Το έλλειμμα της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (και) στην πανδημία, αναδεικνύουν με επιστημονική τους ανάλυση πέντε διακεκριμένοι Έλληνες επιστήμονες.

Το άρθρο τους δημοσιεύτηκε πρόσφατα και υπογράφεται από τον καθηγητή Χρήστο Λιονή, την ερευνήτρια του Πανεπιστημίου Κρήτης Μαριλένα Αναστασάκη, την ερευνήτρια του ίδιου Πανεπιστημίου Έλενα Πιτέλου, τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου Κυριάκο Σουλιώτη και τη γενική γιατρό Ιωάννα Τσιλιγιάννη.

Οι συντάκτες της ανάλυσης τονίζουν πως η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (εξωνοσοκομειακή) καθιστά τις υπηρεσίες Υγείας και κοινωνικής φροντίδας πιο ανθεκτικές.

Αναφερόμενοι στην εμπειρία από την πανδημία, σημειώνουν πως ο πλήρης πλήρης εμβολιασμός συνδέθηκε με τον τερματισμό της πανδημίας. Στο πεδίο αυτό, ο ρόλος της εξωνοσοκομειακής φροντίδας είναι πολύ σημαντικός, καθώς ο γενικός γιατρός βλέπει τακτικά ηλικιωμένα ή άτομα με χρόνια προβλήματα υγείας. Συμβάλλει, επίσης, στην καταγραφή των ανεπιθύμητων ενεργειών και τη φαρμακοεπαγρύπνηση.

Επικαλούμενοι στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), σημειώνουν πως το 2017 το προσδόκιμο ζωής στην ηλικία των 65 ετών ήταν 20,1 χρόνια, ελαφρώς υψηλότερο από ό,τι στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 

Ωστόσο, οι άνθρωποι στην Ελλάδα μπορούν να αναμένουν ότι θα ζήσουν μόνο το 40% αυτών των ετών χωρίς αναπηρία, σε σύγκριση με περίπου 50% στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που μεταφράζεται σε δύο έτη υγιούς ζωής λιγότερα.

Αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη για μέτρα Δημόσιας Υγείας και Πρωτοβάθμιας Φροντίας Υγείας για την υποστήριξη αυτού του τμήματος του πληθυσμού και των οικογενειών τους. 

Οι παρατηρήσεις των ειδικών επισημαίνουν τον αντίκτυπο της κοινωνικής απομόνωσης και την ανάγκη για ισχυρή ζωτική δικτύωση για άτομα ηλικίας άνω των 85 ετών.

Στην Ελλάδα, ο ρόλος της οικογένειας είναι καθοριστικός και φάνηκε ότι, στο δικό μας περιβάλλον, υπήρχε καλή υποστήριξη στους ηλικιωμένους. Ωστόσο, η μοναξιά ήταν πολύ διαδεδομένη και η ανάγκη να δουν τα εγγόνια τους ήταν από τις πρώτες επιθυμίες των ανθρώπων και ίσως ένας λόγος που τους παρακίνησε να εμβολιαστούν.

Οι επιστήμονες προτείνουν τα προγράμματα εμβολιασμού να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για ευκαιριακό έλεγχο των ηλικιωμένων που χρειάζονται υποστήριξη με τη μορφή παρεμβάσεων ψυχικής και κοινωνικής φροντίδας. Είναι, έτσι, εύκολο να εντοπιστούν άτομα χωρίς οικογένεια ή υποστήριξη ή άτομα που αντιμετωπίζουν άλλες δυσκολίες πρόσβασης σε υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης.

Προς αυτή την κατεύθυνση, θα πρέπει να συζητηθούν νέα μοντέλα υγειονομικής περίθαλψης, τα οποία θα μπορούν να ανταποκριθούν στις τρέχουσες προκλήσεις.

Ιταλία

Το ιταλικό σύστημα υγειονομικής περίθαλψης επένδυσε τοπικά κατά τη διάρκεια της πανδημίας και η ιδέα είναι να κρατήσει τους ασθενείς κοντά στις οικογένειες και τους φίλους τους που μπορούν να τους φροντίσουν.

Οι γενικοί γιατροί έχουν την ευκαιρία να εργαστούν σε ομάδες με νοσηλευτές και άλλους ειδικούς, συμπεριλαμβανομένων ψυχολόγων και διαιτολόγων, για να παρέχουν φροντίδα στους ασθενείς.

Στην Ελλάδα, τα μοντέλα που βασίζονται σε μια τέτοια αποκεντρωμένη μορφή δεν έχουν ακόμη δοκιμαστεί σε μεγάλο βαθμό. Η φροντίδα που προσανατολίζεται στην κοινότητα θα μπορούσε ενδεχομένως να είναι ένα από τα πιο επιτυχημένα εγχειρήματα στο εγγύς μέλλον.

Παράλληλα, ο ρόλος της συμπόνιας και της ενσυναίσθησης έχει λάβει άμεση προσοχή τα τελευταία χρόνια και ο αντίκτυπός του έχει αξιολογηθεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στο Lancet, αναφερόταν πως "η ενσυναίσθησή μας, η ικανότητά μας να οραματιζόμαστε ότι και εμείς θα μπορούσαμε να επηρεαστούμε, ήταν ένα ισχυρό εργαλείο στο οπλοστάσιο της Δημόσιας Υγείας".

Η τεχνολογία Υγείας έχει χρησιμοποιηθεί για τον έλεγχο της πανδημίας. Για παράδειγμα, η επικοινωνία εξ αποστάσεως έχει χρησιμοποιηθεί εκτενώς. Ωστόσο, αυτό είναι επίσης μια πρόκληση, καθώς δεν έχουν όλοι οι επαγγελματίες Υγείας επαρκή ψηφιακό γραμματισμό, ενώ δεν έχουν όλοι πρόσβαση στις νέες τεχνολογίες.

Σε πρόσφατο άρθρο (Williams και Tsiligianni) αναφέρεται πως οι πληροφορίες και η τεχνολογία στην Υγεία πρέπει να ακολουθούν τους κανόνες δικαιοσύνης.

Εμβολιασμός

Σύμφωνα με τους συντάκτες της ανάλυσης, ο μεγάλος δισταγμός για τον εμβολιασμό κατά της COVID-19, που παρατηρήθηκε κατά τη δεύτερη περίοδο, απαιτεί μια αποτελεσματική επικοινωνιακή στρατηγική για την ανάκαμψη από την πανδημία, βασισμένη σε έγκυρα στοιχεία και με ευθυγραμμισμένα μηνύματα σε όλες τις κοινότητες, ακόμη και διασυνοριακά.

Μια τέτοια στρατηγική πρέπει να εμπλέκει και να εμπλέκει τους ενδιαφερόμενους φορείς και τους ηγέτες της κοινότητας. Η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας φαίνεται να είναι το κατάλληλο έδαφος για την επίτευξή του και υπάρχουν αρκετά θετικά παραδείγματα από την Κρήτη ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως βέλτιστες πρακτικές.

Προς αυτή την κατεύθυνση, οι γενικοί γιατροί GP/FP και οι επαγγελματίες Υγείας πρέπει να διαθέτουν δεξιότητες επικοινωνίας κινδύνου και να είναι σε θέση να παρέχουν κατάλληλη διαχείριση με βάση ορθολογικές προσεγγίσεις και σαφή κατανόηση των αντιλήψεων κινδύνου των ανθρώπων.

Σύμφωνα με μια πρόσφατη δημοσίευση, η αντίληψη κινδύνου, τα κίνητρα και η παιδεία για την Υγεία, όλοι οι σημαντικοί παράγοντες πρόβλεψης της συμπεριφοράς αναζήτησης υγείας και της τήρησης μέτρων, έπρεπε να αντιμετωπιστούν.

Τέλος, ο εμβολιασμός παιδιών και εφήβων στην τρίτη περίοδο αναδεικνύει τη σημασία του ρόλου της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας, με γνώμονα την οικογένεια και υπογραμμίζει τις ανάγκες περαιτέρω εκπαίδευσης των ιατρών/γιατρών στον τομέα της παιδικής μέριμνας.

Συμπέρασμα

Καταλήγοντας το άρθρο τους, οι επιστήμονες υπογραμμίζουν πως η πανδημία έχει θέσει υπό πίεση τα συστήματα Υγείας και έχει οδηγήσει στη θέσπιση έκτακτων, εάν χρειαστεί, μέτρων στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο.

Οι ηλικιωμένοι και οι ασθενείς με προϋπάρχουσες παθήσεις και, γενικά, με ευπάθεια, διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο μόλυνσης και χειρότερη έκβαση. Η ολοκληρωμένη περίθαλψη μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση των προκλήσεων της Δημόσιας Υγείας που έφερε στο προσκήνιο η πανδημία και αρκετές απαντήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, συμπεριλαμβανομένων των προσεγγίσεων ολοκληρωμένης φροντίδας, μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τα συστήματα Υγείας.

Η επανεξέταση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και της φροντίδας των ηλικιωμένων και ευάλωτων ατόμων στο πλαίσιο της Δημόσιας Υγείας, είναι γνωστό ότι είναι απαραίτητη για τις μη μεταδοτικές ασθένειες. Οι προκαταρκτικές παρατηρήσεις δείχνουν ότι αυτό ισχύει και για την COVID-19. Ο γενικός γιατρός θα πρέπει να προσεγγίζει τα άτομα και τις οικογένειες, λαμβάνοντας υπόψη τους βιολογικούς, περιβαλλοντικούς, κοινωνικούς και ψυχολογικούς καθοριστικούς παράγοντες της υγείας τους.

Όπως αναφέρουν, η ενίσχυση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας είναι το βασικό μήνυμα μιας πρόσφατης έκθεσης του ΟΟΣΑ. Η Ελλάδα θα πρέπει επειγόντως να επενδύσει σε αυτή, με προσανατολισμό στην κοινότητα και την οικογένεια ως βασική προτεραιότητα για να διασφαλίσει ένα ανθεκτικό σύστημα Υγείας, αυξημένη ετοιμότητα και βελτιωμένη ανταπόκριση.

Θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένα σημαντικό βήμα προς τον στρατηγικό και τεκμηριωμένο σχεδιασμό για να ξεπεραστεί η διστακτικότητα και να βελτιωθεί η ανάπτυξη του εμβολιασμού όσον αφορά την αποτελεσματικότητα και την αποτελεσματικότητα, βελτιώνοντας τη συνολική υιοθέτησή του μεταξύ των πληθυσμιακών ομάδων στην Ελλάδα.

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Οι γυναίκες ιατροί περιθάλπουν καλύτερα τις γυναίκες ασθενείς [μελέτη]
Πώς σχετίζεται το ασβέστιο στο πρωινό ή στο δείπνο με τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου [μελέτη]
Η κλιματική αλλαγή απειλεί την υγεία του 70% των εργαζομένων παγκοσμίως