Μικρή είναι η συμβολή των εξετάσεων για καρκίνο στην πρόληψη των θανάτων, ενώ μπορεί ενδεχομένως να βλάψουν παρά να ωφελήσουν, ανακάλυψε επισκόπηση ερευνών.

Ερευνητές του Stanford School of Medicine, εξέτασαν στοιχεία 45 δοκιμών και 98 στατιστικών επισκοπήσεων για να ανακαλύψουν αν οι εξετάσεις για νόσους όπως ο καρκίνος του προστάτη και των ωοθηκών ήταν ωφέλιμες.

Η έρευνα περιέλαβε πληροφορίες περισσότερων των 5,5 εκατομμυρίων ανθρώπων σε διάστημα μέχρι 30 ετών.

Γενικά, η ερευνητική ομάδα ανακάλυψε ότι περισσότερο από τα δυο τρίτα των διαγνωστικών εξετάσεων δεν σώζουν ζωές και συμβουλεύουν τους ανθρώπους να μειώσουν στις προσδοκίες σχετικά με σημαντικό όφελος.

Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι θετικά αποτελέσματα συχνά επηρεάστηκαν από άλλες παρεμβάσεις που πραγματοποιήθηκαν την ίδια περίοδο με τις εξετάσεις.

Προειδοποίησαν επίσης ότι η βελτίωση στα αντικαρκινικά φάρμακα κατά την περίοδο μελέτης μπορεί ενδεχομένως να δείχνει ότι η εξέταση είναι πιο αποτελεσματική από ότι πράγματι είναι.

Ο Ερευνητής, καθηγητής Ιωάννης Ιωαννίδης, δήλωσε ότι η επισκόπηση δείχνει ότι δεν είναι συνήθεις οι αποδεδειγμένες μειώσεις στη θνησιμότητα που οφείλεται σε συγκεκριμένες νόσους, σε τυχαιοποιημένες δοκιμές εξέτασης για σημαντικές νόσους.
Ακόμα πιο ασυνήθης είναι η μείωση της θνησιμότητας από όλα τα αίτια, πρόσθεσε.

Τα τελευταία χρόνια, έρευνες δείχνουν ότι η υπερδιάγνωση αποτελεί αυξανόμενο πρόβλημα.
Έρευνα του Washington University, το 2012, ανακάλυψε ότι για κάθε γυναίκα της οποίας η ζωή σώζεται από τον καρκίνο μαστού μέχρι 10 θα υποβληθούν σε μη αναγκαία αγωγή, περιλαμβανομένης της εγχείρησης και της ραδιοθεραπείας.

Πέρσι, Ολλανδοί ερευνητές ανέφεραν ότι ευρείες εξετάσεις για καρκίνο προστάτη θα εμπόδιζαν 1 στους 5 θανάτους από τη νόσο αλλά προειδοποίησαν ενάντια στην εισαγωγή του προγράμματος επειδή πολλοί άνθρωποι διαγνώστηκαν λανθασμένα.

Η έκθεση ανακάλυψε οφέλη σε ορισμένα προγράμματα εξετάσεων, όπως οι μαστογραφίες, οι οποίες μειώνουν τον κίνδυνο θανάτου μέχρι 27% και οι εξετάσεις για καρκίνο του εντέρου που έδειξαν μείωση σχεδόν κατά 30%.

Ωστόσο, οι ερευνητές δεν αποκλείουν να έχουν υπερεκτιμηθεί οι επιδράσεις.
Όπως δήλωσαν, είναι πιθανόν σε ορισμένες από τις λίγες δοκιμές που ανέδειξαν οφέλη στην επιβίωση από τις εξετάσεις, το όφελος να έχει υπερεκτιμηθεί σημαντικά.

Υπάρχουν πολλά πιθανά αίτια για τη φτωχή απόδοση της εξέτασης στη μείωση της θνησιμότητας. Οι εξετάσεις μπορεί ενδεχομένως να μην έχουν αρκετή ευαισθησία και σχετικότητα ώστε να εντοπίσουν τη νόσο έγκαιρα ή να μην υπάρχουν σημαντικά αποτελεσματικές αγωγές για τη νόσο.

Πολλές από τις έρευνες της επισκόπησης δεν έδειξαν όφελος όσον αφορά τον καρκίνο του προστάτη, του πνεύμονα, του στόματος και των ωοθηκών, ενώ δεν σώθηκαν ζωές μέσω της αυτοεξέτασης για τον καρκίνο του μαστού.

Ωστόσο, μη κυβερνητικοί οργανισμοί δήλωσαν ότι τα ευρήματα θα πρέπει να ερμηνευτούν με προσοχή και συμβουλεύουν να συνεχίζουν οι άνθρωποι να εξετάζονται.

Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ‘’International Journal of Epidemiology.’’

 

Πηγές:
‘’International Journal of Epidemiology.’’

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Kρατά δυνάμεις και ποντάρει στα προϊόντα non-Covid η Pfizer
Γιατί πονά το σώμα μου
Ο θυμός αυξάνει τον μακροπρόθεσμο κίνδυνο καρδιοπάθειας [μελέτη]