Η αυτεπάγγελτη έρευνα της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού και η Εξέταση της καταγγελίας της εταιρείας INTERMED ΑΒΕΕ, για διαπίστωση τυχόν παραβάσεων των άρθρων 1 και 2 του ν. 3959/2011 και 101 και 102 ΣΛΕΕ (Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης), από την εταιρεία FREZYDERM ΑΒΕΕ, στην σχετική αγορά παραγωγής και εμπορίας εν γένει καλλυντικών προϊόντων, ειδών προσωπικής και βρεφικής περιποίησης, «παραφαρμακευτικών» και άλλων συναφών προϊόντων, θα είναι το θέμα της Συνεδρίασης που θα έχει η Ολομέλεια της Ανεξάρτητης Αρχής στις 26 Μαρτίου 2021.
Για το θέμα ζητήσαμε να τοποθετηθούν στελέχη των δύο εταιρειών και η απάντηση που λάβαμε -και από τις δύο- είναι ότι ‘’αναμένουμε την απόφαση της Ολομέλειας’’.
Υπογραμμίζεται ότι ο ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘΜ. 3959 αφορά την Προστασία του ελεύθερου ανταγωνισμού. Ειδικότερα δε, τα υπό εξέταση άρθρα, αναφέρονται στα εξής:
Άρθρο 1. Απαγορευμένες συμπράξεις
1. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, απαγορεύονται όλες οι συμφωνίες και εναρμονισμένες πρακτικές μεταξύ επιχειρήσεων και όλες οι αποφάσεις ενώσεων επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα την παρεμπόδιση, τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού στην Ελληνική Επικράτεια, και ιδίως εκείνες οι οποίες συνίστανται:
α) στον άμεσο ή έμμεσο καθορισμό των τιμών αγοράς ή πώλησης ή άλλων όρων συναλλαγής,
β) στον περιορισμό ή στον έλεγχο της παραγωγής, της διάθεσης, της τεχνολογικής ανάπτυξης ή των επενδύσεων,
γ) στην κατανομή των αγορών ή των πηγών εφοδιασμού,
δ) στην εφαρμογή στο εμπόριο άνισων όρων για ισοδύναμες παροχές, ιδίως στην αδικαιολόγητη άρνηση πώλησης, αγοράς ή άλλης συναλλαγής, κατά τρόπο που δυσχεραίνει τη λειτουργία του ανταγωνισμού,
ε) στην εξάρτηση της σύναψης συμβάσεων από την αποδοχή, εκ μέρους των συναλλασσόμενων, πρόσθετων παροχών, οι οποίες από τη φύση τους ή σύμφωνα με τις εμπορικές συνήθειες δεν συνδέονται με το αντικείμενο των συμβάσεων αυτών.
2. Συμφωνίες και αποφάσεις ενώσεων επιχειρήσεων που εμπίπτουν στην παράγραφο 1 και στις οποίες δεν εφαρμόζεται η παράγραφος 3 είναι αυτοδικαίως άκυρες.
3. Συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές, που εμπίπτουν στην παράγραφο 1, δεν απαγορεύονται, εφόσον πληρούν αθροιστικά τις κατωτέρω προϋποθέσεις:
α) συμβάλλουν στη βελτίωση της παραγωγής ή της διανομής των προϊόντων ή στην προώθηση της τεχνικής ή οικονομικής προόδου,
β) εξασφαλίζουν συγχρόνως στους καταναλωτές εύλογο τμήμα από το όφελος που προκύπτει,
γ) δεν επιβάλλουν στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις περιορισμούς μη απαραίτητους για την επίτευξη των στόχων αυτών και
δ) δεν παρέχουν τη δυνατότητα κατάργησης του ανταγωνισμού ή κατάργησης αυτού σε σημαντικό τμήμα της σχετικής αγοράς.
4. Οι Κανονισμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί εφαρμογής της παραγράφου 3 του άρθρου 101 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) σε ορισμένες κατηγορίες συμφωνιών, αποφάσεων ενώσεων επιχειρήσεων ή εναρμονισμένων πρακτικών (Κανονισμοί ομαδικής απαλλαγής) εφαρμόζονται αναλόγως για την υπαγωγή στην παράγραφο 3 συμφωνιών, αποφάσεων και εναρμονισμένων πρακτικών που δεν είναι πιθανόν να επηρεάσουν το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 101 ΣΛΕΕ.
Αρθρο 2 Καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης
1. Απαγορεύεται η καταχρηστική εκμετάλλευση από μία ή περισσότερες επιχειρήσεις της δεσπόζουσας θέσης στο σύνολο ή μέρος της αγοράς της Ελληνικής Επικράτειας.
2. Η καταχρηστική αυτή εκμετάλλευση μπορεί να συνίσταται ιδίως:
α) στην άμεση ή έμμεση επιβολή μη εύλογων τιμών αγοράς ή πωλήσεως ή άλλων όρων συναλλαγής,
β) στον περιορισμό της παραγωγής, της διάθεσης ή της τεχνολογικής ανάπτυξης με ζημία των καταναλωτών,
γ) στην εφαρμογή στο εμπόριο άνισων όρων για ισοδύναμες παροχές, ιδίως στην αδικαιολόγητη άρνηση πώλησης, αγοράς ή άλλης συναλλαγής, με αποτέλεσμα να περιέρχονται ορισμένες επιχειρήσεις σε μειονεκτική θέση στον ανταγωνισμό,
δ) στην εξάρτηση της σύναψης συμβάσεων από την αποδοχή, εκ μέρους των συναλλασσόμενων, πρόσθετων παροχών, οι οποίες από τη φύση τους ή σύμφωνα με τις εμπορικές συνήθειες δεν συνδέονται με το αντικείμενο των συμβάσεων αυτών.
Τι ορίζει ο Κανονισμός στην ΕΕ
Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), προς το συμφέρον τόσο των καταναλωτών όσο και των επιχειρήσεων, διαθέτει κανόνες με σκοπό να κρίνονται παράνομες οι συμπράξεις (καρτέλ) που καθορίζουν τις τιμές ή διαμοιράζουν τις αγορές μεταξύ ανταγωνιστών. Η ΕΕ επιδιώκει επίσης να αποτρέπει τις εταιρείες από το να εκμεταλλεύονται καταχρηστικά τη δεσπόζουσα θέση τους σε μια αγορά, για παράδειγμα, χρεώνοντας αθέμιτες τιμές ή περιορίζοντας την παραγωγή.
Τι προβλέπει ;
Ο κανονισμός εφαρμόζει τους κανόνες ανταγωνισμού της ΕΕ που καθορίζονται στο άρθρο 101 (εναρμονισμένες πρακτικές που περιορίζουν τον ανταγωνισμό) και στο άρθρο 102 (καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) [πρώην άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (Συνθήκη ΕΚ)]. Ο παρών κανονισμός προέβλεψε κανόνες που άλλαξαν, πρωτίστως, τις πτυχές της πολιτικής της ΕΕ για τον ανταγωνισμό που αφορούν την επιβολή του νόμου.
Επιτρέπει στους κανόνες ανταγωνισμού που προηγουμένως εφαρμόζονταν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επιβάλλονται εφεξής σε αποκεντρωμένη βάση, από τις αρχές ανταγωνισμού των χωρών της ΕΕ. Έτσι, ενίσχυσε τον ρόλο των εθνικών αντιμονοπωλιακών αρχών και δικαστηρίων όσον αφορά την επιβολή της νομοθεσίας της ΕΕ περί ανταγωνισμού. Τούτο επιτρέπει στην Επιτροπή να επικεντρώνει τους πόρους της στην επιβολή του νόμου στις πιο σοβαρές παραβάσεις του ανταγωνισμού με διασυνοριακό χαρακτήρα.
Βασικά σημεία
Διαδικασίες του άρθρου 101 (ΣΛΕΕ) - αντιμονοπωλιακή νομοθεσία
Οι περιπτώσεις διενέργειας έρευνας όσον αφορά αντίθετες προς τον ανταγωνισμό συμφωνίες (π.χ. συμπράξεις) ξεκινούν από:
- μια καταγγελία (π.χ. από ανταγωνιστή)
- την πρωτοβουλία της αρχής ανταγωνισμού (εθνική αρχή ή Ευρωπαϊκή Επιτροπή)
μια αίτηση στο πλαίσιο προγράμματος επιεικούς μεταχείρισης (όπου ένας συμμετέχων σε συμπράξεις μπορεί να αποφύγει πρόστιμο ή να μειώσει αυτό το πρόστιμο εάν παράσχει πληροφορίες για τη σύμπραξη).
Όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεκινάει έρευνα, διαθέτει ευρείες εξουσίες. Αυτές οι εξουσίες περιλαμβάνουν το δικαίωμα να απαιτεί πληροφορίες από εταιρείες, αλλά επίσης να εισέρχεται στις εγκαταστάσεις εταιρειών, να κατάσχει τα αρχεία τους και να εξετάζει τους εκπροσώπους τους.
Εάν η Επιτροπή, βάσει των αρχικών ερευνών της, αποφασίσει να διεξαγάγει εμπεριστατωμένη έρευνα, συντάσσει μια κοινοποίηση των αιτιάσεων, την οποία αποστέλλει στις εν λόγω εταιρείες.
Οι εταιρείες που αποτελούν αντικείμενο έρευνας μπορούν να έχουν πρόσβαση στον φάκελο της Επιτροπής και να απαντήσουν στην κοινοποίηση των αιτιάσεων. Επίσης, μπορούν να ζητήσουν ακρόαση. Εάν η Επιτροπή, μετά από αυτό το στάδιο, εξακολουθεί να πιστεύει ότι υπάρχει παράβαση, μπορεί να εκδώσει απόφαση παράβασης η οποία ενδέχεται να προβλέπει την επιβολή προστίμων στους διαδίκους.
Η Επιτροπή μπορεί, αντίθετα, να εγκρίνει απόφαση δέσμευσης όπου δεν επιβάλλονται πρόστιμα. Σε αυτή την περίπτωση, οι διάδικοι συμφωνούν να αντιμετωπίσουν τις ανησυχίες της Επιτροπής για τον ανταγωνισμό, κανονικά, για δεδομένη περίοδο. Εάν παραβιάσουν την εν λόγω δέσμευση, μπορεί να τους επιβληθεί πρόστιμο.
Οι διάδικοι μπορούν να ασκήσουν προσφυγή κατά των αποφάσεων της Επιτροπής στο Γενικό Δικαστήριο
Δυνάμει της οδηγίας 2014/104/ΕΕ, τα θιγόμενα πρόσωπα από συμπράξεις ή αντιμονοπωλιακές παραβάσεις μπορούν να αποζημιωθούν για τις ζημίες τους.
Διαδικασίες του άρθρου 102 (ΣΛΕΕ) - καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης
Μια εθνική αρχή ανταγωνισμού ή η Επιτροπή δύναται να αρχίσει έρευνα με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν καταγγελίας.
Το πρώτο καίριο βήμα σε τέτοιες περιπτώσεις είναι η αξιολόγηση του εάν η εμπλεκόμενη εταιρεία είναι «δεσπόζουσα». Η εν λόγω αξιολόγηση αφορά τον προσδιορισμό της αγοράς της εταιρείας τόσο ως προς το προϊόν (τα προϊόντα) που προσφέρει όσο και τη γεωγραφική περιοχή μέσα στην οποία πωλούνται αυτά. Κατά γενικό κανόνα, εάν το μερίδιο της αγοράς είναι μικρότερο από 40 %, είναι απίθανο να είναι δεσπόζουσα.
Επίσης, λαμβάνονται υπόψη άλλες περιστάσεις, όπως εάν υπάρχουν φραγμοί που εμποδίζουν να εισέλθουν νεοεισερχόμενοι στην αγορά ή ο βαθμός κατά τον οποίον η εταιρεία που αποτελεί αντικείμενο έρευνας συμμετέχει σε διάφορα επίπεδα της αλυσίδας εφοδιασμού (γνωστός ως «κάθετη ενοποίηση»).
Το επόμενο βήμα είναι να αποκαλυφθεί εάν γίνεται καταχρηστική εκμετάλλευση αυτής της δεσπόζουσας θέσης λόγω πρακτικών όπως εξοντωτική τιμολόγηση (τιμές που αποκλείουν ανταγωνιστές), επιμονή ότι η εταιρεία είναι ο αποκλειστικός προμηθευτής κ.λπ.
Οι αρχές ανταγωνισμού διαθέτουν τις ίδιες εξουσίες έρευνας όπως και για τις διαδικασίες του άρθρου 101. Επίσης πανομοιότυπα είναι ζητήματα όπως τα δικαιώματα υπεράσπισης, το σύστημα κοινοποιήσεων των αιτιάσεων, οι αποφάσεις δέσμευσης, τα πρόστιμα και η αποζημίωση.
Τέλος, ένα ευρωπαϊκό δίκτυο ανταγωνισμού, που απαρτίζεται από τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού και την Επιτροπή, τους επιτρέπει να ανταλλάσσουν πληροφορίες, μεταξύ άλλων και εμπιστευτικές πληροφορίες, προκειμένου να βοηθηθούν στην επιβολή του νόμου όσον αφορά παραβιάσεις των κανόνων ανταγωνισμού.
Πηγές:
1) https://www.epant.gr/xronodiagramma/desmeyseis-apo-tin-etairia-ntiatzeo-ellas-anonymi-etairia-emporias-eisagogon-kai-antiprosopeion-poton-36.html 2) https://www.taxheaven.gr/law/3959/2011 3) https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/?uri=LEGISSU
Ειδήσεις υγείας σήμερα
Η διέγερση νωτιαίου μυελού ως σύγχρονη λύση για τον χρόνιο πόνο
Θεσσαλονίκη: Αλυσίδα ζωής ξημερώματα Χριστουγέννων στο ‘’Γ.Παπανικολάου’’
Πέντε φαρμακοβιομηχανίες στις 5 πιο κερδοφόρες εταιρείες στον κόσμο το 2025