Αγγλικός όρος

pelvic inflammatory disease

Ορισμός

Λοίμωξη της μήτρας, των σαλπίγγων και των γειτονικών πυελικών ιστών, η οποία δεν σχετίζεται με χειρουργική επέμβαση ή εγκυμοσύνη. Η φλεγμονώδης νόσος της πυέλου προκαλείται συνήθως από ανιούσα λοίμωξη, κατά την οποία παθογόνοι μικροοργανισμοί εξαπλώνονται από τον κόλπο και τον τράχηλο προς τα άνω τμήματα του αναπαραγωγικού συστήματος της γυναίκας.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ: Τα χλαμύδια (Chlamydia trachomatis) και η γονόρροια (Neisseria gonorrheae) αποτελούν τις πιο συχνές αιτίες φλεγμονώδους νόσου της πυέλου, αν και εμπλέκονται συχνά αναερόβια μικρόβια, όπως η Escherichia coli, και άλλοι μικροοργανισμοί.

ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ: Το πιο συχνό σύμπτωμα είναι το υπογάστριο ή πυελικό άλγος, το οποίο αρχίζει τυπικά μετά από την έναρξη της εμμήνου ρύσης. Συχνό σημείο είναι η έντονη ευαισθησία κατά την φυσική εξέταση του τραχήλου, των σαλπίγγων ή των ωοθηκών. Μερικές φορές υπάρχει διαυγές, λευκό ή πυώδες κολπικό έκκριμα. Σε λιγότερους ασθενείς μπορεί να εμφανιστεί πυρετός, ρίγη, ναυτία, έμετος, κολπική αιμόρροια, δυσουρία, δυσπαρεύνια ή άλγος του πρωκτού και του ορθού.

ΔΙΑΓΝΩΣΗ: Ο διαχωρισμός της φλεγμονώδους νόσου της πυέλου από άλλες αιτίες κατώτερου κοιλιακού ή πυελικού άλγους μπορεί να είναι δύσκολος. Η νόσος μπορεί να εκληφθεί λανθασμένα ως σκωληκοειδίτιδα, εκκολπωματίτιδα, σαλπιγγοωοθηκικό απόστημα, ενδομητρίτιδα, εξωμήτρια κύηση ή ως κάποια άλλη σοβαρή νόσος. Απαντάται πιθανότερα σε νέες, σεξουαλικά δραστήριες ασθενείς, με πολλαπλούς ερωτικούς συντρόφους, ειδικά αν υπάρχει προηγούμενο ιστορικό σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων ή κατάχρησης ουσιών. Ανευρίσκεται συχνά λευκοκυττάρωση και αυξημένη ταχύτητα καθίζησης, ενώ κατά την πυελική εξέταση συχνά εμφανίζεται βλεννοπυώδες έκκριμα. Οι καλλιέργειες από τον κόλπο ή τον τράχηλο ενδέχεται να αποβούν βοηθητικές στην εξακρίβωση του αιτιολογικού μικροοργανισμού. Σε ασθενείς, όπου η διάγνωση δεν έχει διευκρινιστεί, μπορεί να χρειαστεί λαπαροσκόπηση, υπερηχογραφία ή αξονική τομογραφία.

ΕΠΙΠλΟΚΕΣ: Η φλεγμονώδης νόσος της πυέλου μπορεί να προκαλέσει συμφύσεις ή ουλοποίηση των σαλπίγγων και της πυέλου και αποτελεί συχνή αιτία πυελικού άλγους και εξωμήτριας κύησης. Σχεδόν το ένα τρίτο όλων των γυναικών που είναι υπογόνιμες, έχουν απολέσει την ικανότητά τους να συλλάβουν λόγω φλεγμονώδους νόσου της πυέλου. Περιστασιακά, η φλεγμονώδης νόσος της πυέλου προκαλεί ενδοπεριτοναϊκά αποστήματα.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Τα αντιβιοτικά που είναι αποτελεσματικά έναντι των γονοκόκκων, των χλαμυδίων, των αναερόβιων και των gram-αρνητικών βακτηρίων χρησιμοποιούνται συνήθως για την θεραπεία της φλεγμονώδους νόσου της πυέλου. Η συνήθης θεραπεία περιλαμβάνει τετρακυκλίνες, όπως την δοξυκυκλίνη και μια κεφαλοσπορίνη. Η πρώιμη θεραπεία προλαμβάνει την υπογονιμότητα που προκαλείται από συμφύσεις ή ουλοποίηοη των σαλπίγγων. Σε ασθενείς με σαλπιγγικό ή πυελικό απόστημα απαιτείται παροχέτευση. Οι ερωτικοί σύντροφοι θα πρέπει να εξετάζονται για την ύπαρξη σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νόσων ώστε να τους χορηγηθεί θεραπεία, αν τα αποτελέσματα των καλλιεργειών αποβούν θετικά.

Συντομογραφία

PID