Η post COVID κλινική παρακολούθηση ασθενών που έχουν αναρρώσει από κορωνοϊό είναι μια αναγκαιότητα, καθώς η λοίμωξη από SARS-CoV-2 μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές αναπνευστικές επιπλοκές, όπως διάμεση πνευμονοπάθεια, βροχοεκτασίες, πνευμονική αγγειακή νόσος κ.ά. οι οποίες μπορεί να εμμένουν μήνες μετά την ανάρρωση.

Τα αποτελέσματα μελέτης που έγινε από γιατρούς της Πνευμονολογικής Κλινικής του ΔΠΘ στο Πανεπιστημιακό νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης, όπως παρουσιάστηκαν στο 4ο Πανελλήνιο Συνέδριο Νοσημάτων Θώρακος στη Θεσσαλονίκη, φανερώνουν πως στη μεγάλη πλειονότητα των ασθενών ο απεικονιστικός έλεγχος τρεις μήνες μετά την ανάρρωση καταγράφει εμμένουσες αλλοιώσεις στους πνεύμονες. Παρ΄όλα αυτά, η αναπνευστική λειτουργία έχει επανέλθει σε φυσιολογικά επίπεδα, στην πλειονότητα των ασθενών.

Στη μελέτη (Ε. Τιρικίδου, Π. Ντόλιος, Κ. Χαδιά, Ε. Χαρισιάδου, Κ. Μπονέλης, Γ. Μπατζάκ. Στ. Ανευλαβής, Π. Στειρόπουλος), συμπεριελήφθησαν συνολικά 33 ασθενείς, ηλικίας 25 ως 87 ετών. Οι 18 ήταν άνδρες και οι 15 γυναίκες. Οι 17 εκ των ασθενών (51,5%) νοσηλεύτηκαν για την αντιμετώπιση της νόσου COVID-19 και τρεις εξ αυτών διασωληνώθηκαν. Οι 20 ασθενείς δεν είναι καπνιστές, 2 είναι ενεργοί καπνιστές και 9 έχουν διακόψει το κάπνισμα.

Σκοπός της μελέτης ήταν να καθοριστεί: α) εάν οι ασθενείς που νόσησαν από COVID-19 έχουν μακροπρόθεσμα ακτινολογικές αλλοιώσεις, β) εάν ο λειτουργικός έλεγχος της αναπνευστικής λειτουργίας, συμπεριλαμβανομένων των στατικών όγκων και της διαχυτικής ικανότητας, βοηθά στην αναγνώριση αυτών των ασθενών και γ) εάν η βαρύτητα της COVID-19 σχετίζεται με την ανάπτυξη των αναπνευστικών διαταραχών.

Αποτελέσματα και ερμηνεία

Στον τρίμηνο επανέλεγχο, μόνο σε 4 από τους 33 ασθενείς (ποσοστό 12,1%) δεν ανευρέθηκαν αλλοιώσεις στην αξονική τομογραφία θώρακα. Από τους 29 ασθενείς που παρουσίασαν εμμένουσες αλλοιώσεις, ανεξάρτητα αν χρειάστηκαν ή όχι νοσηλεία, οι 21 (63,6%) εμφάνισαν αλλοιώσεις δίκην θολής υάλου, οι 8 (24,2%) ινώδη στοιχεία, άλλοι 8 (24,2%) βροχοεκτασίες εξ έλξεως και οι 5 (15,1%) υποϋπεζωκοτικά οζίδια.

Ακολούθησε επανεξέταση σε ό,τι αφορά τις λειτουργικές δοκιμασίες πνεύμονα, η οποία περιελάμβανε, μεταξύ άλλων, σπιρομέτρηση και εξάλεπτη δοκιμασία βάδισης.

Η διαδικασία ανέδειξε φυσιολογικές τιμές FVC (δυναμική ζωτική χωρητικότητα) και TLC (ολική πνευμονική χωρητικότητα) στο 87% και το 72,2% των ασθενών, αντίστοιχα, σε τιμές >80% της προβλεπόμενης, ενώ η φυσιολογική ικανότητα διάχυσης DLCO παρατηρήθηκε στο 73,9% των ασθενών. Σε ό,τι αφορά την εξάλεπτη δοκιμασία βάδισης, όλοι οι ασθενείς πλην ενός την ολοκλήρωσαν με επιτυχία, με μέση τιμή προβλεπόμενης διανυθείσας απόστασης 95,4 στους άνδρες και 94,6 στις γυναίκες.

  Με ακτινολογικές αλλοιώσεις Χωρίς ακτινολογικές αλλοιώσεις
Αριθμός ασθενών 29 4
Μέση ηλικία 59 (44-87) 36,8 (25-55)
FVC (>80% προβλ.τιμής) 87% 100%
TLC (>80%
προβλ.τιμής)
78,2% 100%
DLCO 73,9% 100%
Επιτυχής 6λεπτη
δοκιμασία βάδισης
96% 100%

Όπως φαίνεται και στον πίνακα, η μέση ηλικία των ατόμων με ακτινολογικές αλλοιώσεις ήταν τα 59 έτη, έναντι 36,8 ετών αυτών με "καθαρή" αξονική θώρακα. Οι τελευταίοι στο σύνολό τους εμφάνισαν φυσιολογικές τιμές στις λειτουργικές δοκιμασίες πνεύμονα.

"Στον τρίμηνο επανέλεγχο, η πλειονότητα των ασθενών που νόσησαν από COVID-19, ανεξάρτητα αν χρειάστηκαν ή όχι νοσηλεία, εμφανίζει εμμένοντα ακτινολογικά ευρήματα στην αξονική τομογραφία θώρακα, αλλά η αναπνευστική τους λειτουργία είναι φυσιολογική", ανέφερε η Ε. Τιρικίδου, συνοψίζοντας τα ευρήματα της μελέτης.

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Άρση των έκτακτων υγειονομικών μέτρων προστασίας της Δημόσιας Υγείας κατά της CoViD
Νέα εκστρατεία ενημέρωσης για την ατοπική δερματίτιδα
Πώς μπορεί η βιταμίνη D να βελτιώσει την ανοσία έναντι του καρκίνου [μελέτη]