Αυξήθηκε το προσδόκιμο επιβίωσης των Ελλήνων, το οποίο έφτασε τα 77 έτη για τους άνδρες και τα 82 για τις γυναίκες.

Σύμφωνα με στοιχεία από 52 χώρες (συμπεριλαμβανομένης της Ελλαδας) το 40-59% της συνολικής αύξησης του προσδόκιμου επιβίωσης αποδίδεται στην κυκλοφορία νέων φαρμάκων και κυρίως στην πρόοδο, στη θεραπεία και πρόληψη των καρδιαγγειακών νοσημάτων και του καρκίνου.

Αν και η αύξηση της επιβίωσης αποτελεί το ισχυρότερο μέτρο αποτελεσματικότητας μιας θεραπευτικής παρέμβασης η συμβολή των νέων φαρμάκων στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών πρέπει πάντα να συνυπολογίζεται, όπως αναφέρθηκε σε ενημερωτική συνάντηση για την πολιτική φαρμάκου στην Ελλάδα.

Ενδεικτικά αναφέρονται ορισμένα παραδείγματα για τα παραπάνω:

Η στεφανιαία θνησιμότητα έχει μειωθεί την τελευταία δεκαετία ως και 30% λόγω της χρήσης νέων φαρμάκων και θεραπευτικών παρεμβάσεων, όμως τα καρδιαγγειακά νοσήματα παραμένουν η κύρια αιτία θανάτου (55% της συνολικής θνησιμότητας) και οι καρδιαγγειακοί παράγοντες κινδύνου διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα στην Ελλάδα υποδηλώνοντας ότι υπάρχει ακόμα σημαντική ανάγκη για φαρμακευτική καινοτομία και εντατικοποιημένη θεραπευτική παρέμβαση

Την τελευταία 20ετία η συχνότητα εμφάνισης νεοπλασιών έχει σχεδόν διπλασιαστεί αλλά η θνησιμότητα από καρκίνο παραμένει σταθερή στο 24% περίπου των συνολικών θανάτων, εξ αιτίας των πρόσφατων θεραπευτικών εξελίξεων στην ογκολογία που αυξάνουν την επιβίωση των καρκινοπαθών.

Στα λοιμώδη νοσήματα νέες φαρμακευτικές αλλά και προληπτικές παρεμβάσεις όπως οι εμβολιασμοί έχουν μειώσει τη θνητότητα και τη νοσηρότητα, ενώ μια πληθώρα σπάνιων αλλά σοβαρών νοσημάτων (orphan diseases) αντιμετωπίζονται σήμερα με θεαματικά αποτελέσματα χάρη σε καινοτόμα φάρμακα που αναπτύχθηκαν την τελευταία δεκαετία.

Σε νοσήματα που προκαλούν σοβαρή αναπηρία και έκπτωση της ποιότητας ζωής όπως οι αρθρίτιδες, οι καινοτόμες θεραπείες (νεώτερα αντιφλεγμονώδη και βιολογικοί παράγοντες) προσφέρουν ανακούφιση από συμπτώματα και καθυστερούν την εξέλιξη της νόσου, ενώ σε νοσήματα όπως η σχιζοφρένεια τα νέα φάρμακα με τις μειωμένες ανεπιθύμητες ενέργειες διευκολύνουν την κοινωνική επανένταξη των ασθενών και την από-ϊδρυματοποίηση.

Τα δεδομένα και από την Ελλάδα δείχνουν πως η φαρμακευτική καινοτομία έχει σημαντική επίδραση στη δημόσια υγεία και μπορεί να βελτιώσει περαιτέρω το προσδόκιμο ζωής των Ελλήνων μέσω διαφόρων μηχανισμών: αποτελεσματικής πρόληψης νοσημάτων, επιβράδυνσης της εξέλιξης νοσημάτων, αναστολής ή και υποστροφής των οργανικών βλαβών, διαθεσιμότητας πολλαπλών θεραπευτικών επιλογών, μειωμένων ανεπιθύμητων ενεργειών, βελτίωσης της ποιότητας ζωής και αποκατάστασης κοινωνικής λειτουργικότητας, και αυξημένης επιβίωσης.

Η εξασφάλιση έγκαιρης πρόσβαση των Ελλήνων ασθενών στη διαρκώς εξελισσόμενη φαρμακευτική καινοτομία σε συνδυασμό με την εφαρμογή πολιτικών υγείας προσανατολισμένων στην πρόληψη, αποτελούν προϋποθέσεις για τη συνεχή βελτίωση του επιπέδου υγείας του Ελληνικού πληθυσμού.

Ο οποιοσδήποτε περιορισμός στην υιοθέτηση των καινοτόμων θεραπειών από το σύστημα υγείας για λόγους άμεσου κόστους πρέπει να συνεκτιμήσει τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα οικονομικά οφέλη που προκύπτουν από τη μειωμένη χρήση υπηρεσιών υγείας λόγω καλύτερου ελέγχου ή πρόληψης των νοσημάτων.

Επίσης η γνώμη και οι ανάγκες των ασθενών για πρόσβαση σε νέες θεραπείες πρέπει να συνυπολογίζονται, ειδικά σε μια χώρα σαν την Ελλάδα που παραδοσιακά εμφανίζει υψηλό ποσοστό συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα στις δαπάνες για την Υγεία.

Τέλος δεν πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι η χρηματοδότηση της φαρμακευτικής καινοτομίας από ένα σύστημα υγείας αποτελεί σημαντικό μοχλό ανάπτυξης μέσω της έρευνας και εξειδικευμένης τεχνογνωσίας που τη συνοδεύει και επανεπενδύεται στη χώρα.

Εξελίξεις

Eξαιτίας των δημογραφικών και τεχνολογικών εξελίξεων, το κόστος παροχής υπηρεσιών Υγείας τείνει συνεχώς να αυξάνεται. Το γεγονός αυτό, δυσχεραίνει τη χάραξη υγειονομικής πολιτικής και τη βιωσιμότητα του συστήματος σε ένα περιβάλλον με αυξανόμενα ελλείμματα στους δημόσιους προϋπολογισμούς και ανταγωνιστικές πιέσεις για προσέλκυση πόρων από τομείς όπως ο ασφαλιστικός, ανέφερε ο καθηγητής στην Εθνική Σχολή Δημοσιας Υγείας Νίκος Μανιαδάκης.

Η τεχνολογία Υγείας, ωστόσο, συμβάλλει σημαντικά στην αναβάθμιση των παρεχομένων υπηρεσιών και στη βελτίωση των υγειονομικών αποτελεσμάτων και την ποιότητα ζωής των ασθενών. Παράλληλα συμβάλει και στην αύξηση των δαπανών υγείας, διότι έχει σημαντικό κόστος ανάπτυξης, κτίσης και χρήσης.

Τα παραπάνω δημιουργούν ένα περιβάλλον με σημαντικές προκλήσεις για όλους τους εμπλεκόμενους παράγοντες: Από τη μια πλευρά, είναι απαραίτητο να βελτιώνεται συνεχώς και να γίνεται αποτελεσματικότερη και ισότιμη η πρόσβαση σε νέες καινοτόμες τεχνολογίες ωφέλιμες για τους ασθενείς, την κοινωνία και το υγειονομικό και ασφαλιστικό σύστημα.

Από την άλλη, είναι σημαντικό να αναπτυχθούν μεθοδολογίες που θα οδηγήσουν στη διαχείριση του κόστους, στην αύξηση της αποδοτικότητας από τη διαχείριση του συστήματος υγείας και των πόρων που διατίθενται σε αυτό.

Η δημόσια δαπάνη για υπηρεσίες υγείας και για φάρμακο είναι συνάρτηση της τιμής, του ποσοστού αποζημίωσης ή ασφαλιστικής κάλυψης και των ποσοτήτων που καταναλώνονται. Οι τρεις αυτοί παράγοντες απαιτούν συνολική και συντονισμένη αντιμετώπιση προκειμένου να υπάρξει ορθή και αποτελεσματική υγειονομική και φαρμακευτική πολιτική.

Ένα εργαλείο που χρησιμοποιείται τα τελευταία χρόνια προς την άνω κατεύθυνση είναι η Αξιολόγηση της Τεχνολογίας Υγείας (Health Technology Assessment) μέρος της οποίας είναι η οικονομική αξιολόγηση (Economic Evaluation).

Η συντριπτική πλειοψηφία των ευρωπαϊκών χωρών διαθέτει οργανισμούς και διαδικασίες που επικεντρώνονται στην παραπάνω προσέγγιση στην επίτευξη του διπλού στόχου (κλινική αποτελεσματικότητα – οικονομική αποδοτικότητα). Είναι καιρός να συζητηθεί το θέμα αυτό και στην Ελλάδα, προκειμένου να διερευνηθούν τα πιθανά οφέλη για το υγειονομικό και ασφαλιστικό σύστημα.

Δαπάνη

Για το πολυσυζητημένο θέμα της φαρμακευτικής δαπάνης, αξίζει να σημειωθεί ότι η ετήσια δημόσια φαρμακευτική δαπάνη αποτελεί το 20% των συνολικών δαπανών Υγείας. Επίσης υπάρχει σύγχυση μεταξύ των πωλήσεων των φαρμάκων και της δημόσιας δαπάνης σε φάρμακα.

Συνήθως, οι πωλήσεις των φαρμάκων συμπεριλαμβάνουν πωλήσεις σε ιδιώτες, παράλληλο εμπόριο, επίσημες εξαγωγές και επίσης πωλήσεις σε Νοσοκομεία τα οποία όμως υπολογίζονται ξανά στη Νοσοκομειακή δαπάνη.

Γι' αυτό το εκάστοτε ύψος της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης έχει σωστά χαρακτηριστεί ως 'μόνο η κορυφή του παγόβουνου' των συνολικών δαπανών υγείας. Είναι κοινά αποδεκτό ότι τα φαινόμενα παραοικονομίας και σπατάλης εμφανίζονται και στις άλλες μορφές περίθαλψης (νοσοκομειακή περίθαλψη, διαγνωστικές εξετάσεις) και λόγω του μεγέθους της, η πολιτεία μπορεί να εξοικονομήσει τετραπλάσια από ότι στο χώρο των φαρμάκων.

Ως εκ τούτου, η επικέντρωση στη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη δεν προσφέρει εξηγήσεις για την συνολική τάση και δεν μπορεί να οδηγήσει σε λειτουργικές λύσεις, αφού η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη μοιάζει να είναι το δέντρο στο δάσος των δαπανών υγείας.

Και θεσμικά μέσω του Συνδέσμου (ΣΦΕΕ) έχει επισημανθεί η ανάγκη λήψης μέτρων και έχουν προταθεί μέτρα για την αντιμετώπιση της 'εικονικής συνταγογράφησης' και του εμπορίου των ταινιών γνησιότητας, που προέρχονται από τα εξαγόμενα φάρμακα.

Δυναμική του Φαρμακευτικού κλάδου

Ο κλάδος του φαρμάκου αποτελεί έναν από τους υγιέστερους και δυναμικότερους κλάδους της οικονομίας, με σημαντική συμβολή στην αύξηση της απασχόλησης και την ενίσχυση της εθνικής οικονομίας. Συμβάλλει σημαντικά στην απασχόληση με περισσότερους από 13.500 εργαζόμενους.


Σύμφωνα με έρευνα του Παρατηρητηρίου Οικονομικών της Υγείας του ΙΟΒΕ, η απασχόληση αυξάνεται ετησίως κατά 4,8%. Ο Δείκτης Μέσης Ετήσιας Απασχόλησης, παρουσιάζει ανοδική πορεία, ένδειξη της δυναμικής του κλάδου. Συγκεκριμένα, κατά την πενταετία 2002-2007, η απασχόληση αυξήθηκε κατά 27%.

Είναι προφανές ότι η απασχόληση στον κλάδο του φαρμάκου είναι εξαιρετικά ανοδική, ενώ σε άλλους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας μειώνεται ή παραμένει στάσιμη.

Η φαρμακοβιομηχανία στη χώρα μας αποτελεί έναν από τους δυναμικότερους κλάδους απασχόλησης υψηλού επιπέδου νέων επιστημόνων με μεταπτυχιακές σπουδές οι οποίοι εισάγουν στη χώρα εξειδικευμένη τεχνογνωσία.

Παράλληλα, η απασχόληση στον κλάδο του φαρμάκου παρέχει δια βίου εκπαίδευση και αποτελεί φυτώριο ανέλιξης των επιστημόνων στην κορυφή της ιεραρχίας.

Λίστα

Σύμφωνα με τις θέσεις του ΣΦΕΕ η χρήση της 'λίστας' θα είχε σημασία μόνο εάν ήταν συνδεδεμένη με την εφαρμογή θεραπευτικών πρωτοκόλλων. Δεν είναι άμεσης απόδοσης μέτρο, αντίθετα μακροπρόθεσμα μπορεί να αυξήσει τη φαρμακευτική δαπάνη γιατί νομιμοποιεί τη χρήση των ακριβότερων σκευασμάτων.

Με τον όρο 'λίστα' θα έπρεπε να εννοούμε το σύνολο των εγκεκριμένων φαρμάκων από τον ΕΜΕΑ και τον ΕΟΦ, τα οποία φυσικά θα πρέπει να συνοδεύονται από σύγχρονο, ηλεκτρονικό μηχανισμό ελέγχου συνταγογραφίας και σχολαστικής εφαρμογής των εγκεκριμένων οδηγιών και σε συνδυασμό με αρνητική λίστα που θα περιέχει τα ΜΥΣΥΦΑ (OTC).

Οι οποιεσδήποτε άλλες θεωρήσεις (επιτροπές λίστας κλπ) θα δημιουργήσουν στρεβλώσεις στη λειτουργία του συστήματος και προσκόμματα στην ελεύθερη πρόσβαση των ασθενών στα φάρμακα. Τέλος η εφαρμογή της λίστας δεν επηρεάζει στο ελάχιστο την ανεξέλεγκτη αύξηση των υπολοίπων δαπανών υγείας που αποτελούν το 80% του συνόλου.

Για τον εξορθολογισμό των δαπανών Υγείας, η μηχανοργάνωση και ο τεχνολογικός εκσυγχρονισμός, είναι η μοναδική αποτελεσματική και ασφαλής επιλογή. Σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία, η ολοκληρωμένη μηχανοργάνωση του συστήματος Υγείας μπορεί να οδηγήσει σε βάθος χρόνου σε συνολική εξοικονόμηση στον κρατικό προϋπολογισμό έως 2 δισ.

ευρώ ετησίως.

Δεν είναι δημοφιλής η 'λίστα'

Μη δημοφιλής στην ελληνική κοινή γνώμη είναι η εφαρμογή της 'λίστας' συνταγογραφούμενων φαρμάκων. Τρεις στους πέντε Έλληνες δηλώνουν ότι προτιμούν τον ελεύθερο τρόπο συνταγογράφησης ενώ μόλις ένας στους τέσσερις δίνει… ψήφο προτίμησης στη 'λίστα'.

Οι Έλληνες εμφανίζουν πολύ υψηλά ποσοστά ικανοποίησης από την ποιότητα των φαρμάκων, ενώ οι περισσότεροι εκτιμούν ότι η σπατάλη στο σύστημα Υγείας προκαλείται κυρίως από τα αναλώσιμα υλικά των νοσοκομείων και τις αμοιβές των γιατρών.

Τα συμπεράσματα αυτά προκύπτουν, μεταξύ άλλων, από πανελλαδική έρευνα που διεξήγαγε η εταιρεία ALCO, για λογαριασμό της Pfizer, σε δείγμα 1.000 Ελλήνων ηλικίας άνω των 18 ετών, σε ολόκληρη τη χώρα.

Βάσει της μελέτης, τα υψηλότερα ποσοστά ικανοποίησης από τους τομείς της Υγείας εμφανίζονται στην ποιότητα των φαρμάκων (60,5%) και στο επιστημονικό επίπεδο (56,5%) των εργαζομένων στο χώρο της υγείας. Η πλέον αρνητική εικόνα είναι για το επίπεδο παροχής υπηρεσιών Υγείας με το 66,4% των ερωτηθέντων να δηλώνουν ότι δεν είναι ικανοποιημένοι.

Το ποσοστό ικανοποίησης από τα φάρμακα ήταν το υψηλότερο από τις άλλες παραμέτρους που μετρήθηκαν και σε συνδυασμό με το χαμηλότερο ποσοστό των αρνητικών απόψεων, καταδεικνύει την εμπιστοσύνη με την οποία το φάρμακο περιβάλλεται στη χώρα μας.

Στο ερώτημα τι – κατά την εκτίμησή τους – προκαλεί τη μεγαλύτερη σπατάλη στην Υγεία, το 24,3% απαντούν τα υλικά και αναλώσιμα των νοσοκομείων, το 21,6% οι αμοιβές των γιατρών, το 20% τα φάρμακα, το 16% οι εξετάσεις, το 7,8% η νοσοκομειακή περίθαλψη και το 7,6% ο εξοπλισμός.

Για τον περιορισμό της σπατάλης, οι τρεις στους πέντε (62,3%) εκτιμούν ότι πρέπει να σταματήσουν οι αχρείαστες δαπάνες και μόλις το 4,3% να καθιερωθεί η 'λίστα'.

Σε περίπτωση πάντως εφαρμογής της 'λίστας',οι Έλληνες στη συντριπτική τους πλειοψηφία θεωρούν ως κύρια χαρακτηριστικά για την ένταξη ενός φαρμάκου στη λίστα, την αποτελεσματικότητα και την καινοτομία αυτού. Αντίθετα μόλις το 2,9% των ερωτηθέντων θεωρεί ως βασικό κριτήριο για τη λίστα την τιμή του φαρμάκου.

Επιπλέον Πληροφορίες

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Μελομακάρονα και κουραμπιέδες, θερμίδες και ισορροπία!
Καρδιακή προσβολή στις γιορτές: Γιατί είναι τόσο συχνή;
Συμβουλές για γιορτές με υγεία