Αγγλικός όρος

Ebola virus hemorrhagic fever

Ορισμός

Μια συχνά θανατηφόρος ιογενής λοίμωξη, η οποία έχει εμφανιστεί σε σποραδικές εξάρσεις στην Αφρική. Η κλινική εικόνα της διάχυτης αιμορραγίας σε διάφορα όργανα και ο πυρετός είναι παρόμοια με αυτή που παρατηρείται στους αιμορραγικούς πυρετούς της Lassa, του Marburg και του Congo- Crimean.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ: Η νόσος προκαλείται από ένα από τα τρία είδη του ιού Έμπολα, ο οποίος ανήκει στην οικογένεια Fikwiridae και διακρίνεται από τις μακρές νηματοειδείς ίνες του RNA. Ο ζωικός ξενιστής (δεξαμενή) δεν έχει αναγνωριστεί, περιορίζοντας την έρευνα γύρω από τη νόσο. Σε κάθε εισβολή επιδημίας, η πρώτη ανθρώπινη μόλυνση πιστεύεται ότι οφείλεται σε δήγμα από μολυσμένο ζώο. Οι ακόλουθες περιπτώσεις οφείλονται σε επαφή με το αίμα ή με σωματικά υγρά από ένα μολυσμένο άνθρωπο ή από την επαναχρησιμοποίηση μολυσμένων βελονών και συρίγγων. Η χρήση των συνήθων μέτρων προφύλαξης εμποδίζει την εξάπλωση της νόσου, με την επιπλέον χρήση καλυμμάτων για τα πόδια και τα υποδήματα, σε περίπτωση ύπαρξης μεγάλων ποσοτήτων αίματος, εμεσμάτων ή διαρροϊκών κενώσεων. Οι θάλαμοι απομόνωσης αρνητικής πίεσης χρησιμοποιούνται επίσης, αν υπάρχουν. Η εξάπλωση του ιού Έμπολα μεταξύ των ανθρώπων μέσω αιωρούμενων σταγονιδίων δεν έχει αναφερθεί ποτέ, συνιστάται όμως η χρήση μάσκας σε περίπτωση που ο ασθενής εμφανίζει αναπνευστικά συμπτώματα. Όλος ο εξοπλισμός πρέπει να αποστειρώνεται πριν επαναχρησιμοποιηθεί.

ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ: Η περίοδος επώασης διαρκεί 2-3 εβδομάδες και ακολουθείται από απότομη εμφάνιση υψηλού πυρετού, μυαλγίας, διάρροιας, κεφαλαλγίας, κόπωσης και κοιλιακού άλγους. Μπορεί επίσης να υπάρχει εξάνθημα, πονόλαιμος και επιπεφυκίτιδα. Εντός 7 ημερών αναπτύσσεται σοκ (καταπληξία), κυρίως εξαιτίας της αιμορραγίας. Περισσότεροι από το 50% των ασθενών καταλήγουν. Ο ασθενής καθίσταται μολυσματικός μόλις εκδηλωθεί ο πυρετός.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Επί του παρόντος, δεν υπάρχουν αποτελεσματικά εμβόλια ή φάρμακα εναντίον των ιών Έμπολα του αιμορραγικού πυρετού και η θεραπεία περιορίζεται σε υποστηρικτικά μέτρα για τη διατήρηση της αρτηριακής πίεσης, της οξυγόνωσης και του ισοζυγίου υγρών και ηλεκτρολυτών.

Ετυμολογία

(Έμπολα, Ζαΐρ, Αφρική).