Νέα έρευνα ανακάλυψε ότι η κατανάλωση λιγότερων ινών, περισσότερων κορεσμένων λιπαρών και περισσότερης ζάχαρης σχετίζεται με ελαφρύτερο και πιο διαταραγμένο ύπνο.

Τα αποτελέσματα της έρευνας που πραγματοποιήθηκε από την American Academy of Sleep Medicine, έδειξαν ότι μεγαλύτερη πρόσληψη ινών συνδεόταν με περισσότερο χρόνο στο στάδιο του βαθέως ύπνου, των αργών κυμάτων.

Αντίθετα, υψηλότερο ποσοστό ενέργειας από κορεσμένα λιπαρά συνδεόταν με λιγότερο ύπνο αργών κυμάτων.
Η μεγαλύτερη πρόσληψη ζάχαρης επίσης συνδεόταν με περισσότερες διακοπές του ύπνου.

Η ερευνήτρια, Marie-Pierre St-Onge, δήλωσε ότι το κύριο εύρημα ήταν ότι η ποιότητα της διατροφής επηρέαζε την ποιότητα του ύπνου. Έκπληξη προκάλεσε το εύρημα ότι μια ημέρα με μεγαλύτερη πρόσληψη λιπαρών και χαμηλότερη σε ίνες μπορούσε να επηρεάσει τις παραμέτρους του ύπνου.

Η έρευνα ανακάλυψε επίσης ότι οι συμμετέχοντες αποκοιμόνταν γρηγορότερα μετά την κατανάλωση καθορισμένων γευμάτων που παρείχε διατροφολόγος, τα οποία ήταν χαμηλότερα σε κορεσμένα λιπαρά και υψηλότερα σε πρωτεΐνες σε σχέση με γεύματα που επέλεγαν οι ίδιοι.

Χρειάζονταν 29 λεπτά, κατά μέσον όρο, για να αποκοιμηθούν οι συμμετέχοντες μετά την κατανάλωση τροφίμων και ποτών της αρεσκείας τους αλλά μόνο 17 λεπτά για να αποκοιμηθούν μετά την κατανάλωση του ελεγχόμενου γεύματος.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, η έρευνα υποδεικνύει ότι συστάσεις με βάση τη διατροφή θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη βελτίωση του ύπνου σε όσους εμφανίζουν φτωχή ποιότητα ύπνου.

Ωστόσο, χρειάζονται μελλοντικές έρευνες για να αξιολογηθεί η σχέση.

Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Journal of Clinical Sleep Medicine.

Πηγές:
Journal of Clinical Sleep Medicine.

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Συνάντηση Γεωργιάδη με τον υπουργό Υγείας της Κύπρου
Άσκηση: Καλύτερα να μετράμε βήματα ή λεπτά; [μελέτη]
Λαμία: Σταφυλόκοκκος σε δείγματα φαγητού που κατανάλωσαν μαθητές