Ορισμός

Η πρωτοπαθής/πρωτογενής υπογονιμότητα είναι η αδυναμία τεκνοποίησης έπειτα από ένα τουλάχιστον έτος συνουσίας χωρίς αντισύλληψη.

Η δευτεροπαθής/δευτερογενής υπογονιμότητα αναφέρεται σε περιπτώσεις στις οποίες έχει συμβεί σύλληψη τουλάχιστον μία φορά, αλλά υπάρχει αδυναμία νέας κύησης.

Εναλλακτικές ονομασίες

Αδυναμία τεκνοποίησης, αδυναμία κύησης

Αιτίες

Η υπογονιμότητα μπορεί να οφείλεται σε διάφορους σωματικούς και ψυχολογικούς παράγοντες. Μπορεί να οφείλεται στη γυναίκα, τον άνδρα ή και τους δύο.

ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΥΠΟΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ:

Η γυναικεία υπογονιμότητα μπορεί να οφείλεται σε:

  • Αδυναμία επιβίωσης του γονιμοποιημένου ωαρίου ή του εμβρύου, μόλις προσκολληθεί στα τοιχώματα της μήτρας
  • Αδυναμία του γονιμοποιημένου ωαρίου να προσκολληθεί στα τοιχώματα της μήτρας
  • Αδυναμία των ωαρίων να μετακινηθούν από τις ωοθήκες στη μήτρα
  • Αδυναμία παραγωγής ωαρίων

Η υπογονιμότητα στις γυναίκες μπορεί να προκληθεί από:

  • Αυτοάνοσα νοσήματα, όπως το αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο
  • Θρομβοφιλίες
  • Προβλήματα στη μήτρας και στον τράχηλο της μήτρας (λειομυώματα ή ινομυώματα, πολύποδες, γενετικές ανωμαλίες)
  • Υπερβολική άσκηση, διατροφικές διαταραχές, κακή διατροφή
  • Λήψη κάποιων φαρμάκων ή έκθεση σε τοξίνες
  • Κατάχρηση αλκοόλ
  • Ορμονικές διαταραχές ή ανεπάρκειες
  • Χρόνιες παθήσεις όπως ο διαβήτης
  • Παχυσαρκία
  • Κύστες στις ωοθήκες και σύνδρομο πολυκυστικών οωθηκών
  • Λοίμωξη στην περιοχή της πυέλου ή πυελική φλεγμονώδης νόσος
  • Πληγές από σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα ή ενδομητρίωση
  • Όγκος

ΑΝΔΡΙΚΗ ΥΠΟΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑ:

Η ανδρική υπογονιμότητα μπορεί να οφείλεται σε:

  • Μειωμένο αριθμό σπερματοζωαρίων
  • Ανεσταλμένη εκσπερμάτιση
  • Προβλήματα στη λειτουργικότητα του σπέρματος

Η υπογονιμότητα στους άντρες μπορεί να προκληθεί από:

  • Επιβάρυνση από περιβαλλοντικούς παράγοντες
  • Έκθεση σε υψηλές θερμοκρασίες για μεγάλο χρονικό διάστημα
  • Γενετικές ανωμαλίες
  • Κατάχρηση αλκοόλ, κάνναβης ή κοκαΐνης
  • Ορμονική ανεπάρκεια ή λήψη κάποιας ορμόνης σε μεγάλες ποσότητες
  • Ανικανότητα
  • Λοιμώξεις των όρχεων ή επιδιδυμίτιδα
  • Ηλικία
  • Προηγούμενη αγωγή με χημειοθεραπεία
  • Παλαιότερα τραύματα από μόλυνση (συμπεριλαμβανομένων και μολύνσεων από σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα), τραυματισμό ή επέμβαση
  • Έκθεση σε ραδιενέργεια
  • Παλίνδρομη εκσπερμάτιση
  • Κάπνισμα
  • Κάποιες φαρμακευτικές ουσίες, όπως η σειμετιδίνη, η σπιρονολακτόνη και η νιτροφουραντοΐνη

Σε υγιή ζευγάρια, στα οποία και οι δύο σύντροφοί είναι λιγότερο από 30 ετών, η πιθανότητα σύλληψης, με τακτική συνουσία χωρίς αντισύλληψη, κυμαίνεται γύρω στο 25-30% κάθε μήνα. Η γυναίκα διανύει τη γονιμότερη περίοδό της νωρίς στη δεκαετία των 20 ετών. Σε κάθε γυναίκα ηλικίας άνω των 35 ετών (και ειδικά μετά την ηλικία των 40 ετών), η πιθανότητα εγκυμοσύνης μειώνεται σε λιγότερο από 10% κάθε μήνα.

Το αν θα πρέπει να ανησυχήσετε για υπογονιμότητα και να ζητήσετε βοήθεια εξαρτάται άμεσα από την ηλικία σας. Οι γυναίκες κάτω των 30 ετών, καλό θα είναι να προσπαθήσουν να κυοφορήσουν για έναν χρόνο τουλάχιστον, πριν αποφασίσουν να προβούν σε εξετάσεις για υπογονιμότητα.

Συμπτώματα

Η πάθηση μπορεί να προκαλέσει ισχυρά αρνητικά συναισθήματα και στα δύο μέλη ενός ζευγαριού. Σε γενικές γραμμές, τα συναισθήματα αυτά βελτιώνονται με την ύπαρξη ακόμη και ενός μόνο παιδιού.

Εξετάσεις

Και οι δύο σύντροφοι θα πρέπει δώσουν στο γιατρό ένα πλήρες ιατρικό ιστορικό και να περάσουν από κλινική εξέταση.

Οι εξετάσεις για τη γυναικεία υπογονιμότητα μπορεί να περιλαμβάνουν:

  • Επίπεδα ορμονών στο αίμα
  • Διαγνωστικό τεστ για τα επίπεδα θυλακιοτρόπου ορμόνης (FSH) και λήψη κλομιφαίνης για να διαπιστωθεί το απόθεμα των ωοθηκών σε ωάρια
  • Υστεροσαλπιγγογραφία (HSG)
  • Υπερηχογράφημα της πυέλου
  • Λαπαροσκοπική εξέταση (ειδικά αν υπάρχει υποψία ενδομητρίωσης)
  • Εξέταση ούρων ωχρινοτρόπου ορμόνης (τεστ ωορρηξίας)
  • Εξέταση της πυέλου
  • Χορήγηση προγεστερόνης πρόκληση έμμηνης ρύσης, αν ο κύκλος δεν είναι σταθερός
  • Βασική θερμομέτρηση νωρίς το πρωί για να διαπιστωθεί αν συμβαίνει ωορρηξία
  • Εξετάσεις θυροειδούς

Οι εξετάσεις για την ανδρική υπογονιμότητα μπορεί να περιλαμβάνουν:

  • Ανάλυση σπέρματος
  • Βιοψία όρχεων (σπάνια)

Θεραπεία

Η πιθανότητα σύλληψης αυξάνεται κάθε μήνα με τη σεξουαλική συνεύρεση τουλάχιστον κάθε 3 ημέρες μέχρι και τις ημέρες της ωορρηξίας. Η ωορρηξία ξεκινά περίπου 2 εβδομάδες πριν από κάθε έμμηνο ρύση. Έτσι, αν ο έμμηνος κύκλος μιας γυναίκας διαρκεί 28ημέρες, τότε θα πρέπει υπάρχει σεξουαλική συνεύρεση τουλάχιστον κάθε 3 ημέρες ανάμεσα στην 10η και την 18η ημέρα μετά τη λήξη της εμμήνου ρύσης και ειδικότερα 72 ώρες πριν από την έναρξη της ωορρηξίας.

Η θεραπεία εξαρτάται από την αιτία της υπογονιμότητας. Κάποιες μορφές θεραπείας είναι:

  • Ενημέρωση και συμβουλευτική
  • Ιατρικές μέθοδοι όπως η ενδομήτρια σπερματέγχυση (IUI) και η εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF)
  • Φαρμακευτική αγωγή για τη θεραπεία λοιμώξεων ή προβλημάτων πήξης του αίματος ή ακόμη και για την πρόκληση ωορρηξίας

Επίσης, είναι σημαντικό να γνωρίζετε και να μπορείτε να συζητήσετε τη συναισθηματική επίδραση της υπογονιμότητας στη σχέση σας, καθώς και το να αναζητήσετε άμεσα συμβουλές από τον γιατρό σας.

Πρόγνωση

Πάνω από το 60% των ζυγαριών με πρόβλημα υπογονιμότητας επιτυγχάνει σύλληψη έπειτα από την κατάλληλη θεραπεία (χωρίς να προχωρήσει σε επεμβατικές μεθόδους όπως η εξωσωματική γονιμοποίηση).

Ωστόσο, 1 στα 5 ζευγάρια επιτυγχάνει γονιμοποίηση χωρίς να έχει προηγηθεί κάποια θεραπεία.

Πιθανές επιπλοκές

Αν και η υπογονιμότητα δεν προκαλεί άλλες σωματικές παθήσεις, μπορεί να έχει τεράστιο συναισθηματικό αντίκτυπο τόσο στο ζευγάρι όσο και στον κάθε σύντροφο ατομικά. Τα ζευγάρια ενδέχεται να εμφανίσουν προβλήματα στον γάμο τους, ενώ κάποιος από τους δύο συντρόφους μπορεί να βιώνει κατάθλιψη και άγχος.

Πότε να επικοινωνήσετε με τον γιατρό σας

Κανονίστε μια επίσκεψη στον γιατρό σας αν προσπαθείτε χωρίς αποτέλεσμα να τεκνοποιήσετε.

Πρόληψη

Επειδή τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα (ΣΜΝ) συχνά προκαλούν στειρότητα, η προφύλαξη κατά τη σεξουαλική επαφή μπορεί να ελαχιστοποιήσει τον κίνδυνο. Η γονόρροια και τα χλαμύδια είναι οι δύο συνηθέστερες αιτίες της στειρότητας που σχετίζεται με τα ΣΜΝ.

Τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα συχνά δεν εμφανίζουν συμπτώματα, μέχρι να αναπτυχθεί πυελική φλεγμονώδης νόσος ή σαλπιγγίτιδα. Οι παθήσεις αυτές τραυματίζουν τις σάλπιγγες και οδηγούν σε μειωμένη γονιμότητα, στειρότητα ή αυξημένο κίνδυνο εξωμήτριου κύησης.

Το εμβόλιο της παρωτίτιδας έχει αποδειχθεί ότι εμποδίζει την εμφάνιση της  παρωτίτιδας και της επιπλοκής της, της ορχίτιδας στους άντρες. Το εμβόλιο εξαλείφει την υπογονιμότητα που οφείλεται σε παρωτίτιδα.

Ορισμένοι τρόποι αντισύλληψης, όπως το ενδομήτριο σπείραμα (σπιράλ-IUD), ενέχουν τον κίνδυνο λοίμωξης της πυέλου, ειδικά σε γυναίκες οι οποίες έχουν παραπάνω από έναν σεξουαλικούς συντρόφους, και σε περιπτώσεις εμφάνισης σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων.

Προσπαθήστε να ακολουθείτε μια υγιεινή διατροφή, να διατηρείτε σταθερό το βάρος σας και να δίνετε γενικότερη προσοχή στον τρόπο ζωής σας, προκειμένου να βελτιστοποιήσετε τις πιθανότητές σας κυοφορήσετε και να έχετε μια υγιή εγκυμοσύνη.

Όταν αρχίστε τις προσπάθειες για τεκνοποίηση, μπορείτε να προμηθευτείτε προγεννητικές βιταμίνες ή πολυβιταμίνες που περιέχουν φυλλικό οξύ. ώστε να μειώσετε τον κίνδυνο αποβολής και να αποτρέψετε την εμφάνιση προβλημάτων στο έμβρυο.


Πηγές:

Jose-Miller AB, Boyden JW, Frey KA. Infertility. Am Fam Physician. 2007;75(6):894-856.

Lobo RA. Infertility: etiology, diagnostic evaluation, management, prognosis. In: Katz VL, Lentz GM, Lobo RA, Gershenson DM eds. Comprehensive Gynecology. 5th ed. Philadelphia, Pa: Mosby Elsevier; 2007: chap 41.

Speroff L, Fitz M, eds. Clinical Gynecologic Endocrinology and Infertility. 7th ed. Philadelphia, Pa; Lippincott Williams & Wilkins; 2005.

Brassard M, Melk YA, Baillargeon JP. Basic Infertility Including Polycystic Ovary Syndrome. Medical Clinics of North America. Sept 2008;92(5).

Επικαιροποίηση από:

Συνεργάτες του iatronet.gr