Έως και εννέα στους δέκα Έλληνες εμβολιασθέντες κατά της CoViD-19, αναπτύσσουν αντισώματα κατά του ιού μετά την πρώτη δόση του εμβολίου. Το σημαντικό είναι πως αντισώματα αναπτύσσουν - από την πρώτη δόση - τα μισά άτομα άνω των 85 ετών, οι οποίοι αποτελούν την πιο ευάλωτη ομάδα.

Αυτά προκύπτουν, μεταξύ άλλων, από μελέτη του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ). 

Από τα προκαταρκτικά αποτελέσματα της μελέτης, φαίνεται πως ποσοστό άνω του 90% των εμβολιασθέντων, με ηλικία 25 - 67 έτη, παράγει εξουδετερωτικά αντισώματα έναντι του νέου κορωνοϊού (SARS-CoV-2), πριν από τη δεύτερη δόση του εμβολίου των εταιρειών Pfizer/BioNTech.

Το σύνολο σχεδόν των εμβολιασθέντων σε αυτήν την ηλικιακή ομάδα παράγει πολύ υψηλούς τίτλους προστατευτικών εξουδετερωτικών αντισωμάτων μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου. Σε ηλικίες μεγαλύτερες των 85 ετών το ποσοστό των εμβολιασθέντων που παράγουν εξουδετερωτικα αντισώματα έναντι του ιού, πριν από τη δεύτερη δόση, ανέρχεται σε 45%.

Η ανοσία που παρέχουν τα εμβόλια έναντι του ιού και η διάρκειά της, αποτελούν ένα σημαντικό ερευνητικό ερώτημα παγκοσμίως. Στη χώρα μας, μέχρι στιγμής εμβολιάζονται υγειονομικοί και άτομα άνω των 70 ετών με το εμβόλιο BNT162b2 (ComirnatyTM) των εταιρειών Pfizer/BioNTech, ενώ ξεκίνησαν και εμβολιασμοί με το εμβόλιο της AstraZeneca για ηλικιακές ομάδες 60 - 64 έτη.

Η Θεραπευτική Κλινική της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ διεξάγει μελέτη της κινητικής των αντισωμάτων έναντι του SARS-CoV-2 σε εθελοντές που λαμβάνουν τα συγκεκριμένα εμβόλια. Η μελέτη θα εξελιχθεί σε βάθος 18 μηνών, προκειμένου να καθορισθεί τόσο ο βαθμός όσο και η διάρκεια της παρεχόμενης ανοσίας.

Αντισώματα

Αξιολογούνται, συνδυαστικά, η παραγωγή τόσο εξουδετερωτικών αντισωμάτων (πρόκειται για αντισώματα τα οποία "εξουδετερώνουν" τον ιό), όσο επιπλέον και αντισωμάτων έναντι της περιοχής RBD της πρωτεϊνης ακίδας, μέσω της οποίας ο ιός επιμολύνει τα ανθρώπινα κύτταρα και προκαλεί τη νόσο COVID-19.

Ο πληθυσμός της μελέτης περιλαμβάνει αρχικά εθελοντές υγειονομικούς και άτομα άνω των 80 ετών. Στη συνέχεια, θα μελετηθούν άτομα 70 - 79 ετών, καθώς και ασθενείς με αιματολογικές κακοήθεις και συμπαγείς όγκους σε διάφορα στάδια της θεραπείας τους.

Στο πλαίσιο της μελέτης πέρα από την παραγωγή αντισωμάτων θα καταγραφούν, επίσης, οι κυτταρικοί υποπληθυσμοί λεμφοκυττάρων, ώστε να μελετηθεί η διατήρηση των κυττάρων μνήμης (κυτταρική ανοσία) εναντίον του ιού σε βάθος χρόνου, καθώς και κυτταροκίνες φλεγμονής.

Οι μετρήσεις των αντισωμάτων γίνονται με εμπορικά διαθέσιμες τεχνολογίες που έχουν εγκριθεί από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ. Η έρευνα αυτή υποστηρίζεται μερικώς από τη ΣΥΝ-ΕΝΩΣΙΣ και την AEGEAS.

Η μελέτη ξεκίνησε με τους υγειονομικούς (25 - 67 ετών) και τα μέλη της κοινότητας άνω των 80 ετών που εμβολιάζονται στο νοσοκομείο "Αλεξάνδρα". Κύριοι ερευνητές είναι ο Θάνος Δημόπουλος (πρύτανης του ΕΚΠΑ) και Ευάγγελος Τέρπος (καθηγητής Αιματολογίας του ΕΚΠΑ), οι οποίοι συνοψίζουν τα προκαταρκτικά αποτελέσματα ανά ηλικιακή ομάδα.

Θετικοί

Στη μελέτη μέχρι τώρα έχουν ενταχθεί 361 υγιείς δότες (με ηλικιακή διαστρωμάτωση) ως εξής: 249 υγειονομικοί ηλικίας 25 - 67 ετών και 112 άτομα άνω των 80 ετών. Από αυτούς βρέθηκαν ~9% θετικοί σε εξουδετερωτικά αντισώματα (δηλαδή είχαν προηγούμενα εκτεθεί στον ιό), ήδη κατά την ημέρα του πρώτου εμβολιασμού.

Από τους υγειονομικούς οι οποίοι ήταν αρνητικοί σε αντισώματα με την ένταξη τους στη μελέτη, πάνω από 90% ανέπτυξαν εξουδετερωτικά αντισώματα την ημέρα 22, δηλαδή πριν τη δεύτερη δόση του εμβολίου.

Δύο εβδομάδες μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου, όλοι οι εθελοντές υγειονομικοί (έχουν μέχρι τώρα μετρηθεί 239 άτομα) βρέθηκαν να είναι θετικοί με πολύ υψηλούς τίτλους εξουδετερωτικών αντισωμάτων που υπερβαίνουν κατά πολύ (πλην ενός) το όριο του ποσοστού 50%. Σύμφωνα με τις δημοσιευμένες μελέτες του εμβολίου BNT162b2, αυτό δείχνει υψηλή προστασία έναντι του ιού.

Η συντριπτική πλειοψηφία των εμβολιασθέντων αυτής της ηλικιακής ομάδας είχαν τίτλους εξουδετερωτικών αντισωμάτων άνω του 90%. Παρόμοια ευρήματα δείχνουν και οι συνδυαστικές μελέτες για την ανίχνευση αντισωμάτων έναντι της RBD περιοχής της πρωτεϊνης ακίδας του ιού.

Οσον αφορά τους εμβολιασθέντες στην ηλικιακή ομάδα άνω των 85 ετών, τα προκαταρκτικά αποτελέσματα της υπό εξέλιξη μελέτης σε 50 άτομα, δείχνουν ότι το ποσοστό των εμβολιασθέντων που παράγουν εξουδετερωτικα αντισώματα έναντι του ιού SARS-CoV-2 πριν τη δεύτερη δόση του εμβολίου (δηλαδή την ημέρα 22) ανέρχεται σε 45%.

Ενθαρρυντικά

Τα αποτελέσματα αυτά είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά όσον αφορά στην ανάπτυξη ανοσίας, ακόμη και στην ηλικιακή ομάδα άνω των 85 ετών.

Παράλληλα όμως υποδεικνύουν ότι:

  • Τα άτομα όλων των ηλικιών αλλά κυρίως η ηλικιακή ομάδα άνω των 85 ετών θα πρέπει να συνεχίσει τα μέτρα προστασίας έναντι του κορωνοϊου σύμφωνα με τις οδηγίες του υπουργείου Υγείας και του ΕΟΔΥ, μέχρι να λάβουν σύμφωνα με τα προγραμματισμένα ραντεβού και τη δεύτερη του εμβολίου. Δηλαδή, ένα σημαντικό ποσοστό ατόμων ηλικίας άνω των 85 ετών δεν προστατεύονται ικανοποιητικά μόνο με την πρώτη δόση του εμβολίου.
  • Η δεύτερη δόση του εμβολίου είναι απαραίτητη για όλες τις ηλικιακές ομάδες, αλλά κυρίως για τους πιο ηλικιωμένους συμπολίτες μας.

Οι μετρήσεις των αντισωμάτων γίνονται στα εργαστήρια του Τμήματος Βιολογίας του ΕΚΠΑ (υπεύθυνος καθηγητής, Ιωάννης Τρουγκάκος) και του Τμήματος Βιοχημείας του Νοσοκομείου Παίδων "Αγία Σοφία" (υπεύθυνος διευθυντής, Ιωάννης Παπασωτηρίου).

Οι μετρήσεις των υποπληθυσμών των Τ- και Β- λεμφοκυττάρων θα γίνουν στο εργαστήριο Κυτταρομετρίας Ροής του Τμήματος Βιολογίας του ΕΚΠΑ (υπεύθυνη καθηγήτρια Ουρανία Τσιτσιλώνη) και στο εργαστήριο της  Θεραπευτικής Κλινικής του ΕΚΠΑ (υπεύθυνος καθηγητής Ευάγγελος Τέρπος).

Η μέτρηση των κυτταροκινών θα γίνει στο Εθνικό Ίδρυμα Μελέτης Καρκίνου, Τμήμα Ανθρωπίνων Ρετροϊών (National Cancer Institute, Human Retrovirus Section) των ΗΠΑ (υπεύθυνος καθηγητής, Γιώργος Παυλάκης).

Πηγές:
ΕΚΠΑ

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Στο ΕΣΠΑ η ολοκλήρωση έργων ενεργειακής αναβάθμισης δημοσίων νοσοκομείων
Μονάδες εγκεφαλικών επεισοδίων: Γιατί η Ελλάδα πρέπει να "τρέξει" [μελέτη]
ΕΚΠΑ: Οι ελληνικές μελέτες που ανακοινώθηκαν στο Πανευρωπαϊκό Συνέδριο Ογκολογίας