Αγγλικός όρος

lung

Ορισμός

Ένα από τα δύο κωνικά σπογγώδη όργανα της αναπνοής, που εντοπίζονται στην υπεζωκοτική κοιλότητα του θώρακα.

ΑΝΑΤΟΜΙΑ: Οι πνεύμονες συνδέονται με το φάρυγγα μέσω της τραχείας και του λάρυγγα. Η βάση κάθε πνεύμονα ακουμπά στο διάφραγμα, και η κορυφή κάθε πνεύμονα υψώνεται από 2,5 έως 5 cm πάνω από το στερνικό άκρο της πρώτης πλευράς, υποστηριζόμενο από τις προσδέσεις του στην πύλη ή στις ριζικές δομές. Οι πνεύμονες περιλαμβάνουν τους λοβούς, τα λοβία, του βρόγχους, τα βρογχιόλια, τις κυψελίδες και τον υπεζωκότα.
Ο δεξιός πνεύμονας έχει τρεις λοβούς και ο αριστερός δύο. Στους άνδρες, ο δεξιός πνεύμονας ζυγίζει περίπου 625 g και ο αριστερός 570 g. Οι πνεύμονες περιέχουν 300.000.000 κυψελίδες και η αναπνευστική τους επιφάνεια είναι περίπου 70 m2. Οι αναπνοές ανά λεπτό είναι 12 με 20 σε έναν ενήλικο. Η ολική χωρητικότητα του πνεύμονα κυμαίνεται από 3,6 έως 9,4 L στους άνδρες και από 2,5 έως 6,9 L στις γυναίκες.
Ο αριστερός πνεύμονας έχει μια εντομή, η οποία ονομάζεται καρδιακή εντομή, για τη φυσιολογική τοποθέτηση της καρδιάς. Πίσω από αυτό βρίσκεται η πύλη, μέσω της οποίας αιμοφόρα αγγεία, λεμφαγγεία και βρόγχοι εισέρχονται και εξέρχονται από τον πνεύμονα.
Ο αέρας μετακινείται από τις ρινικές οδούς στο φάρυγγα, στον λάρυγγα και στην τραχεία. Δύο κύριοι βρόγχοι, ένας σε κάθε πλευρά, εκτείνονται από την τραχεία. Οι κύριοι βρόγχοι διαχωρίζονται σε δευτερεύοντες βρόγχους, ένας για κάθε έναν από τους πέντε λοβούς. Αυτοί διαχωρίζονται περαιτέρω σε ένα μεγάλο αριθμό μικρότερων βρογχιολίων. Το πρότυπο της κατανομής αυτών στα τμήματα κάθε λοβού είναι σημαντικό στην πνευμονική και θωρακική χειρουργική. Υπάρχουν περίπου 10 βρογχοπνευμονικά τμήματα στον δεξιό πνεύμονα και οκτώ στον αριστερό, με τον ακριβή αριθμό να ποικίλλει. Υπάρχουν 50 με 80 τελικά βρογχιόλια σε κάθε λοβό. Κάθε ένα από αυτά χωρίζεται σε δύο αναπνευστικά βρογχιόλια, τα οποία με τη σειρά τους διαιρούνται για να δημιουργήσουν δύο έως 11 κυψελιδικούς πόρους. Οι κυψελιδικοί σάκοι και οι κυψελίδες προέρχονται από αυτούς τους πόρους. Οι χώροι μεταξύ των κυψελιδικών σάκκων και των κυψελίδων ονομάζονται κόλποι.
Στην κυψελίδα, το αίμα και ο εισπνεόμενος αέρας διαχωρίζονται μόνο από το κύτταρο της κυψελίδας και από αυτό του πνευμονικού τριχοειδούς. Αυτή η αναπνευστική μεμβράνη είναι λεπτή (0,07 με 2,0 /m) και επιτρέπει τη διάχυση του οξυγόνου στο αίμα και τη διάχυση του διοξειδίου του άνθρακα από το αίμα στον αέρα.

ΝΕΥΡΩΣΗ: Οι πνεύμονες νευρώνονται από παρασυμπαθητικές ίνες που φέρονται με το πνευμονογαστρικό νεύρο και από συμπαθητικές ίνες που φέρονται με το πρόσθιο και οπίσθιο πνευμονικό πλέγμα, προς τους λείους μύες στα τοιχώματα του βρογχικού δένδρου.

ΑΙΜΟΦΟΡΑ ΑΓΓΕΙΑ: Οι βρογχικές αρτηρίες και φλέβες κυκλοφορούν το αίμα στο βρογχικό δένδρο. Οι πνευμονικές αρτηρίες και φλέβες κυκλοφορούν το αίμα που συμμετέχει στην ανταλλαγή των αερίων.

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ: Ο κύριος σκοπός του πνεύμονος είναι να φέρει σε άμεση επαφή τον αέρα και το αίμα, έτσι ώστε το οξυγόνο να προστεθεί στο αίμα και το διοξείδιο του άνθρακα να απομακρυνθεί. Αυτό επιτυγχάνεται από δύο συστήματα άντλησης, ένα που μετακινεί αέριο και ένα που μετακινεί υγρό. Το αίμα και ο αέρας φέρονται σε τόσο στενή επαφή, που διαχωρίζονται μόνο από περίπου 1 /m (106 m) ιστού. Ο όγκος της κυκλοφορίας στα πνευμονικά τριχοειδή είναι 150 ml, αλλά εξαπλώνεται σε μια επιφάνεια 69,68 m2 περίπου. Αυτή η τριχοειδική επιφάνεια περιβάλλει 300 εκατομμύρια κυψελίδες. Το αίμα με χαμηλό περιεχόμενο σε οξυγόνο, αλλά υψηλό σε διοξείδιο του άνθρακα, έρχεται σε επαφή με τον αέρα, που έχει υψηλό περιεχόμενο σε οξυγόνο και χαμηλό σε διοξείδιο του άνθρακα, για λιγότερο από 1 δευτερόλεπτο.

ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ: Επισκόπηση: Ο εξεταστής προσδιορίζει τον αναπνευστικό ρυθμό, παρατηρώντας τις κινήσεις του θώρακα του ασθενούς και μετρώντας τον αριθμό των αναπνοών ανά λεπτό. Στους ενήλικες, ο φυσιολογικός αναπνευστικός ρυθμός σε ηρεμία είναι περίπου 12 αναπνοές ανά λεπτό. Ενώ μετρά τον αναπνευστικό ρυθμό, ο εξεταστής μπορεί να παρατηρήσει και άλλα χαρακτηριστικά της αναπνοής. Οι ασθενείς με δύσπνοια αναπνέουν γρήγορα, πασχίζοντας συχνά να εισπνεύσουν ακόμα και σε ηρεμία. Οι συνολκές των μεσοπλεύριων και υπερκλείδιων χώρων είναι ορατές στη διάρκεια της εισπνοής. Η άπνοια του ύπνου χαρακτηρίζεται από επεισόδια παύσης της αναπνοής ακολουθούμενα από περιόδους αναπνευστικής αντιστάθμισης. Η κανονική αργή αναπνοή είναι φυσιολογική. Ψηλάφηση: Σε κατάσταση υγείας, ο θώρακας και ο πνεύμονας μεταδίδουν μια δόνηση στη διάρκεια της ομιλίας, που ονομάζεται τρόμος (fremitus). Ανωμαλίες στον τρόμο μπορούν να γίνουν αισθητές στην χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια ή στην παχυσαρκία όπου η δόνηση μειώνεται, και στην πνευμονία, όπου αυξάνεται η επί του πάσχοντος λοβού.
Επίκρουση: Η κρούση στο θωρακικό τοίχωμα, επί ενός υγιούς πνεύμονα, έχει ως αποτέλεσμα έναν υπόκωφο ήχο με αντήχηση. Ο υπόκωφος χαρακτήρας της αντήχησης κάποιες φορές αυξάνεται σε εμφυσηματικούς πνεύμονες ή στον πνευμοθώρακα και ελαττώνεται από τις πλευριτικές συλλογές ή την πνευμονική πύκνωση.

ΑΚΡΟΑΣΗ: Φυσιολογικοί αναπνευστικοί ήχοι: Στα υγιή άτομα, οι αναπνευστικοί ήχοι είναι χαμηλής έντασης και έχουν μια συχνότητα 200 έως 400 κύκλων το δευτερόλεπτο (cps) η συχνότητα σπάνια υπερβαίνει τους 500 cps. Οι ήχοι αυτοί ονομάζονται κυψελιδικοί αναπνευστικοί ήχοι, όταν ακούγονται επί των πνευμόνων. Παράγονται από τον αέρα που διέρχεται μέσα από τους αεραγωγούς.
Βρογχικοί και τραχειακοί αναπνευστικοί ήχοι: Αυτοί είναι υψηλότερης έντασης και πιο δυνατοί από τους κυψελιδικούς ήχους και παράγονται από τον αέρα που διέρχεται πάνω από τα τοιχώματα των βρόγχων και της τραχείας. Οι ήχοι αυτοί ακούγονται φυσιολογικά μόνο επάνω από τους βρόγχους και την τραχεία.
Αμφορική και σπηλαιώδης αναπνοή: Αυτοί οι δύο σχεδόν όμοιοι ήχοι είναι δυνατοί, με μια παρατεταμένη, υπόκωφη εκπνοή. Η ένταση της αμφορικής αναπνοής είναι ελαφρώς υψηλότερη από αυτή του σπηλαιώδους τύπου, και μπορεί να τη μιμηθεί κανείς φυσώντας πάνω από το άνοιγμα ενός άδειου βάζου. Ακούγεται στις βρογχιεκτατικές κοιλότητες ή στον πνευμοθώρακα, όταν το κενό του πνεύμονος είναι εκτεταμένο, στην πυκνωμένη περιοχή κοντά σε ένα μεγάλο βρόγχο και κάποιες φορές επί ενός πνεύμονα που συμπιέζεται από μια μέτρια συλλογή.
Οι τραχείς εισπνευστικοί ήχοι είναι τυπικοί του εισπνευστικού συριγμού (stridor), που αποτελεί ιατρική έκτακτη ανάγκη. Οι εκπνοές που είναι παρατεταμένες και μελωδικές είναι χαρακτηριστικές του εκπνευστικού συριγμού (wheezing).
Τριβή: Ο ήχος αυτός παράγεται από την τριβή των τραχυμένων επιφανειών του υπεζωκώτος μεταξύ τους. Μπορεί να ακουσθεί και κατά την εισπνοή και κατά την εκπνοή. Η τριβή συχνά προσομοιάζει με κριγμό, αλλά είναι περισσότερο επιφανειακή και εντοπισμένη από τον τελευταίο και δεν τροποποιείται από το βήχα ή τη βαθιά εισπνοή.
Μεταλλικό κουδούνισμα: Ένας ήχος σαν κουδουνάκι που ακούγεται κατά διαστήματα επί ενός υδροπνευμοθώρακος ή μιας μεγάλης κοιλότητας. Η ομιλία, ο βήχας και η βαθιά αναπνοή επάγουν συνήθως τον ήχο αυτό. Δεν πρέπει να συγχέεται με έναν παρόμοιο ήχο που παράγεται από υγρά στον στόμαχο. Τριγμοί: Ανώμαλοι αναβράζοντες ήχοι, που ακούγονται σε κυψελίδες ή βρόγχους, κριγμοί.
Σείση ή Ιπποκρατική σείση: Ένας παφλαστικός ήχος που παράγεται από την παρουσία αέρα και υγρού στο θώρακα. Μπορεί να προκληθεί από την ήπια ανατάραξη του ασθενούς στη διάρκεια της ακρόασης. Ο ήχος αυτός σχεδόν πάντα υποδεικνύει είτε υδροπνευμοθώρακα ή πυοπνευμοθώρακα, παρ' όλο που εντοπίζεται επίσης επί πολύ μεγάλων κοιλοτήτων. Η παρουσία αέρα και υγρού στον στόμαχο παράγει παρόμοιους ήχους.

Ετυμολογία

Αγγλ. Σαξ. lungen

Υπώνυμος όρος

acute edema of lung
bird breeder′s lung
black lung
blast lung
brewer′s lung
cobalt lung
compliance of lung
flock worker′s lung
lung inflammation
honeycomb lung
humidifier lung
iron lung
shock lung
lung surfactant
lung transplantation
wet lung