Η αϋπνία είναι ένα εξαιρετικά συνηθισμένο πρόβλημα. Υπολογίζεται ότι το τουλάχιστον 27% του ελληνικού πληθυσμού πάσχει από αυτήν (το 14% έχει χρόνια αϋπνία), με συνέπεια να αργεί να αποκοιμηθεί, να ξυπνά στη μέση της νύχτας δίχως να μπορεί να ξανακοιμηθεί ή να ξυπνά απελπιστικά νωρίς.

Οι πενηνταπεντάρηδες και άνω είναι τα συνηθέστερα θύματα της αϋπνίας, καθώς όπως φαίνεται από μελέτες ετών, η εμφάνιση της αϋπνίας αυξάνεται με την ηλικία.

Είναι ενδεικτικό πως πέντε στους δέκα συνταξιούχους αναφέρουν αϋπνία και είναι δυσαρεστημένοι από την ποιότητα του ύπνου τους!

Επίσης, η αϋπνία είναι σημαντικά συχνότερη στις γυναίκες, στους εργαζόμενους σε βάρδιες και στα άτομα που πάσχουν από ψυχικές διαταραχές όπως και σε ασθενείς με ιατρικά νοσήματα, κυρίως επώδυνα σύνδρομα.

Όσοι πάσχουν από αϋπνία παραπονιούνται είτε ότι βασανίζονται για να κοιμηθούν, είτε ότι κατά τη διάρκεια του ύπνου ξυπνούν πολλές φορές, είτε ότι ξυπνούν χωρίς να χορτάσουν ύπνο. Στις περιπτώσεις αυτές, τόσο ο χρόνος όσο και η ποιότητα του ύπνου δεν είναι ικανοποιητικά.

Και κάπως έτσι αρχίζουν τα προβλήματα: Έντονη δυσφορία, εμμονή με το πρόβλημα του ύπνου και φοβίες για την αϋπνία.
Υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που συντελούν στο πρόβλημα της αϋπνίας. Οι σημαντικότεροι παράγοντες είναι η προχωρημένη ηλικία (ένας στους δύο ηλικιωμένους άνω των 65 ετών πάσχει από αϋπνία), το γυναικείο φύλο, η κοινωνικοοικονομική κατάσταση, ορισμένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και ψυχοπαθολογικά αίτια. Επίσης δεν θα πρέπει να υποτιμώνται και τα προβλήματα που οφείλονται αποκλειστικά στους πάσχοντες, όπως για παράδειγμα οι κακές συνήθειες του ύπνου και τα ακανόνιστα ωράρια.

Η αϋπνία μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στη μνήμη και στη συγκέντρωση, στη μάθηση, στο καρδιαγγειακό, στο ανοσοποιητικό (τα άτομα που στερούνται τον ύπνο είναι πιο ευάλωτα σε λοιμώξεις), στο ορμονικό, στο νευρικό σύστημα, ακόμη και στην κοινωνική συμπεριφορά του ατόμου.

Γενικώς, έχει διαπιστωθεί ότι όσοι έχουν προβλήματα με τον ύπνο παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν παθήσεις του καρδιαγγειακού συστήματος ή διαβήτη, καθόσον η χρόνια έλλειψη μπορεί να αποτελέσει παράγοντα κινδύνου για την εκδήλωση αντίστασης στην ινσουλίνη και την παχυσαρκία.

Η έλλειψη ύπνου, ή έστω ποιοτικού ύπνου, όχι μόνο προκαλεί οξυθυμία, κακή κρίση, ένταση, άγχος και κατάθλιψη, αλλά αυξάνει και τη συχνότητα των ατυχημάτων. Περίπου 30% των τροχαίων αποδίδεται στην κόπωση του οδηγού και ακόμα υψηλότερο ποσοστό, όταν αναλύονται μόνο τα στοιχεία από τα τροχαία με μηχανές.

Πέραν αυτού, φαίνεται ότι η αϋπνία σχετίζεται στενά με ψυχικές διαταραχές. όπως η κατάθλιψη και το άγχος. Είναι χαρακτηριστικό ότι ασθενείς που πάσχουν από αϋπνία για μεγάλο διάστημα έχουν πολύ περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν κατάθλιψη σε σχέση με τους μη πάσχοντες, ενώ όταν η αϋπνία αντιμετωπίζεται έγκαιρα, η πιθανότητα εμφάνισης κατάθλιψης είναι ίδια με αυτή που συναντάται στον γενικό πληθυσμό.

Μελέτη έδειξε ότι τα παιδιά που ταλαιπωρούνται από αϋπνία, μικρής διάρκειας ύπνο ή διαταραγμένη αναπνοή κατά τον ύπνο λόγω παχυσαρκίας, έχουν περισσότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν προβλήματα συμπεριφοράς όπως η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας.

premium.paratiritis

 

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Δ. Παρασκευής: Τι δείχνει διεθνής μελέτη για την ασφάλεια των εμβολίων κατά της CoViD
ΣΦΕΕ: Εκδήλωση ''Ημέρα Καριέρας''
Υπάρχουν στην πραγματικότητα λειτουργικοί αλκοολικοί;