Φαίνεται πως κάθε λίγα χρόνια, προκύπτει ένας νέος διατροφικός “κακός”, και ο πιο πρόσφατος είναι η ζάχαρη. Κάποιοι ειδικοί πήγαν τόσο μακριά, ώστε να την αποκαλέσουν δηλητήριο για τον οργανισμό. Πώς μπορεί, όμως, ένα τρόφιμο που καταναλώνεται μαζικά εδώ και αιώνες να είναι τόσο καταστροφικό;

Για την ακρίβεια, χρειαζόμαστε τη ζάχαρη. Είναι το καλύτερο “καύσιμο” για τη σωστή λειτουργία του οργανισμού. Τα κακά νέα είναι ότι την καταναλώνουμε υπερβολικά. Η φυσική ζάχαρη, όπως αυτή που περιέχεται στα φρούτα, τα λαχανικά και το γάλα, και τους δίνει την γλυκιά τους γεύση, είναι απόλυτα υγιεινή. Από την άλλο πλευρά, οι προσθήκες ζάχαρης στα επεξεργασμένα φαγητά, μάλλον μας κάνουν κακό. Αυτό σημαίνει ότι δεν είμαστε υποχρεωμένοι να κόψουμε τα γλυκά – απλά να μάθουμε να τρώμε με μέτρο.

Πολλές μεγάλες εταιρίες έχουν αρχίσει να συμβαδίζουν με αυτή την πρόταση. Διάφορες μάρκες δημητριακών έχουν μειώσει τις προσθήκες ζάχαρης, οι βιομηχανίες γαλακτοκομικών έχουν μειώσει τα γλυκαντικά στο σοκολατούχο γάλα που σερβίρεται στα σχολεία. Παρ’ όλα αυτά, η ζάχαρη παίζει σημαντικό ρόλο στη διατροφή μας. Άλλωστε, ποιος είναι ο σκοπός του να είμαστε υγιείς αν δεν ευχαριστιόμαστε τη ζωή μας;

Μελέτες έχουν αποδείξει πως η όρεξη για ζάχαρη βρίσκεται στο DNA μας. Υπάρχουν δύο, μάλιστα, γονίδια, τα οποία μπορούν να προβλέψουν τις προτιμήσεις του ατόμου όσον αφορά τα γλυκά.

Η προτεινόμενη ποσότητα ζάχαρης για μια ενήλικη γυναίκα δεν είναι περισσότερο από 24 γραμμάρια σε ημερήσια βάση. 24 γραμμάρια μεταφράζονται σε 6 κουταλάκια του γλυκού, ή 100 θερμίδες, δηλαδή περίπου όση ζάχαρη θα βρούμε σε ένα κουτάκι αναψυκτικού. Το πρόβλημα είναι πως η μέση γυναίκα καταναλώνει περίπου 18 κουταλάκια του γλυκού ημερησίως.

Η “κακή” ζάχαρη βρίσκεται κρυμμένη σε τρόφιμα που δεν θα το περιμέναμε, όπως dressing για σαλάτες, ακόμα και αλμυρά μπισκότα. Φροντίστε να διαβάζετε τις ετικέτες από τα τρόφιμα που αγοράζετε. Αν περιέχουν πρόσθετα γλυκαντικά, μάλλον θα θέλατε να τα αποφύγετε.

Η προσθήκη ζάχαρης συνδέονται με παθήσεις όπως η παχυσαρκία, ο διαβήτης τύπου β’ και καρδιαγγειακές νόσοι. Η υπερβολική κατανάλωση προκαλεί συσσώρευση λίπους στο συκώτι, κάτι που συνδέεται με όλες τις παραπάνω νόσους. Και πάλι, όμως, δεν υπάρχει κανένας λόγος να αποφεύγουμε τα φυσικά σάκχαρα που βρίσκουμε στα φρούτα, τα λαχανικά και τα χαμηλά σε λιπαρά ή 0% γαλακτοκομικά, μιας και η περιεκτικότητά τους σε ζάχαρη είναι χαμηλή, και περιέχουν πολύτιμες βιταμίνες και ιχνοστοιχεία, μαζί με νερό και φυτικές ίνες που καθυστερούν την “κακή” δράση της ζάχαρης.

Από την άλλη, υπάρχουν διάφορα “φυσικά” γλυκαντικά, που διαφημίζονται σαν καλές εναλλακτικές για τη ζάχαρη. Το θέμα είναι πως η ζάχαρη, σε όποια μορφή και αν βρίσκεται, εξακολουθεί να είναι ζάχαρη. Το μέλι, για παράδειγμα, δεν παρουσιάζει ιδιαίτερες διαφορές από τη ζάχαρη από άποψη θερμίδων – μπορεί να περιέχει και περισσότερες. Τα γλυκαντικά χωρίς θερμίδες, όμως, όπως η στέβια, η ασπαρτάμη και η σουκραλόζη, είναι απολύτως ακίνδυνα, και προτείνονται από πολλούς ειδικούς, μιας και προσφέρουν όλη τη… γλύκα της ζάχαρης, χωρίς τους πιθανούς κινδύνους.

Επιμέλεια: Θοδωρής Διάκος

Πηγές:
Ξένος τύπος.

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Ζεαξανθίνη: Όσα πρέπει να ξέρουμε για το αντιοξειδωτικό των ματιών
Ξεκινά σε λίγες ημέρες το 14ο Συνέδριο Φαρμακευτικού Management
Ποια αντισυλληπτικά συνδέονται με πρόκληση όγκων στον εγκέφαλο