Σημαντικά μεγαλύτερη πιθανότητα να εκδηλώσουν ανοσμία έπειτα από λοίμωξη CoViD-19, εμφανίζουν όσοι πάσχουν από υποθυρεοειδισμό.

Η πάθηση, που σχετίζεται με την αδυναμία του θυρεοειδή αδένα να παράγει αρκετή θυρεοειδική ορμόνη, καθιστά πιο εύκολη τη μακροχρόνια βλάβη των αισθητηρίων της όσφρησης.

Αυτό προκύπτει από μελέτη την οποία διεξήγαγε ομάδα επιστημόνων του Πανεπιστημίου της Αθήνας, μεταξύ των οποίων οι καθηγητές Σωτήρης Τσιόδρας, Γεώργιος Τσιβγούλης και ο πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής Πέτρος Σφηκάκης (φωτογραφίες κάτω) και οι: Παρασκευή Φράγκου, Εμμανουήλ Καροφυλάκης, Μαρία Πανέτα, Κωνσταντίνος Παπαθανασίου, Λίνα Παλαιοδήμου, Κωνσταντίνος Ψαρρός, Ματίλντα Παπαθανασίου και Στέφανος Λάχανης (Ιατρόπολις).

Στη μελέτη, η οποία παρατίθεται πιο κάτω, επισημαίνεται πως από την έναρξη της πανδημίας, μία εκθετικά αυξανόμενη ποσότητα δεδομένων καταδεικνύει πως η λοίμωξη με τον νέο κορωνοϊό επηρεάζει - βραχυχρόνια και μακροχρόνια - πολλαπλά όργανα. 

Ο ιός έχει επίπτωση και στη λειτουργία του θυρεοειδούς, καθώς οι ορμόνες του αδένα σχετίζονται με την ανάπτυξη και λειτουργία του συνόλου σχεδόν των ανθρωπίνων κυττάρων, συμπεριλαμβανομένων και των οσφρητικών νευρώνων.

Πρόσφατη μελέτη κατέδειξε μη φυσιολογική λειτουργία του θυρεοειδούς, έπειτα από διαταραχή έκκρισης της ορμόνης TSH, της θυροξίνης fT4 και της fT3. Οι επιστήμονες θεωρούν πως ο SARS - COV 2 θα μπορούσε να προκαλεί άμεσα μία ιογενή θυρεοειδίτιδα. Κατέληξαν στο συμπέρασμα πως ενδέχεται να υπάρχει άμεση σχέση του νέου κορωνοϊού με τη λειτουργία του θυρεοειδούς, οδηγώντας σε επιδείνωση ενός προϋπάρχοντος αυτοάνοσου νοσήματος του αδένα.

Από προηγούμενες μελέτες, ωστόσο, δεν ήταν σαφές εάν η δυσλειτουργία του θυρεοειδούς είναι πιο συχνή σε ασθενείς με συγκεκριμένα κλινικά χαρακτηριστικά, όπως η ανοσμία.

Η ομάδα των Ελλήνων επιστημόνων είχε παρουσιάσει στο παρελθόν μελέτη για τις διαταραχές της όσφρησης σε ασθενείς με CoViD-19. Είχε βρει πως η συχνότητα φυσιολογικής όσφρησης ήταν σαφώς χαμηλότερη σε πάσχοντες, σε σχέση με άτομα που δεν είχαν υποστεί τη λοίμωξη (64% έναντι 23%). Δεν είχαν, όμως, εντοπίσει τους παράγοντες κινδύνου που σχετίζονται με παρατεταμένη οσφρητική δυσλειτουργία και ατροφία των αισθητήρων όσφρησης σε ασθενείς με CoViD-19.

Μελέτη

Στο πλαίσιο αυτό, διεξήγαγαν μία μελέτη, με σκοπό να συγκρίνουν τον επιπολασμό του υποθυρεοειδισμού σε ασθενείς με παρατεταμένη προκαλούμενη από CoViD-19 υποσμία ή ανοσμία για περισσότερες από 40 μέρες, σε σύγκριση με ασθενείς με CoViD-19 χωρίς οσφρητικές διαταραχές (ομάδα ελέγχου). Η μελέτη πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, μεταξύ 22 Μαΐου 2020 και 15 Ιανουαρίου 2021.

Οι συμμετέχοντες έδωσαν τη γραπτή συγκατάθεσή τους, ενώ η λοίμωξη CoViD-19 είχε επιβεβαιωθεί με μοριακό έλεγχο PCR. Η ποιότητα της όσφρησης αξιολογήθηκε με χρήση τριών αρωμάτων (Quick Identity Identification Test). Βαθμονομήθηκε από το 0 έως το 3: ανοσμία, μέτρια - σοβαρή μικροσμία, ήπια μικροσμία και κανονική όσφηση (νορμοσμία).

Αποκλείστηκαν ασθενείς με οσφρητική διαταραχή πριν από την έναρξη αναπνευστικών συμπτωμάτων CoViD-19, όσοι είχαν ιστορικό διαταραχών της κίνησης και όσοι αρνήθηκαν το οσφρητικό τεστ. Οι ασθενείς της ομάδας ελέγχου, είχαν σκορ "3" και δεν ανέφεραν υποκειμενικό συμπτώματα διαταραχών της οσμής.

Αξιολογήθηκαν συνολικά 12 άτομα, μέσης ηλικίας 45 ετών (26 έως 53), με παρατεταμένη ανοσμία ή υποσμία και 24 μάρτυρες (μέση ηλικία 48 ετών).

Οι δύο ομάδες δεν διέφεραν ως προς τα δημογραφικά στοιχεία, τα βασικά χαρακτηριστικά, τη σοβαρότητα της CoViD-19 και τους παράγοντες κινδύνου. Ιστορικό υποθυρεοειδισμού είχε το 50% της πρώτης ομάδας και το 8% της ομάδας ελέγχου. Όλα τα άτομα με υποθυρεοειδισμό (6 στην πρώτη ομάδα και 2 στη δεύτερη), είχαν ιστορικό αυτοάνοσης θυρεοειδίτιδας, που αντιμετωπίζεται με ειδική, από του στόματος αγωγή.

Έπειτα από την αξιολόγηση των παραμέτρων, όπως ηλικία και φύλο, ο υποθυρεοειδισμός κρίθηκε ως ανεξάρτητος παράγοντας για υψηλότερη πιθανότητα επίμονης οσφρητικής δυσλειτουργίας μεταξύ των ασθενών με CoViD-19.

Η επιστημονική ομάδα επισημαίνει πως η μελέτη έχει μία σειρά από περιορισμούς, όπως το μικρό δείγμα και το τεστ ελέγχου όσφρησης. Όπως αναφέρει, σχεδιάσει να χρησιμοποιήσει στο μέλλον μία πιο ισχυρή δοκιμή 40 στοιχείων.

Τα προκαταρκτικά ευρήματα - σημειώνει - δεν είναι σε καμία περίπτωση επιβεβαιωτικά, αλλά υποστηρικτικά μίας ενδιαφέρουσας υπόθεσης: ο SARS-CoV 2-προκαλεί δυσλειτουργία της όσφρησης, από μία άμεση ιογενή προσβολή του οσφρητικού νεύρο και του θυρεοειδή αδένα.

Η αργή ανάκτηση της όσφρησης μπορεί να οφείλεται στην ιογενή δυσλειτουργία του θυρεοειδούς, η οποία ενδέχεται να περιορίζει την ωρίμανση και αναγέννηση των οσφρητικών κυττάρων, ειδικά σε ασθενείς με ιστορικό δυσλειτουργίας του θυρεοειδούς.

Υποθυρεοειδισμός

Ο υποθυρεοειδισμός είναι μία κατάσταση, στην οποία ο θυρεοειδής αδένας δεν παράγει αρκετή θυρεοειδική ορμόνη.

Ως πιο κοινή αιτία αναφέρεται η έλλειψη ιωδίου, αλλά μπορεί να προκαλείται από πολλούς άλλους παράγοντες. Μπορεί να προκύψει από την κακή λειτουργία του αδένα ή την μερική ή ολική αφαίρεσή του, ως αυτοάνοσο νόσημα ή από προσβολή και καταστροφή του αδένα από ραδιενεργό ιώδιο-131, ενώ μπορεί να σχετίζεται και με αυξημένο άγχος.

Τα επίπεδα της θυρεοειδικής ορμόνης στο αίμα έχουν άμεση επίπτωση στις μεταβολικές λειτουργίες του οργανισμού και τη λειτουργία του συμπαθητικού νευρικού συστήματος, και όταν είναι ελαττωμένα παρουσιάζονται μια σειρά δυσλειτουργίες σε διάφορα συστήματα του οργανισμού. 

Οι πάσχοντες από υποθυρεοειδισμό παραπονούνται συχνά για αυξημένη κόπωση, υπνηλία και νωθρότητα, καταθλιπτική διάθεση, διαταραχές μνήμης, μυϊκούς πόνους και αδυναμία, ήπια αύξηση του σωματικού βάρους, οιδήματα, βραχνάδα στη φωνή, υπερευαισθησία στο κρύο, ξηροδερμία, τριχόπτωση και εύθρυπτα νύχια ή δυσκοιλιότητα.

Στις γυναίκες, ο υποθυρεοειδισμός μπορεί να προκαλέσει διαταραχές του κύκλου, ενώ αποτελεί και αίτιο μειωμένης γονιμότητας. Σε ασθενείς με υποθυρεοειδισμό μπορεί να παρατηρηθεί παράλληλα βραδυκαρδία και αύξηση της χοληστερόλης του αίματος.

Επιπλέον Πληροφορίες

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Πρόγραμμα "Προλαμβάνω": Έρχονται προληπτικές εξετάσεις για καρδιά και παχύ έντερο
Εντοπίστηκαν 50 νέες περιοχές του γονιδιώματος που συνδέονται με κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου στα νεφρά
Πώς να διαχειριστώ τις σκέψεις ότι η ζωή δεν έχει νόημα