακής νόσου και της αθηροσκλήρυνσης της αορτής που παρατηρείται μετά την εμμηνόπαυση.

Η δράση των οιστρογόνων στον εγκέφαλο είναι νευροτροφική και νευροπροστατευτική και γι’αυτό σύνδρομα που περιλαμβάνουν έκπτωση διανοητικών λειτουργιών (π.χ. νόσος Alzheimer) πιθανά να σχετίζονται με την έλλειψη τους.

Η εμμηνόπαυση συμπίπτει χρονικά με σημαντικές ανακατατάξεις στην ζωή μιας γυναίκας. Συνταξιοδότηση, απομάκρυνση των παιδιών, είναι γεγονότα που αναμένονται στην δεκαετία 50-60 ετών.

Η συνεργασία με τον γιατρό μπορεί να βοηθήσει την γυναίκα να μην επηρεαστεί από τις επιπτώσεις της εμμηνόπαυσης και να οπλιστεί με κέφι για να αντιμετωπίσει καινούργιες προκλήσεις και δραστηριότητες.

Πηγές:
Της Ξανθής Χ. Σούλου Ενδοκρινολόγου
Συνεργάτου Τμήματος Ενδοκρινολογίας ΝΕΕΣ

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Μ. Κουκουράκης: Έρχονται ριζικές αλλαγές στην αντιμετώπιση του καρκίνου
Ζεαξανθίνη: Όσα πρέπει να ξέρουμε για το αντιοξειδωτικό των ματιών
Ξεκινά σε λίγες ημέρες το 14ο Συνέδριο Φαρμακευτικού Management