Δραστική μείωση στην απόδοση κερδών από την παραγωγή νέων προϊόντων υφίσταται η φαρμακευτική βιομηχανία, καθώς οι επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη νέων προϊόντων αντιμετωπίζουν τώρα το πρόβλημα έλλειψης ιδεών που θα οδηγήσουν σε νέα σκευάσματα.

Στη διαπίστωση αυτή καταλήγει μελέτη της αμερικανικής εταιρίας ερευνών SSR Health, η οποία επισημαίνει την ανυπαρξία κοινού ορισμού για την παραγωγικότητα στην Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε & Α), άρα δεν είναι δυνατόν να μετρηθεί ή να διαχειριστεί η απόδοση.
Λαμβάνοντας ως εισροές τις δαπάνες για Ε & Α και ως εκροές καινοτομίας, την επίτευξη ηγετικής θέσης σε στοχευμένες περιοχές έρευνας και τα κέρδη, η μελέτη παρατηρεί τις 22 φαρμακευτικές με τις μεγαλύτερες δαπάνες Ε&Α, στις εξής παραμέτρους:
1 ) οικονομικά οφέλη για δαπάνες Ε & Α ( η σχέση μεταξύ δαπανών Ε & Α – κερδών),
2 ) το ποσό καινοτομίας που παράγεται ανά δολάριο δαπανών Ε & Α ( η απόδοση καινοτομίας έναντι των δαπανών Ε & Α),
3 ) η μέση ποιότητα της καινοτομίας ,
4 ) η ικανότητα επίτευξης ηγετικής θέσης των εταιριών στα ερευνητικά προγράμματά τους και
5 ) η δυνατότητα των εταιριών να προχωρούν σε αδειοδότηση προϊόντων.

Μείωση απόδοσης

Στη σχετική μελέτη διαπιστώνεται ότι ο ρυθμός με τον οποίο οι εταιρείες παράγουν κέρδη τώρα από παρελθόντα προγράμματα Ε & Α έχει μειωθεί κατά περίπου 75%, τα τελευταία 25 χρόνια, σε βαθμό που η απόδοση των δαπανών Ε & Α είναι ήδη ή σύντομα θα αναχθούν χαμηλότερα από το κόστος κεφαλαίου των επιχειρήσεων. Ο μειούμενος ρυθμός με τον οποίο οι εταιρείες μετατρέπουν τις δαπάνες Ε & Α σε κέρδη, μειώνεται ανάλογα με το ρυθμό που οι δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης μετατρέπονται σε νέες ιδέες, καθώς αποδεικνύεται εξαιρετικά δύσκολο να δημιουργηθεί τώρα πια μια καινούρια ιδέα απ΄ότι παλαιότερα.

Για παράδειγμα, το 1979 οι δαπάνες για Ε & Α επέστρεψαν κέρδη της τάξης του 15,1% το 1988. Ωστόσο, 25 χρόνια αργότερα, οι δαπάνες Ε & Α του 2004 επέστρεψαν κέρδη της τάξης μόλις 3,7% το 2013, προκαλώντας μια πτώση της τάξης του 75%.

Μείωση παραγωγικότητας

Οι μισές περίπου περιπτώσεις όπου απέδωσαν σημαντιά οφέλη οι δαπάνες Ε & Α στις ΗΠΑ, αφορούν οφέλη τιμολόγησης σε μικρά φαρμακευτικά μόρια. Καθώς όμως επικρατεί πτωτική τάση στις τιμές θα επιταχυνθούν και οι απώλειες παραγωγικότητας Ε&Α.
Αυτό το σημείο δεν φαίνεται να το έχουν αντιληφθεί οι διοικήσεις των εταιριών, διαφορετικά θα υπήρχε μεγαλύτερη «αίσθηση του επείγοντος» σε ότι αφορά τη σχέση μεταξύ τιμολόγησης και παραγωγικότητας Ε&Α.

Πού χάνεται η παραγωγικότητα στην αλυσίδα ανακάλυψη – ανάπτυξη - παραγωγή – πώληση; Φταίνε οι λιγότερες επιστημονικές ιδέες ανα δολάριο επένδυσης ή οι υποστηρικτικές λειτουργίες για παραγωγή και πωλήσεις απορροφούν περισσότερους πόρους;
Η σωστή απάντηση είναι η πρώτη.

Κι αυτό γιατί κατ΄ αρχήν η παραγωγή καινοτομίας βάσει των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας έχει μειωθεί κατά 57% την τελευταία 25ετία, και πιθανότατα από αυτό να εξηγείται και η πτώση κατά 75% της απόδοσης των δαπανών Ε&Α το αντίστοιχο διάστημα.

Δευτερευόντως, δημιουργώντας μια συγκεντρωτική κατάσταση αποτελεσμάτων από τις 22 υπό μελέτη εταιρείες, διαπιστώνεται αύξηση της Ε&Α ως ποσοστό επί των πωλήσεων (και συνεπώς και ως ποσοστό εσόδων ), ενώ η παραγωγή και οι πωλήσεις έχουν μειωθεί ως ποσοστό επί των πωλήσεων. Έτσι, το ποσό της τρέχουσας δαπάνης Ε & Α που απαιτείται για τη δημιουργία ενός δολαρίου πωλήσεων έχει αυξηθεί, ενώ οι δαπάνες παραγωγής και πωλήσεων για την υποστήριξη ενός δολαρίου πωλήσεων, έχουν μειωθεί.
Δηλαδή, η παραγωγικότητα της έρευνας και ανάπτυξης έχει μειωθεί , ενώ η παραγωγικότητα της παρασκευής και των πωλήσεων έχει αυξηθεί.

Οι αιτίες

Οι κυριότερες αιτίες μείωσης της παραγωγικότητας είναι σύμφωνα με τη μελέτη οι εξής:

  • Η παραγωγικότητα των μεγαλύτερων επιχειρήσεων είναι γενικά πολύ κάτω από την παραγωγικότητα των μικρότερων επιχειρήσεων , συνήθως λόγω γραφειοκρατίας και κατανομής της εξουσίας αν και αυτό δεν συμβαίνει πάντα.
  • Ο πειρασμός ανάπτυξης των ιδίων ανακαλύψεων αποδεικνύεται πολλές φορές συντριπτικός, οδηγώντας σε σημαντικές απώλειες παραγωγικότητας, λόγω έλλειψης ανταγωνιστικότητας.
  • Αντί να επενδύουν όταν αναδεικνύονται ελκυστικές ευκαιρίες, οι εταιρείες διατηρούν σταθερές τις δαπάνες Ε & Α, ως ποσοστό των εσόδων, με αποτέλεσμα να υπερεπενδύουν ή να υποεπενδύουν σε σχέση με τις ευκαιρίες της αγοράς, παράμετροι όμως που οδηγούν και οι δύο, σε χαμηλότερη παραγωγικότητα.
  • Οι εταιρείες τείνουν να αγνοούν βασικές τεχνικές διαχείρισης χαρτοφυλακίου που αποτελούν προϋπόθεση σε άλλους κλάδους ( π.χ. διαχείριση περιουσιακών στοιχείων , ενέργειας , φιλμ) . Ως αποτέλεσμα, ο αριθμός των μελετών σε εξέλιξη είναι ανεπαρκής για την παραγωγή μιας σταθερής ροής προϊόντων, ενώ ταυτόχρονα οι εταιρείες αναλαμβάνουν πολύ μεγάλο κίνδυνο έναντι της αναμενόμενης απόδοσης των δαπανών για Ε & Α.

    Η σειρά κατάταξης

    Σύμφωνα με τη μελέτη, την πρώτη θέση από πλευράς απόδοσης του προγράμματος Ε&Α, καταλαμβάνει η Bristol Myers Squibb και ακολουθούν οι Celgene, Vertex, Gilead. Την Πέμπτη θέση κατέχουν από κοινού η Allergan και Roche, στην 7η θέση βρίσκεται η Amgen και ακολουθεί η Johnson & Johnson. Την 9η θέση μοιράζονται οι Novo Nordisk, AbbVie, Pfizer, τη 12η οι AstraZeneka, Βiogen, Shire. Στη 15η θέση βρίσκεται η Sanofi, στη 16η η Merck, και ακολουθούν οι GlaxoSmithKline, Novartis, Regeneron, Bayer, Eli Lilly και Alexion.

ANNA ΠΑΠΑΔΟΜΑΡΚΑΚΗ

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Η μοναξιά αυξάνει τον κίνδυνο θνητότητας σε επιζώντες από καρκίνο
CoViD-19: Συχνότερη η απώλεια όσφρησης μετά από μόλυνση με παραλλαγή Άλφα
Κεθεά Ήπειρος: Πρόγραμμα κατάρτισης ‘’Αρωματικά-Φαρμακευτικά Φυτά’’