Στην Ευρωπαϊκή Ένωση προσφεύγει η Πανελλήνια Συνδικαλιστική Ομοσπονδία Νοσηλευτικού Προσωπικού (ΠΑΣΟΝΟΠ) για το ωράριο και τις ελλείψεις νοσηλευτικού προσωπικού στα ελληνικά νοσοκομεία. Σε ανάλογη προσφυγή αναμένεται να προχωρήσει σύντομα και η Πανελλήνια Ένωση Εργαζομένων Δημοσίων Νοσοκομείων (ΠΟΕΔΗΝ).

Η διοίκηση της ΠΑΣΟΝΟΠ καταγγέλλει ότι μετά την άκαρπη συνάντηση που είχε με τον υπουργό Υγείας κ. Δημήτρη Αβραμόπουλο, αποφάσισε την προσφυγή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά του υπουργείου Υγείας, για τις τραγικές ελλείψεις νοσηλευτικού προσωπικού και τη συστηματική παραβίαση της εργατικής νομοθεσίας στο ΕΣΥ.

Αφορμή για την προσφυγή αποτέλεσε η πληθώρα καταγγελιών που φτάνουν στην Ομοσπονδία και τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν μετά την υποβολή σχετικής καταγγελίας στο υπουργείο Εσωτερικών σχετικά, πριν από περίπου ένα χρόνο περίπου.

Η ΠΑΣΟΝΟΠ εκτιμά ότι η στάση του υπουργείου Υγείας που εδώ και πάρα πολύ καιρό σκόπιμα απαξιώνει το ΕΣΥ, συντηρώντας συνθήκες υποστελέχωσης, και η κάλυψη που προσφέρει στις διοικήσεις των νοσοκομείων, οι οποίες παραβιάζουν συστηματικά την εργατική νομοθεσία, αναγκάζοντας το νοσηλευτικό προσωπικό της χώρας να εργάζεται σε μεσαιωνικές συνθήκες γαλέρας, ευθύνονται αποκλειστικά για την όποια δυσάρεστη τροπή για τη χώρα λάβει η εξέλιξη αυτή.

Το κείμενο

Το πλήρες κείμενο της προσφυγής της ΠΑΣΟΝΟΠ αναφέρει τα εξής:

Προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Βρυξέλλες, Βέλγιο

ΠΡΟΣΦΥΓΗ

Του Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) με την επωνυμία «Πανελλήνια Συνδικαλιστική Ομοσπονδία Νοσηλευτικού Προσωπικού (ΠΑ.Σ.Ο.ΝΟ.Π.)» το οποίο εδρεύει στην Αθήνα, οδός Ιουλιανού αριθμός 42-46, και εκπροσωπείται νομίμως.

Προσφεύγων

Πληρεξούσια δικηγόρος : Δικηγόρος Κωνσταντίνα Φουντέα, οδός Ερμού 18 Αθήνα, Ελλάδα.

ΚΑΤΑ

1. Της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, νομίμως εκπροσωπούμενων από τον Υπουργό Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

Του καθού η προσφυγή

ΛΟΓΟΙ:

1. Παραβίαση της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2003/88/ΕΚ, της ισχύουσας εθνικής εργατικής νομοθεσίας που ρυθμίζει τις συνθήκες εργασίας των νοσηλευτών καθώς και τις διατάξεις του άρθρου 22 του Συντάγματος της Ελλάδας.

Στο όνομα και βάσει του επισυναπτομένου πληρεξουσίου της προσφεύγουσας.

ΑΙΤΟΥΜΕΘΑ

1. Να διαπιστωθεί και διαπιστωθεί ότι οι πρακτικές που εφαρμόζονται από τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), ήτοι τα δημόσια νοσοκομεία της 1ης, 2ης, 5ης και 7ης Υγειονομικής Περιφέρειας της Ελλάδας αναφορικά με το νοσηλευτικό προσωπικό αντιβαίνουν με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2003/88/ΕΚ, την ισχύουσα εθνική εργατική νομοθεσία καθώς και τις διατάξεις του άρθρου 22 του Συντάγματος της Ελλάδας.

2. Να υποχρεωθούν οι καθού την προσφυγή να καταβάλουν στην προσφεύγουσα εύλογη αποζημίωση, λόγω της βλάβης που προκλήθηκε στο νοσηλευτικό προσωπικό από τις παράνομες πρακτικές των διοικήσεων των δημόσιων νοσοκομείων και να παύσουν να εφαρμόζουν τις παράνομες πρακτικές αυτές στο μέλλον.

3. Να επιβληθούν στους καθείς την προσφυγή οι δικαστικές δαπάνες.

ΛΟΓΟΙ:

Α. Πραγματικά περιστατικά

Η Πανελλήνια Συνδικαλιστική Ομοσπονδία Νοσηλευτικού Προσωπικού (ΠΑ.Σ.Ο.ΝΟ.Π.), ύστερα από αλλεπάλληλες και συχνές καταγγελίες από εργαζόμενους που υπηρετούν σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), απέστειλε την υπ.

αριθμ. 256/03.07.2008 επιστολή προς το Υπουργείο Εσωτερικών, Γενική Γραμματεία Δημόσιας Διοίκησης, με θέμα «Διερεύνηση παραβίασης εργασιακών δικαιωμάτων», η οποία αναφέρεται στο περιεχόμενο των καταγγελιών ως εξής:

‘Δα της παρούσης σας αναφέρουμε ότι καθημερινά γινόμαστε αποδέκτες πλήθους καταγγελιών που σχετίζονται με την καταστρατήγηση εργασιακών δικαιωμάτων του Νοσηλευτικού Προσωπικού που υπηρετεί στα Ν.Π.Δ.Δ.

Συγκεκριμένα, οι καταγγελίες αυτές αφορούν σώρευση οφειλομένων ημερών ανάπαυσης του Νοσηλευτικού Προσωπικού (repo) που η Υπηρεσία αρνείται να χορηγήσει στα πλαίσια της εργατικής Νομοθεσίας, ισχυριζόμενη αυξημένες υπηρεσιακές ανάγκες.

Με βάση την υφιστάμενη εργασιακή πραγματικότητα αλλά και το ανθρώπινο δυναμικό που υπηρετεί, η επίκληση αυξημένων υπηρεσιακών αναγκών αποτελεί τον κανόνα και όχι την εξαίρεση. Αποτέλεσμα της πρακτικής που εφαρμόζεται, είναι η υπερεντατικοποίηση της παρεχόμενης εργασίας και η σώρευση συχνά τριψήφιου αριθμού οφειλομένων ημερών ανάπαυσης ανά υπάλληλο.

Αποτελεί δε πρακτική που συχνά εφαρμόζεται, η ‘εξαργύρωση’ των οφειλομένων ημερών ανάπαυσης με χρηματικά ποσά που οι Διοικήσεις των ΝΠΔΔ καταβάλλουν στους εργαζόμενους, και τα οποία φορολογούνται με τους αντίστοιχους προσαυξημένους συντελεστές υπερωριακής απασχόλησης.

Παρατηρούνται δε, φαινόμενα κατά τα οποία η Υπηρεσία αρνείται να χορηγήσει τα οφειλόμενα, ακόμα και σε περιπτώσεις υπαλλήλων που υφίστανται υπηρεσιακές μεταβολές (αποσπάσεις-μετατάξεις) ή και σε παραιτήσεις.

Αντίστοιχα, παρατηρούνται φαινόμενα άρνησης χορήγησης των κανονικών αδειών του Προσωπικού για το τρέχον ημερολογιακό έτος αλλά και υπολοίπων από το προηγούμενο (2007) με την ίδια πάντοτε αιτιολόγηση.

Ζητούμε όπως προβείτε σε δικές σας ενέργειες και μας ενημερώσετε σχετικά, καθώς και στη διερεύνηση της νομιμότητας της ακολουθούμενης πρακτικής των Διοικήσεων των ΝΠΔΔ στη διαρκή και πάγια επίκληση αυξημένων υπηρεσιακών αναγκών που έχει ως αποτέλεσμα την άρνηση χορήγησης των εκ του Νόμου προβλεπόμενων ημερών ανάπαυσης και κατά συνεπεία στη σώρευση, αλλά και εν συνεχεία στην ‘εξαργύρωση’.

Στη συνέχεια, το Υπουργείο Εσωτερικών διαβίβασε με την υπ. αριθμ. ΔΙΑΔΠ/Γ2γ/17926/14.8.2008 επιστολή του το ως άνω έγγραφο της ΠΑ.Σ.Ο.ΝΟ.Π. στο Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Διεύθυνση προσωπικού Νομικών Προσώπων.

Η ως άνω επιστολή του Υπουργείου Εσωτερικών με συνημμένο το έγγραφο της ΠΑ.Σ.Ο.ΝΟ.Π. διαβιβάστηκαν με την υπ. αριθμ. Υ10β/Γ.Π. 115081/23.10.2008 επιστολή του Υπουργείου Υγείας σε όλες τις υγειονομικές περιφέρειες της Ελλάδος.

Συγκεκριμένα, προκύπτει από το υπ. αριθμ. Φ6/17401/5.11.2008 έγγραφο του Υπουργείου Υγείας η διαβίβαση όλων των ως άνω εγγράφων σε όλα τα νοσοκομεία της 5ης Υγειονομικής Περιφέρειας (Θεσσαλίας & Στερεάς Ελλάδας), ήτοι τα παρακάτω νοσοκομεία που περιλήφθηκαν στον πίνακα αποδεκτών:

  1. Π.Γ.Ν. ΛΑΡΙΣΑΣ
  2. Γ.Ν. ΛΑΡΙΣΑΣ
  3. Γ.Ν. ΒΟΛΟΥ
  4. Γ.Ν. ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ
  5. Γ.Ν. ΤΡΙΚΑΛΩΝ
  6. Γ.Ν. ΛΑΜΙΑΣ
  7. Γ.Ν. ΧΑΛΚΙΔΑΣ
  8. Γ.Ν. ΛΙΒΑΔΕΙΑΣ
  9. Γ.Ν. ΑΜΦΙΣΣΑΣ
  10. Γ.Ν. ΚΑΡΠΕΝΗΣΙΟΥ
  11. Γ.Ν. ΘΗΒΑΣ
  12. Γ.Ν. – Κ.Υ. ΚΑΡΥΣΤΟΥ
  13. Γ.Ν. – Κ.Υ. ΚΥΜΗΣ

Ακολούθησαν γραπτές απαντήσεις σχετικά με τα ως άνω από τις Διοικήσεις σαράντα δύο (42) περίπου συνολικά νοσοκομείων οι οποίες διαβιβάσθηκαν από την Διοίκηση της 1ης και της 5ης Υγειονομικής Περιφέρειας προς το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης όπως προκύπτει από τα υπ.

αριθμ. Οικ. 1186/20.1.09 και υπ. αριθμ. Φ6/20890/14.1.2009 έγγραφα αντιστοίχως. Επίσης, όπως προκύπτει από το υπ. αριθμ. ΔΑΑΔ.2560/1800/30-01-2009 έγγραφο της 2ης Υγειονομικής Περιφέρειας, Πειραιώς και Αιγαίου, ακόμη δεν στάλθηκαν απαντήσεις από τα νοσοκομεία Κ.Θ.

– Κ.Υ. Λέρου, Γ.Ν. – Κ.Υ. Νάξου, Κ.Β. ‘ΜΗΤΕΡΑ’, Κ.Π.Π. ‘ΜΙΧΑΛΗΝΕΙΟ’, Π.Α.Κ. Πειραιά, Κ.Π.Μ.Θ. Ρόδου, Ο.Ε.Δ. ‘ΧΑΡΑΛΑΜΠΕΙΟ ΓΗΡΟΚΟΜΕΙΟ’ και ΚΕΚΥΚΑΜΕΑ Κυκλάδων. Ενώ πάνω από 15 νοσοκομεία απήντησαν ότι δεν υπάρχει καταστρατήγηση των εργατικών δικαιωμάτων των νοσηλευτών, τα υπόλοιπα 28 παραδέχτηκαν την καταστρατήγηση εργασιακών δικαιωμάτων του νοσηλευτικού προσωπικού.

Τα νοσοκομεία αυτά των οποίων οι Διοικήσεις ομολογούν επισήμως οφειλόμενες ημέρες ανάπαυσης, οφειλόμενες άδειες των ετών 2007 και 2008, και υπερωριακή απασχόληση του νοσηλευτικού προσωπικού είναι τα εξής:

  1. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΙΠΠΟΚΡΑΤΕΙΟ
  2. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΠΑΙΔΩΝ Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ
  3. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ
  4. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΠΑΙΔΩΝ ΑΘΗΝΩΝ ΠΑΝ. ΚΑΙ ΑΓΛ. ΚΥΡΙΑΚΟΥ
  5. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ Ν. ΙΩΝΙΑΣ
  6. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΛΑΪΚΟ
  7. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΚΟΡΓΙΑΛΕΝΕΙΟ – ΜΠΕΝΑΚΕΙΟ ΕΕΣ
  8. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΜΕΛΙΣΣΙΩΝ ΑΜΑΛΙΑ ΦΛΕΜΙΓΚ
  9. ΑΝΤΙΚΑΡΚΙΝΙΚΟ-ΟΓΚΟΛΟΓΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ
  10. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΤΤΙΚΗΣ Κ.Α.Τ.
  11. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ ΘΩΡΑΚΟΣ ΑΘΗΝΩΝ Η ΣΩΤΗΡΙΑ
  12. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΠΑΤΗΣΙΩΝ
  13. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΝΝΗΜΑΤΑΣ
  14. ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΘΕΙΑΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ Η ΠΑΜΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ
  15. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΟΛΥΚΛΙΝΙΚΗ
  16. ΠΑΙΔΟΨΥΧΙΑΤΡΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΤΤΙΚΗΣ
  17. ΣΙΣΜΑΝΟΓΛΕΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ
  18. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Η ΕΛΠΙΣ
  19. Π. Γ. Ν. ΑΤΤΙΚΟΝ
  20. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΡΟΔΟΥ ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ
  21. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ
  22. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΜΦΙΣΣΑΣ
  23. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΚΑΡΠΕΝΗΣΙΟΥ
  24. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΛΑΡΙΣΑΣ
  25. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΛΑΡΙΣΑΣ ΚΟΥΤΛΙΜΠΑΝΕΙΟ & ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΕΙΟ
  26. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΧΑΛΚΙΔΑΣ
  27. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΒΟΛΟΥ ΑΧΙΛΛΟΠΟΥΛΕΙΟ
  28. ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΛΙΒΑΔΕΙΑΣ

Αναλυτικότερα, και σύμφωνα με τα αναφερόμενα των απαντητικών εγγράφων τους, στα ως άνω νοσοκομεία επικρατεί η καταστρατήγηση των εργασιακών δικαιωμάτων του νοσηλευτικού προσωπικού, με κανόνα λειτουργίας την τακτική εφαρμογή των παρακάτω, πλέον θεσμοθετημένων πρακτικών:

-σώρευση οφειλόμενων ημερών ανάπαυσης («ρεπο»), και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και από προηγούμενα έτη

-σώρευση κανονικής άδειας για το έτος 2008, και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και για το έτος 2007

-πρόσθεση επιπλέον ωρών εργασίας πέραν του νόμιμου προβλεπόμενου ωραρίου

-η «εξαργύρωση» των οφειλομένων ημερών ανάπαυσης με χρηματικά ποσά

-περικοπή του προβλεπόμενου από το νόμο χρόνο ανάπαυσης

Οι Διοικήσεις ισχυρίζονται ότι αναγκάζονται να εφαρμόσουν τις παραπάνω πρακτικές λόγω της μεγάλης έλλειψης προσωπικού όλων των κατηγοριών αλλά και της μεγάλης έλλειψης νοσηλευτικού προσωπικού. Εντούτοις, οι Διοικήσεις άλλων νοσοκομείων ισχυρίζονται, ότι η έλλειψη προσωπικού δεν επηρεάζει την τήρηση και την εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας.

Ενδεικτικά, αναφέρουμε το υπ. αριθμ. Δ3/12-1-2009 απαντητικό έγγραφο του Γενικού Νοσοκομείου Αττικής ‘Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ’ προς την 1η Υγειονομική Περιφέρεια Αττικής στο οποίο ο Διοικητής επισημαίνει το εξής:

‘…ΘΕΜΑ: ‘Διερεύνηση παραβίασης εργατικών δικαιωμάτων’.

ΣΧΕΤΙΚΑ: Το με αριθμ. πρωτ. 25254/21-11-08 έγγραφο σας.

Σε απάντηση του ανωτέρω σχετικού σας ενημερώνουμε ότι στο Νοσοκομείο μας, παρόλο που η έλλειψη Νοσηλευτικού προσωπικού είναι μεγάλη, δεν υφίστανται τα όσα αναφέρονται.’

Επομένως, εάν ισχύει ο ισχυρισμός της ως άνω απάντησης, παρατηρείται ότι η τήρηση και εφαρμογή των εργατικών δικαιωμάτων των νοσηλευτών είναι εφικτή ακόμη και σε περιπτώσεις όπου υπάρχει έλλειψη προσωπικού, και η καταστρατήγηση ή παραβίαση των δικαιωμάτων είναι σε κάθε περίπτωση αδικαιολόγητη.

Άρα ανεξαρτήτως των δημοσιονομικών ή υπηρεσιακών προβλημάτων, οι εθνικές αλλά και Ευρωπαϊκές νομοθετικές διατάξεις που αφορούν τα εργατικά δικαιώματα των νοσηλευτών πρέπει να εφαρμόζονται αυστηρά από όλα τα Ν.Π.Δ.Δ. τόσο για την αποτελεσματική και ποιοτική περίθαλψη των καταναλωτών υπηρεσιών υγείας όσο και για την μέγιστη αποδοτικότητα των υπηρετούντων νοσηλευτών.

Προκύπτει βέβαια ξεκάθαρα, από τα ως άνω έγγραφα καθώς και από επίσημες κρατικές και πανεπιστημιακές μελέτες που έχουν διεξαχθεί για το θέμα, ότι οι αιτίες της καταστρατήγησης και παραβίασης των εργατικών δικαιωμάτων των νοσηλευτών από τις διοικήσεις των νοσοκομείων πρέπει να αντιμετωπιστούν με δραστικά και αποτελεσματικά μέτρα άμεσα, ούτως ώστε να εξαλειφθούν οι κίνδυνοι και τα προβλήματα που επιφέρουν για το συνολικό σύστημα υγείας.

ΙΙ. ΜΕΛΕΤΗ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

Σύμφωνα με Μελέτη που δημοσιεύθηκε στην Αθήνα από το Κέντρο Μελετών Υπηρεσιών Υγείας, Εργαστηρίου Υγιεινής και Επιδημιολογίας, Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Μάιος 2008, Γιάννης Τούντας και Συνεργάτες με τίτλο ‘ΟΙ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΥΓΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 1996-2006’, παρατηρήθηκαν και διαπιστώθηκαν σοβαρές ελλείψεις στον δημόσιο νοσοκομειακό τομέα με ανεπαρκή στελέχωση και κατακόρυφη μείωση νοσηλευτικού προσωπικού, όπως προκύπτει από τα παρακάτω αποσπάσματα της μελέτης:

1.1.2. Ανθρώπινο δυναμικό

Στον πίνακα 1.1.8. εμφανίζεται το ανθρώπινο δυναμικό που υπηρετεί στον συνολικό νοσοκομειακό τομέα. Με βάση τα στοιχεία της ΕΣΥΕ φαίνεται ότι στο σύνολο του ελληνικού νοσοκομειακού τομέα απασχολούνται το 2004 24.728 ιατροί και 41.760 νοσηλευτές.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα έχει επιλέξει ένα ιδιότυπο –και δαπανηρό– μίγμα παραγωγικών συντελεστών όσον αφορά την εργασία, αφού κατέχει σταθερά τα τελευταία χρόνια μία από τις πρώτες θέσεις στον αριθμό των ιατρών που στελεχώνουν τις νοσηλευτικές μονάδες σε αντίθεση με τους άλλους επαγγελματίες υγείας –και κυρίως το νοσηλευτικό προσωπικό– όπου διαπιστώνονται σημαντικά κενά στη στελέχωση (Σουλιώτης και συν.

2006). (σελ. 20)

Στο διάγραμμα 1.1.8. εμφανίζεται η αναλογία νοσηλευτών προς τα κρεβάτια οξείας νοσηλείας των θεραπευτηρίων στα οποία εργάζονται στις διάφορες χώρες του ΟΟΣΑ. Με βάση τα στοιχεία του ΟΟΣΑ με αναλογία 1,01 η Ελλάδα εμφανίζεται να έχει μια μέση θέση (10η από τις 20 χώρες) ως προς τη σχέση νοσηλευτικού προσωπικού και κρεβατιών.

(σελ. 21)

1.2. Δημόσιος νοσοκομειακός τομέας

Τα νοσοκομεία του ΕΣΥ παρέχουν πλήρεις νοσοκομειακές υπηρεσίες, αλλά και ένα μεγάλο μέρος των πρωτοβάθμιων υπηρεσιών σε όλους τους Έλληνες πολίτες και σε πολλούς αλλοδαπούς. Τα νοσοκομεία του ΕΣΥ, ενώ προσφέρουν υψηλής επιστημονικής στάθμης περίθαλψη, υποχρηματοδοτούνται, υποστελεχώνονται, κακοδιοικούνται και παρέχουν χαμηλής ποιότητας ξενοδοχειακές υπηρεσίες, με αποτέλεσμα να μην ικανοποιούνται επαρκώς οι χρήστες των υπηρεσιών τους, οι οποίοι καταφεύγουν τελικά σε ιδιωτικές κλινικές επιβαρύνοντας τα ατομικά και οικογενειακά εισοδήματα (Οικονόμου και συν.

2007).

Στην έκθεση του ΟΟΣΑ για την Ελληνική Οικονομία (Ιούνιος 1998) επισημαίνονται τα παρακάτω προβλήματα του δημόσιου νοσοκομειακού τομέα:

• Η έλλειψη ευελιξίας στους προϋπολογισμούς των νοσοκομείων.

• Η έλλειψη κινήτρων απόδοσης για τους ιατρούς και το λοιπό υγειονομικό προσωπικό.

• Η ελαχιστοποίηση του περιθωρίου άσκησης διοίκησης και εξοικονόμησης προσωπικού, αφού τα πάντα καθορίζονται από το υπουργείο.

• Η απώλεια πόρων εξαιτίας του χαμηλού ποσοστού κάλυψης στην επαρχία συγκριτικά με τις μακρές λίστες αναμονής στο κέντρο.

• Η μη χρησιμοποίηση της αγοραστικής μονοψωνιακής δύναμης των νοσοκομείων του ΕΣΥ (π.χ. στις διαδικασίες προμηθειών).

• Η ύπαρξη αντιδεοντολογικών συμπεριφορών από την πλευρά των ιατρών.

• Η συνολική αναποτελεσματικότητα, όπως αναδεικνύεται και από τη χαμηλή ικανοποίηση των ασθενών (Κέντρο Μελετών Υπηρεσιών Υγείας 2001). (σελ. 33)

Το νοσηλευτικό προσωπικό αποτελεί εξίσου σημαντικό παράγοντα για την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος υγείας. Στη χώρα μας συνθέτει μια μεγάλη κατηγορία ατόμων με διαφορετική εκπαίδευση. Συγκεκριμένα η εκπαίδευση των νοσηλευτριών/τών διαχωρίζεται σε τέσσερα επίπεδα εκπαίδευσης: Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης, Τεχνολογικής Εκπαίδευσης, Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και τέλος Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης.

Στο νοσηλευτικό προσωπικό ανήκουν επίσης οι επισκέπτες υγείας και οι μαιευτείς. Οι τελευταίες δυο ομάδες του νοσηλευτικού προσωπικού προέρχονται από την Τεχνολογική Εκπαίδευση.

Στα νοσοκομεία του ΕΣΥ –συμπεριλαμβανομένων και των Κέντρων Υγείας– απασχολούνταν το 2004 41.753 νοσηλευτές, των οποίων η κατανομή φαίνεται στον πίνακα 1.2.4. (σελ. 37)

Από αυτούς, και με βάση τον Χάρτη Υγείας του 2004, στα Κέντρα Υγείας εργάζονται 1.317 νοσηλευτές και 322 μαιευτείς. Το συνολικό νοσηλευτικό δυναμικό των Κέντρων Υγείας υπολογίζεται, επομένως, σε 1.639 άτομα και στα νοσοκομεία του ΕΣΥ 40.114 νοσηλευτές.

(σελ. 38)

Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα νοσοκομεία του ΕΣΥ είναι οι μεγάλες ελλείψεις σε μη ιατρικό προσωπικό και κυρίως σε νοσηλευτές. Πολλά τμήματα λειτουργούν με νοσηλευτικό προσωπικό κάτω από τα όρια ασφαλείας, ενώ άλλα, μεταξύ των οποίων και ορισμένα ιδιαίτερα σημαντικά όπως οι ΜΕΘ, δεν λειτουργούν καθόλου λόγω ελλείψεως προσωπικού.

Πάνω από 20.000 υπολογίζονται οι αναγκαίες νέες προσλήψεις νοσηλευτικού προσωπικού. Οι προσλήψεις νοσηλευτών μέσω ΑΣΕΠ χρειάζονται 18-24μήνες για να ολοκληρωθούν, ενώ το αρμόδιο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας καθυστερεί ή αναβάλλει τις σχετικές διαδικασίες για λόγους δημοσιονομικής πολιτικής.

(σελ. 38)

Πέραν των μεγάλων ελλείψεων, ένας σημαντικός αριθμός νοσηλευτών βρίσκεται αποσπασμένος σε διοικητικές θέσεις, εντός αλλά και εκτός του υγειονομικού συστήματος, παρά τις εκάστοτε κυβερνητικές εξαγγελίες περί άμεσης επιστροφής στις θέσεις του.

Παράλληλα, υπάρχει μια συνεχής ροή νοσηλευτικού προσωπικού από τα μεγάλα νοσοκομεία της πρωτεύουσας προς αυτά της περιφέρειας (Ομάδα Στελεχών Διοίκησης 2006). Μεγάλα κενά παρουσιάζονται και στις διοικητικές και τεχνικές υπηρεσίες.

Οι προσλήψεις στις υπηρεσίες αυτές είναι πλέον ελάχιστες και τα κενά συχνά συμπληρώνονται με μετατάξεις μη κατάλληλου προσωπικού (Ομάδα Στελεχών Διοίκησης 2006). (σελ. 39)

Οι εργαζόμενοι όλων των υπηρεσιών των νοσοκομείων, πέραν του μεγάλου φόρτου εργασίας που δέχονται εξαιτίας της έλλειψης προσωπικού, επιβαρύνονται και από τους ιδιαίτερα χαμηλούς μισθούς, και τις δυσμενείς συνθήκες εργασίας (Ομάδα Στελεχών Διοίκησης 2006).

(σελ. 39)

Γενικά χαμηλό δείκτη ως προς το ιατρικό και νοσηλευτικό δυναμικό εμφανίζουν οι περιφέρειες του Νοτίου Αιγαίου, της Στερεάς Ελλάδας, της Δυτικής Μακεδονίας και της Πελοποννήσου, ενώ, αντίθετα, οι σχετικοί δείκτες λαμβάνουν υψηλές τιμές στην Α΄ Αττικής, στην Α΄ Κεντρικής Μακεδονίας και στην Κρήτη.

(σελ. 40)

Σε ό,τι αφορά την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, στον πίνακα 1.2.6., φαίνεται ότι ο βαθμός ικανοποίησης των Ελλήνων πολιτών από τη νοσηλευτική υποδομή της χώρας βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα. (σελ. 41-42)

2.6. Συμπεράσματα

Η ανάλυση της πρωτοβάθμιας περίθαλψης στην Ελλάδα καταδεικνύει την απουσία ενός οργανωμένου συστήματος σχεδιασμού, συντονισμού και ελέγχου των επιμέρους υπηρεσιών, που να ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ) για περίθαλψη, πρόληψη και φροντίδα.

Η παροχή πρωτοβάθμιων υπηρεσιών στην Ελλάδα πραγματοποιείται μέσω μιας πλειάδας οργανωτικών σχηματισμών και φορέων, καθένας εκ των οποίων συνιστά ένα ξεχωριστό υποσύστημα υγείας, με διαφορετικές συνθήκες εργασίας, χρηματοδοτικές πηγές και ξεχωριστό εποπτεύοντα φορέα, προσανατολισμένων κυρίως στην περίθαλψη.

Οι διάφοροι φορείς που παρέχουν υπηρεσίες δεν είναι υποχρεωμένοι να αναφέρουν κλινικά αποτελέσματα – μεγέθη που χαρακτηρίζουν την ποιότητα και την ποσότητα της παροχής φροντίδας (εκτός από τον αριθμό των επισκέψεων σε ορισμένες περιπτώσεις).

Δεν υπάρχουν ακόμη συγκεντρωμένα στοιχεία για την ποσότητα και την ποιότητα των κτιριακών και κλινοεργαστηριακών υποδομών των υπηρεσιών αυτών. Η απουσία όμως συστηματικής καταγραφής των συστατικών στοιχείων εγείρει δυσκολίες στην οργάνωση και τη διοίκηση του συστήματος και στον σχεδιασμό και την εφαρμογή ενιαίας εθνικής πολιτικής για ολοκληρωμένη ΠΦΥ.

Τα κύρια προβλήματα που αντιμετωπίζει η ΠΦΥ στη χώρα μας μπορούν να συνοψιστούν στα ακόλουθα (Ζηλίδης 1995, Λιονής και συν. 2000, Κέντρο Μελετών Υπηρεσιών Υγείας 2001, Tountas et al. 2002, Souliotis and Lionis 2004, Tountas et al.

2005, Θεοδώρου και συν. 2005, Οικονόμου και συν. 2007).

• Στην απουσία συστηματικής έρευνας πάνω στην ΠΦΥ και στις επενδύσεις σε οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους που θα πρέπει να τη συνοδεύουν.

• Στην έλλειψη μηχανισμών αποτίμησης της αποδοτικότητας των πρωτοβάθμιων υπηρεσιών υγείας και αξιοποίησης των συμπερασμάτων για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και μείωση του κόστους των υπηρεσιών αυτών.

• Στην αποσπασματική και συχνά αλληλοεπικαλυπτόμενη παροχή πρωτοβάθμιων υπηρεσιών υγείας από διάφορους φορείς.

• Στην έλλειψη μηχανοργάνωσης των πρωτοβάθμιων υπηρεσιών υγείας του δημόσιου τομέα και της κοινωνικής ασφάλισης και στην απουσία ηλεκτρονικού φακέλου υγείας του ασθενούς που να παρέχει μια ολοκληρωμένη εικόνα για την κατάσταση της υγείας του.

• Στη συχνή έλλειψη πληροφοριών σχετικά με την κατάσταση της υγείας του τοπικού πληθυσμού και στη μη χρησιμοποίησή τους, ακόμα και όταν είναι διαθέσιμες.

• Στην έλλειψη κατευθυντήριων οδηγιών και πρωτοκόλλων διαγνωστικής και θεραπευτικής προσέγγισης για τη διαχείριση των κοινών νοσημάτων.

• Στη σχεδόν αποκλειστική απασχόληση των εργαζόμενων στην περίθαλψη και τη συνταγογράφηση. Με εξαίρεση τους εμβολιασμούς –κι αυτούς χωρίς συστηματική καταγραφή του ποσοστού κάλυψης– και την αποσπασματική διενέργεια της εξέτασης του τραχηλικού επιχρίσματος, απουσιάζουν άλλες συστηματικές και διαχρονικές παρεμβάσεις με στόχο την πρόληψη συγκεκριμένων χρονίων νοσημάτων και την προαγωγή της υγείας του πληθυσμού γενικότερα.

Η κατ’ οίκον νοσηλεία και οι επισκέψεις στο

σπίτι γίνονται αποσπασματικά. Παρουσιάζονται ακόμη σημαντικές ελλείψεις στις υπηρεσίες αποκατάστασης και κοινωνικής φροντίδας.

• Στις γενικευμένες ελλείψεις νοσηλευτικού προσωπικού και στη γεωγραφική ανισοκατανομή του ιατρικού δυναμικού.

• Στην ύπαρξη μεγάλου αριθμού ειδικευμένων ιατρών και στην έλλειψη σημαντικού αριθμού γενικών ιατρών που θα μπορούν να διαδραματίσουν τον ρόλο του Οικογενειακού Ιατρού, που να έχει επίγνωση των προβλημάτων του ασθενούς στο σύνολό τους.

Δεν υπάρχει ακόμη η έννοια της «ομάδας υγείας» και απουσιάζει κάθε μορφή συμμετοχής της κοινότητας στον καθορισμό των τοπικών υγειονομικών προτεραιοτήτων.

• Στις σοβαρές ελλείψεις σε υλικοτεχνική υποδομή, που περιορίζουν το εύρος των προσφερόμενων υπηρεσιών από τον δημόσιο τομέα.

• Στην κάλυψη από το ΕΣΥ και την κοινωνική ασφάλιση μόνο της βασικής οδοντιατρικής φροντίδας, με την πλειοψηφία των οδοντιατρικών εργασιών να παρέχεται από ιδιώτες οδοντιάτρους.

• Στις μεγάλες ανισότητες που υπάρχουν μεταξύ αστικών και αγροτικών περιοχών, γεωγραφικών διαμερισμάτων και ασφαλισμένων διαφορετικών ταμείων στην πρόσβαση και την παροχή πρωτοβάθμιων υπηρεσιών.

• Στην ανεπάρκεια των εξωτερικών ιατρείων των νοσοκομείων και των πολυιατρείων της κοινωνικής ασφάλισης να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των πολιτών των αστικών κέντρων για δημόσιες πρωτοβάθμιες υπηρεσίες υγείας. Ως αποτέλεσμα, δημιουργού νται συχνά μεγάλες λίστες αναμονής που προκαλούν δυσφορία στους πολίτες.

• Στη μη δημιουργία των 220 αστικών Κέντρων Υγείας που προέβλεπε ο ιδρυτικός νόμος του ΕΣΥ το 1983. Η ενσωμάτωση των πρωτοβάθμιων υπηρεσιών του ΙΚΑ στο ΕΣΥ, που θα οδηγούσε στη δημιουργία ενός μεγάλου αριθμού αστικών κέντρων υγείας δεν έχει προχωρήσει.

• Στην ανυπαρξία διοικητικής και οικονομικής υποστήριξης των Κέντρων Υγείας και συστηματικής αξιολόγησης των υπηρεσιών που παρέχονται από αυτά. Η υπαγωγή των Κέντρων Υγείας στα Νοσοκομεία αποτέλεσε τροχοπέδη για τη λειτουργία τους, καθόσον τα νοσοκομεία θέτουν σε δεύτερη μοίρα τη λειτουργία των Κέντρων Υγείας εξαιτίας των δικών τους ελλείψεων και αναγκών.

• Στην ανεπαρκή στελέχωση των Κέντρων Υγείας με κατάλληλο ιατρικό, νοσηλευτικό και τεχνικό προσωπικό, την ελλιπή εκπαίδευση και επιμόρφωση των στελεχών τους, τις μεγάλες ελλείψεις τους σε διαγνωστικό εξοπλισμό, την υποχρηματοδότηση και την απουσία κάθε μορφής αξιολόγησης της λειτουργίας τους, που δεν συνάδουν με τις σύγχρονες τάσεις που διαμορφώνονται στον τομέα της πρωτοβάθμιας περίθαλψης.

• Στη μη πραγματοποίηση των προβλεπόμενων τακτικών επισκέψεων στα ΚΥ ιατρών διαφόρων ειδικοτήτων από τα νοσοκομεία.

• Στη στελέχωση των περιφερειακών ιατρείων με ανειδίκευτους ιατρούς, χωρίς ουσιαστική κλινική εμπειρία και στην κατακόρυφη μείωση των νοσοκόμων και μαιευτών που υπηρετούν σε αυτά με την πάροδο του χρόνου.

• Στην απουσία διασύνδεσης προσπαθειών άλλων φορέων όπως της τοπικής αυτοδιοίκησης, προγραμμάτων όπως το “Βοήθεια στο Σπίτι”, μη κυβερνητικών οργανώσεων κ.ά. με το τοπικό δίκτυο της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, με συνέπεια να μειώνεται η αποτελεσματικότητά τους.

• Στην έλλειψη λειτουργικής διασύνδεσης των πρωτοβάθμιων υπηρεσιών με τη δευτεροβάθμια περίθαλψη, με αποτέλεσμα τη διάσπαση της συνέχειας της φροντίδας υγείας.

• Στην έντονη ανάπτυξη φαινομένων προκλητής ζήτησης και παραοικονομίας, ελλείψει και των αναγκαίων ελεγκτικών μηχανισμών του δημοσίου. (σελ. 84-86)

Το αποτέλεσμα όλων των παραπάνω προβλημάτων είναι η διόγκωση των ιδιωτικών και δημοσιών δαπανών για παροχή πρωτοβάθμιων υπηρεσιών υγείας στην Ελλάδα, η έλλειψη αποτελεσματικότητας και ποιότητας και η μη ικανοποίηση των πολιτών-χρηστών των υπηρεσιών αυτών.

Επιπλέον, η έλλειψη Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας επιδρά σε όλη την πορεία του ασθενούς στο σύστημα υγείας, η οποία χαρακτηρίζεται από επικαλύψεις μεταξύ των φροντίδων, απώλεια χρόνου και σπατάλη, την ίδια στιγμή που η έλλειψη ή η περιορισμένη διαθεσιμότητα κάποιων υπηρεσιών στερεί από τους πολίτες κρίσιμες υπηρεσίες.(σελ.

86)

Προκύπτει αναμφισβήτητα από την ως άνω μελέτη, ότι η ανεπαρκή στελέχωση και μείωση νοσηλευτικού προσωπικού στα Ν.Π.Δ.Δ. είναι παντελώς αδικαιολόγητη. Το Ελληνικό κράτος και το αρμόδιο Υπουργείο πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του ως προς την ποιοτική και επαρκή εξυπηρέτηση των καταναλωτών υγείας των Ν.Π.Δ.Δ.

με την πρόσληψη του απαραίτητου αριθμού νοσηλευτών ούτως ώστε να μην επιβαρύνονται οι υπάρχοντες νοσηλευτές με υπερωρίες, περικοπές χρόνου ανάπαυσης, περικοπές αδειών και άλλες παραβιάσεις των εργασιακών των δικαιωμάτων.

Το Εθνικό Σύστημα Υγείας (Ε.Σ.Υ.) δίχως την κατάλληλη στελέχωση των Ν.Π.Δ.Δ. με αρκετούς νοσηλευτές είναι στην καλύτερη περίπτωση σοβαρά ελαττωματικό και στην χειρότερη επικίνδυνο για τους πολίτες.

ΙΙΙ. ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΟΔΗΓΙΑ 2003/88/ΕΚ

Η Οδηγία 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου
της 4ης Νοεμβρίου 2003
σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας, προβλέπει στο προοίμιο τα εξής:

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 137 παράγραφος 2,
την πρόταση της Επιτροπής,
τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(1),
Αφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης(2),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Η οδηγία 93/104/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1993, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας, η οποία ορίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις για την ασφάλεια και την υγεία σχετικά με την οργάνωση του χρόνου εργασίας, όσον αφορά τις περιόδους ημερήσιας ανάπαυσης, τα διαλείμματα, την εβδομαδιαία ανάπαυση, τη μέγιστη κατ' εβδομάδα διάρκεια εργασίας, την ετήσια άδεια, καθώς και στοιχεία της νυχτερινής εργασίας, της εργασίας κατά βάρδιες και των ρυθμών εργασίας, έχει τροποποιηθεί σε σημαντική έκταση.

Είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας, η κωδικοποίηση των σχετικών διατάξεων.
(2) Το άρθρο 137 της συνθήκης προβλέπει ότι η Κοινότητα υποστηρίζει και συμπληρώνει τη δράση των κρατών μελών για τη βελτίωση του περιβάλλοντος εργασίας, με σκοπό την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων.

Στις οδηγίες που εκδίδονται βάσει του άρθρου αυτού, αποφεύγεται η επιβολή διοικητικών, οικονομικών και νομικών εξαναγκασμών, οι οποίοι θα παρεμπόδιζαν τη δημιουργία και την ανάπτυξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
(3) Οι διατάξεις της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 1989, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία εφαρμόζονται πλήρως στους τομείς που καλύπτει η παρούσα οδηγία, με την επιφύλαξη των περισσότερο περιοριστικών ή/και ειδικών διατάξεων αυτής.
(4) Η βελτίωση της ασφάλειας, της υγιεινής και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία είναι στόχος ο οποίος δεν μπορεί να εξαρτάται από καθαρά οικονομικές εκτιμήσεις.

(5) Όλοι οι εργαζόμενοι πρέπει να έχουν επαρκείς περιόδους ανάπαυσης. Η έννοια της "ανάπαυσης" πρέπει να εκφράζεται σε μονάδες χρόνου, και συγκεκριμένα ημέρες, ώρες ή και κλάσματά τους. Οι εργαζόμενοι στην Κοινότητα πρέπει να διαθέτουν ορισμένες ελάχιστες περιόδους ανάπαυσης, ημερησίας, εβδομαδιαίας και ετήσιας καθώς και κατάλληλα διαλείμματα εργασίας.

Επίσης, θα πρέπει να προβλέπεται σχετικά και μια μέγιστη κατ' εβδομάδα διάρκεια εργασίας.

(6) Οι αρχές του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας ως προς την οργάνωση του χρόνου εργασίας, συμπεριλαμβανομένης της νυκτερινής, πρέπει να συνεκτιμηθούν.
(7) Από σχετικές μελέτες έχει αποδειχθεί ότι ο ανθρώπινος οργανισμός είναι πιο ευαίσθητος κατά τη διάρκεια της νύχτας στις περιβαλλοντικές οχλήσεις και σε ορισμένες επαχθείς μορφές οργάνωσης της εργασίας, καθώς και ότι μακριές περίοδοι νυκτερινής εργασίας είναι επιζήμιες για την υγεία των εργαζομένων και μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο την ασφάλειά τους στην εργασία.
(8) Θα πρέπει να περιορίζεται η διάρκεια της νυκτερινής και της υπερωριακής εργασίας και να προβλέπεται ότι, όταν ο εργοδότης χρησιμοποιεί τακτικά εργαζομένους τη νύχτα, ενημερώνει σχετικά τις αρμόδιες αρχές, εφόσον του το ζητήσουν.

(9) Είναι σημαντικό οι εργαζόμενοι τη νύχτα να δικαιούνται δωρεάν ιατρική εξέταση πριν αναλάβουν νυκτερινή εργασία και κατά τακτά χρονικά διαστήματα στη συνέχεια και, σε περίπτωση που έχουν προβλήματα υγείας, να μετατίθενται, στο μέτρο του δυνατού, σε κατάλληλη θέση ημερήσιας εργασίας.
(10) Η κατάσταση των εργαζόμενων τη νύχτα και των εργαζόμενων σε βάρδιες απαιτεί προσαρμογή του επιπέδου προστασίας, όσον αφορά την ασφάλεια και την υγεία, στη φύση της εργασίας τους, καθώς και την αποτελεσματική οργάνωση και λειτουργία των υπηρεσιών και των μέσων προστασίας και πρόληψης.

(11) Ο τρόπος εργασίας μπορεί να θίξει την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων. Στην οργάνωση της εργασίας με έναν ορισμένο ρυθμό πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η γενική αρχή της προσαρμογής της εργασίας στον άνθρωπο.

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:...’ (έμφαση και υπογράμμιση δική μας)

Στην συνέχεια, η 2003/88/ΕΚ Οδηγία προβλέπει τις υποχρεώσεις των κρατών της Κοινότητας όπως της Ελλάδας όσον αφορά την οργάνωση του χρόνου εργασίας σύμφωνα με τα παρακάτω οριζόμενα:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ - ΟΡΙΣΜΟΙ
Άρθρο 1
Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής
1. Η παρούσα οδηγία καθορίζει τις στοιχειώδεις προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας όσον αφορά την οργάνωση του χρόνου εργασίας.
2.

Εφαρμόζεται:
α) στις ελάχιστες περιόδους ημερήσιας και εβδομαδιαίας ανάπαυσης και ετήσιας άδειας, στο χρόνο διαλείμματος και στη μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας, και
β) σε ορισμένες πλευρές της νυκτερινής εργασίας, της κατά βάρδιες εργασίας και του ρυθμού εργασίας.
3.

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε όλους τους ιδιωτικούς ή δημόσιους τομείς δραστηριοτήτων, κατά την έννοια του άρθρου 2 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ, με την επιφύλαξη των άρθρων 14, 17, 18 και 19 της παρούσας οδηγίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΠΕΡΙΟΔΟΙ ΑΝΑΠΑΥΣΗΣ - ΑΛΛΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Άρθρο 3
Ημερήσια ανάπαυση
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε κάθε εργαζόμενος να διαθέτει, ανά εικοσιτετράωρο, περίοδο ανάπαυσης ελάχιστης διάρκειας ένδεκα συναπτών ωρών.
Άρθρο 4
Διαλείμματα
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται για κάθε εργαζόμενο χρόνος διαλείμματος όταν ο χρόνος ημερήσιας εργασίας υπερβαίνει τις έξι ώρες.

Οι τεχνικές λεπτομέρειες του διαλείμματος, ιδίως η διάρκεια και οι όροι χορήγησής του, καθορίζονται από συλλογικές συμβάσεις ή από συμφωνίες μεταξύ κοινωνικών εταίρων ή, ελλείψει αυτών, από την εθνική νομοθεσία.
Άρθρο 5
Εβδομαδιαία ανάπαυση
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε κάθε εργαζόμενος να διαθέτει, ανά περίοδο επτά ημερών, μια ελάχιστη περίοδο συνεχούς ανάπαυσης εικοσιτεσσάρων ωρών, στις οποίες προστίθενται οι ένδεκα ώρες ημερήσιας ανάπαυσης, οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 3.
Αν δικαιολογείται για αντικειμενικούς ή τεχνικούς λόγους ή από τις συνθήκες οργάνωσης της εργασίας, μπορεί να ορίζεται ελάχιστη περίοδος ανάπαυσης 24 ωρών.
Άρθρο 6
Μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε, σε συνάρτηση με τις επιταγές προστασίας της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων:
α) η εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας να περιορίζεται με νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις ή με συλλογικές συμβάσεις ή συμφωνίες μεταξύ κοινωνικών εταίρων·
β) ο χρόνος εργασίας να μην υπερβαίνει, ανά επταήμερο, τις 48 ώρες, κατά μέσο όρο, συμπεριλαμβανομένων των υπερωριών.
Άρθρο 7
Ετήσια άδεια
1.

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να παρέχεται σε όλους τους εργαζομένους ετήσια άδεια μετ' αποδοχών διάρκειας τουλάχιστον τεσσάρων εβδομάδων, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπουν οι εθνικές νομοθεσίες ή/και πρακτικές για την απόκτηση του σχετικού δικαιώματος και τη χορήγηση της άδειας.
2.

Η ελάχιστη περίοδος ετήσιας άδειας μετ' αποδοχών μπορεί να αντικαθίσταται από χρηματική αποζημίωση μόνον σε περίπτωση τερματισμού της εργασιακής σχέσης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ - ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΤΑ ΒΑΡΔΙΕΣ - ΡΥΘΜΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Άρθρο 8
Διάρκεια της νυχτερινής εργασίας
Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε:
α) ο κανονικός χρόνος νυκτερινής εργασίας να μην υπερβαίνει, κατά μέσον όρο, τις οκτώ ώρες ανά εικοσιτετράωρο·
β) οι εργαζόμενοι τη νύχτα η εργασία των οποίων ενέχει ιδιαίτερους κινδύνους ή σημαντική σωματική ή πνευματική ένταση να μην εργάζονται περισσότερο από οκτώ ώρες κατά τη διάρκεια εικοσιτετράωρης περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούν νυκτερινή εργασία.
Για τους σκοπούς του στοιχείου β), η εργασία που ενέχει ιδιαίτερους κινδύνους ή σημαντική σωματική ή πνευματική ένταση ορίζεται από τις εθνικές νομοθεσίες ή/και πρακτικές ή από συλλογικές συμβάσεις ή από συμφωνίες μεταξύ κοινωνικών εταίρων, λαμβανομένων υπόψη των επιπτώσεων και των κινδύνων που συνδέονται με τη νυκτερινή εργασία.
Άρθρο 11
Ενημέρωση σε περίπτωση που χρησιμοποιούνται εργαζόμενοι τη νύχτα τακτικά
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε ο εργοδότης που χρησιμοποιεί εργαζομένους τη νύχτα τακτικά να ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές, εφόσον το ζητήσουν.
Άρθρο 12
Προστασία της ασφάλειας και της υγείας
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα ώστε:
α) οι εργαζόμενοι τη νύχτα και οι εργαζόμενοι σε βάρδιες να απολαύουν προστασίας της υγείας και της ασφάλειάς τους, ανάλογης προς τη φύση της εργασίας τους·
β) οι κατάλληλες υπηρεσίες ή μέτρα προστασίας και πρόληψης στον τομέα της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων τη νύχτα και των εργαζομένων σε βάρδιες να είναι ισοδύναμα με τα προσφερόμενα στους άλλους εργαζομένους και να είναι διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 15
Ευνοϊκότερες διατάξεις
Η παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν ή να θεσπίζουν ευνοϊκότερες νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων ή να ευνοούν ή να επιτρέπουν την εφαρμογή ευνοϊκότερων συλλογικών συμβάσεων ή συμφωνιών μεταξύ κοινωνικών εταίρων για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων.
Άρθρο 16
Περίοδοι αναφοράς
Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν:
α) για την εφαρμογή του άρθρου 5 (εβδομαδιαία ανάπαυση), περίοδο αναφοράς η οποία δεν υπερβαίνει τις 14 μέρες·
β) για την εφαρμογή του άρθρου 6 (ανώτατη εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας), περίοδο αναφοράς η οποία δεν υπερβαίνει τους τέσσερις μήνες.
Οι περίοδοι ετήσιας άδειας μετ' αποδοχών, κατά το άρθρο 7, και οι περίοδοι αδείας ασθενείας δεν συνεκτιμώνται ή είναι ουδέτερες, όσον αφορά τον υπολογισμό του μέσου όρου·
γ) για την εφαρμογή του άρθρου 8 (διάρκεια νυχτερινής εργασίας), περίοδο αναφοράς που καθορίζεται ύστερα από διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους ή με συλλογικές συμβάσεις ή συμφωνίες που συνάπτονται σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο μεταξύ κοινωνικών εταίρων.
Εάν η ελάχιστη περίοδος εικοσιτετράωρης εβδομαδιαίας ανάπαυσης που απαιτείται από το άρθρο 5 εμπίπτει σε αυτή την περίοδο αναφοράς, δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του μέσου όρου.
Σύμφωνα με τις ως άνω πρακτικές των νοσοκομείων, τα στοιχεία και συμπεράσματα της ως άνω μελέτης της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Αθηνών καθώς και τα επίσημα απαντητικά έγγραφα των ως άνω αναφερόμενων νοσοκομείων, το Ελληνικό κράτος και τα αρμόδια όργανα υγείας, όχι μόνον δεν έχουν εναρμονιστεί με την Οδηγία 2003/88/ΕΚ αλλά παραλείπουν επί σειρά ετών να την εφαρμόσουν αφήνοντας να διαιωνίζεται η καταστρατήγηση των εργασιακών δικαιωμάτων του νοσηλευτικού προσωπικού.


ΙV. ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Όπως προκύπτει από το υπ. αριθμ. οικ. 23883/18-2-09 έγγραφο του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης προς την ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ κατατέθηκαν στο Ελληνικό Κοινοβούλιο οι υπ. αριθμ. 2524/27-1-2009 και 1676/14-11-2008 αναφορές από τον Βουλευτή κ.

Ε. Νασιώκα σχετικά με θέματα παραβίασης των εργασιακών δικαιωμάτων του νοσηλευτικού προσωπικού που υπηρετεί στα Ν.Π.Δ.Δ.. Το τμήμα Κοινοβουλευτικού Ελέγχου, Νομοθετικού Συντονισμού και Κωδικοποίησης του Υπουργείου Υγείας σε απάντηση προς την Βουλή, όπως προκύπτει από τα υπ.

αριθμ. 1202/2-2-2009, 2406/17-2-2009, 237/12-1-2009 έγγραφα, αρνείται κατά μεγάλο βαθμό τις καταγγελίες που αναφέρονται στην ως άνω επιστολή της ΠΑ.Σ.Ο.ΝΟ.Π. παρά το γεγονός ότι τα ως άνω αναφερόμενα 28 νοσοκομεία ομολογούν με συγκεκριμένα στοιχεία και αριθμούς, οφειλόμενες άδειες, ημέρες ανάπαυσης και υπερωρίες.

Στο υπ. αριθμ. 1202/2-2-2009 έγγραφο μετά από αναφορά στις συγκεκριμένες αναφορές του Βουλευτή κ. Ε. Νασιώκα, ο Διοικητής της 7ης Υγειονομικής Περιφέρειας Κρήτης κ. Νίκος Κεφαλογιάννης επισημαίνει το εξής:

‘Η περαιτέρω στελέχωση των νοσοκομείων με τις αναγγελθείσες προσλήψεις νοσηλευτικού προσωπικού που έχουν προγραμματισθεί για το τρέχον έτος θα συμβάλλει τα μέγιστα στην ομαλοποίηση των ημερών ανάπαυσης...’.

Όμως, η παρέμβαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου είναι για τους νοσηλευτές απολύτως απαραίτητη καθώς έχουν υπάρξει αμέτρητες αναγγελίες προσλήψεων νοσηλευτικού προσωπικού από κυβερνήσεις στο παρελθόν, δίχως να τηρηθούν και επομένως δίχως αποτέλεσμα για την κατάσταση που επικρατεί στα Ν.Π.Δ.Δ.

για τους νοσηλευτές.

Η αμέλεια και παράλειψη του Ελληνικού κράτους να εναρμονιστεί και να εφαρμόσει πλήρως με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2003/88/ΕΚ καθώς και να τηρεί την ισχύουσα εθνική εργατική νομοθεσία την στιγμή που άλλα Ευρωπαϊκά κράτη έχουν εναρμονιστεί και οι νοσηλευτές τους απολαμβάνουν τα προνόμια που οι Οδηγίες αυτές και τα δικαιώματα αυτά τους προσφέρουν, συνεπάγεται δυσμενή μεταχείριση των νοσηλευτών από το ίδιο το Κράτος και οιονεί άνιση μεταχείριση αυτών σε σχέση με τους λοιπούς Ευρωπαίους νοσηλευτές αλλά και καταναλωτές υπηρεσιών υγείας όσον αφορά την ποιότητα και ασφάλεια των υπηρεσιών.

Επίσης, η Ευρωπαϊκή Συνθήκη η οποία αποτελεί άμεσα εφαρμοστέο δίκαιο για τα κράτη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στις διατάξεις των άρθρων 2 και 3 αναφέρεται στους τομείς της απασχολήσεως, της κοινωνικής ασφάλισης και της υγιεινής και ασφάλειας στους εργασιακούς χώρους.

Οι Κανονισμοί και οι Οδηγίες της Ε.Ε. που αφορούν τα εργατικά δικαιώματα αποτελούν επίσης άμεσα εφαρμοστέο δίκαιο ενόψει της υποχρέωσης των κρατών μελών να ενσωματώσουν τα δικαιώματα που περιλαμβάνονται σε αυτά στο εθνικό δίκαιο με δυνατότητα καταγγελίας ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 226 της συμβάσεως της Ε.Ε., για μη ενσωμάτωση ή εσφαλμένη ενσωμάτωση από κράτος μέλος.

Για παράδειγμα, οι Οδηγίες 75/117 και 76/ 207 του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν άμεση εφαρμογή και δεσμεύουν και τα Ελληνικά Δικαστήρια, επεκτείνουν την ισότητα και πέραν της οικονομικής για κάθε άλλο πλεονέκτημα που παρέχεται από αφορμή την εργασιακή σχέση, όπως για την πρόσβαση στην εργασία, την επαγγελματική εκπαίδευση ή επιμόρφωση, την προαγωγή, τα επιδόματα κλπ.

V. ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 22 ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, το Ελληνικό κράτος δεν προστατεύει τα εργασιακά δικαιώματα των νοσηλευτών όπως οφείλει σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του Ελληνικού Συντάγματος, αλλά επιτρέπει να διαιωνίζεται μία πλέον θεσμοθετημένη πρακτική καταστρατήγησης και παραβίασης των εργασιακών δικαιωμάτων των νοσηλευτών στα Ν.Π.Δ.Δ.

σε αντίθεση με τις διατάξεις του άρθρου 22 οι οποίες προβλέπουν ως εξής:

‘1. Η εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το Κράτος, που μεριμνά για τη δημιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών και για την ηθική και υλική εξύψωση του εργαζόμενου αγροτικού και αστικού πληθυσμού.

Όλοι οι εργαζόμενοι, ανεξάρτητα από φύλο ή άλλη διάκριση, έχουν δικαίωμα ίσης αμοιβής για παρεχόμενη εργασία ίσης αξίας...’.

Είναι γεγονός, ότι το Ελληνικό κράτος, με την παράλειψη εφαρμογής αποτελεσματικών μέτρων πρόσληψης και την αδιαφορία για τις παραβιάσεις και καταστρατηγήσεις των δικαιωμάτων των νοσηλευτών Ν.Π.Δ.Δ., δεν προστατεύεται η εργασία τους αλλά αντιθέτως εμποδίζεται, με συνέπεια ο πολίτης να μην απολαμβάνει την επαρκή περίθαλψη την οποία δικαιούται.

Συνημμένα

1. την υπ. αριθμ. 256/03.07.2008 επιστολή της ΠΑ.Σ.Ο.ΝΟ.Π. προς τοΥπουργείο Εσωτερικών, Γενική Γραμματεία Δημόσιας Διοίκησης

2. την υπ. αριθμ. ΔΙΑΔΠ/Γ2γ/17926/14.8.2008 επιστολή του Υπουργείου Εσωτερικών προς το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Διεύθυνση προσωπικού Νομικών Προσώπων.

3. την υπ. αριθμ. Υ10β/Γ.Π. 115081/23.10.2008 επιστολή του Υπουργείου Υγείας προς όλες τις υγειονομικές περιφέρειες της Ελλάδος.

4. το υπ. αριθμ. Φ6/17401/5.11.2008 έγγραφο του Υπουργείου Υγείας προς Πίνακα Αποδεκτών (νοσοκομεία αναφέρονται στην προσφυγή)

5. το υπ. αριθμ. Οικ. 1186/20.1.09 έγγραφο της Διοίκησης της 1ης Υγειονομικής Περιφέρειας προς το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης

6. το υπ. αριθμ. Φ6/20890/14.1.2009 έγγραφο της Διοίκησης της 5ης Υγειονομικής Περιφέρειας προς το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης

7. το υπ. αριθμ. ΔΑΑΔ.2560/1800/30-01-2009 έγγραφο της 2ης Υγειονομικής Περιφέρειας, Πειραιώς και Αιγαίου προς το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης

8. το υπ. αριθμ. Δ3/12-1-2009 απαντητικό έγγραφο του Γενικού Νοσοκομείου Αττικής ‘Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ’ προς την 1η Υγειονομική Περιφέρεια Αττικής

9. Μελέτη του Κέντρου Μελετών Υπηρεσιών Υγείας, Εργαστηρίου Υγιεινής και Επιδημιολογίας, Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Μάιος 2008, Γιάννης Τούντας και Συνεργάτες με τίτλο ‘ΟΙ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΥΓΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 1996-2006’,

10. ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΟΔΗΓΙΑ 2003/88/ΕΚ

11. το υπ. αριθμ. οικ. 23883/18-2-09 έγγραφο του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης προς την ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

12. το υπ. αριθμ. 1202/2-2-2009 έγγραφο του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης προς το Τμήμα Κοινοβουλευτικού Ελέγχου, Νομοθετικού Συντονισμού και Κωδικοποίησης

13. το υπ. αριθμ. 2406/17-2-2009 της 5ης Υγειονομικής Περιφέρειας προς το Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης

14. το υπ. αριθμ. 237/12-1-2009 έγγραφο της 5ης Υγειονομικής Περιφέρειας προς το Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Τμήμα Κοινοβουλευτικού Ελέγχου, Νομοθετικού Συντονισμού και Κωδικοποίησης

15. ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΟΔΗΓΙΑ 75/117/ΕΚ

16. ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΟΔΗΓΙΑ 76/207/ΕΚ

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Συμβουλές για γιορτές με υγεία
Χριστουγεννιάτικα δώρα ζωής - Το σήμερα και το αύριο των μεταμοσχεύσεων
Πώς να φροντίσετε τον εαυτό σας αν οι γιορτές σας φαίνονται ''δύσκολες''