Εντός του επόμενου μήνα αναμένεται να βγάλει η Επιτροπή Ανταγωνισμού σε δημόσια διαβούλευση την Κλαδική Ερευνα αναφορικά με την Παροχή Ιδιωτικών Υπηρεσιών Υγείας και συναφών Υπηρεσιών Ασφάλισης.

Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, η ημερομηνία που έχει κλειδώσει για την δημόσια διαβούλευση είναι η 21η Οκτωβρίου. Σύμφωνα με τις πηγές μας, η παρακολούθηση της διαβούλευσης θα είναι και με φυσική παρουσία αλλά και με δυνατότητα συμμετοχής σε αυτή εξ αποστάσεως.

Η συμμετοχή στη διαβούλευση είναι ανοιχτή σε οποιονδήποτε είναι σε θέση εύλογα να παρέχει χρήσιμες πληροφορίες και σχόλια για κάποιο ή κάποια από τα ζητήματα που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας κλαδικής έρευνας, όπως:

  • Επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε όλες τις βαθμίδες παροχής ιδιωτικών ιατρικών υπηρεσιών (κλινικές, νοσοκομεία, διαγνωστικά κέντρα κα)
  • Επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην παροχή ασφαλιστικών υπηρεσιών υγείας
  • Επιχειρήσεων προμηθευτών ιατρικών μονάδων για την συλλογή, επεξεργασία και διαχείριση δεδομένων
  • Ενώσεων / συνδέσμων διαφόρων ειδικοτήτων ιατρών
  • Λοιπών συνδέσμων και σωματείων προμηθευτών, πελατών, εργαζομένων
  • Εκπροσώπων της πανεπιστημιακής κοινότητας και ερευνητών

Πριν από την διαβούλευση, κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί να εκδηλώσει το ενδιαφέρον του να συμμετάσχει ή να να την παρακολουθήσει, καθώς και να υποβάλλει σε συγκεκριμένη ηλεκτρονική διεύθυνση  τα σχόλια και τις θέσεις του αναφορικά με τις συνθήκες του ανταγωνισμού στον ευρύτερο κλάδο, έτσι ώστε αυτά να συζητηθούν στο πλαίσιο της προγραμματιζόμενης συνάντησης.

Η Επιτροπή Ανταγωνισμού σκοπεύει να επεξεργαστεί τα υπομνήματα που θα συγκεντρωθούν και θα  δημοσιεύσει έναν ανώνυμο περιληπτικό πίνακα των προβλημάτων δίνοντας έτσι την ευκαιρία στους συμμετέχοντες να εκφράσουν τις απόψεις τους .

Ο σχεδιασμός της Επιτροπής Ανταγωνισμού είναι να υπάρξει και δεύτερη διαβούλευση για την κλαδική έρευνα το 2022, οπότε και θα δημοσιευτεί η τελική έκθεση (το 2022).

Στο πλαίσιο της κλαδικής έρευνας η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει επικεντρωθεί σε ζητήματα όπως:

  • η οριοθέτηση, ορισμός και χαρτογράφηση των σχετικών αγορών,
  • η αξιολόγηση τυχόν ισχύος στις επιμέρους αγορές καθώς και ο ορισμός του οικοσυστήματος που δημιουργείται με τις σχέσεις αλληλοεξάρτησης, διαρθρωτικές σχέσεις και μετοχικές σχέσεις μεταξύ των παικτών,
  • η αποτύπωση των παραμέτρων εκείνων που δημιουργούν το πλαίσιο ανταγωνισμού σε οριζόντιο και κάθετο επίπεδο,
  • η αξιολόγηση της διαπραγματευτικής ισχύος που δημιουργείται σε όλη την αλυσίδα αξίας στην παροχή και χρηματοδότηση των υπηρεσιών υγείας,
  • το ρυθμιστικό και εποπτικό πλαίσιο στις αγορές αυτές, με έμφαση σε τυχόν απαιτήσεις αδειοδότησης, τυχόν ασάφειες ή κενά του πλαισίου αυτού και τυχόν επιπτώσεις στην είσοδο νέων παικτών ή στην επέκταση ήδη υπαρχόντων,
  • η συλλογή, διαχείριση και αξιοποίηση των ιατρικών και άλλων δεδομένων και η διαπραγματευτική δύναμη που αυτά προσδίδουν στον ιδιοκτήτη τους, πιθανές αστοχίες στις αγορές (market failures),
  • τυχόν χρήση μηχανισμών χορήγησης πρόσβασης σε δεδομένα κατά τρόπο που μπορεί να οδηγεί σε πρακτικές αποκλεισμού των ανταγωνιστών,
  • αξιολόγηση της καταλληλότητας των εργαλείων του δικαίου ανταγωνισμού να αντιμετωπίσει εντοπιζόμενα ζητήματα σε σύγκριση με τομεακά νομοθετήματα.

Σύμφωνα με την ενημέρωση που έχει η Επιτροπή Ανταγωνισμού στην ιστοσελίδα της για το πως διαμορφώνονται σήμερα οι κλάδοι παροχής ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας και συναφών υπηρεσιών ασφάλισης :

Το ελληνικό Εθνικό Σύστημα Υγείας προσφέρει μεν καθολική κάλυψη, στηριζόμενο στη φορολογία αλλά και στην ασφάλιση, και επιπλέον εμφανίζει και πάρα πολύ μεγάλη συμμετοχή της ιδιωτικής δαπάνης. Στη χώρα μας το 90% των ιδιωτικών δαπανών για την υγεία προέρχεται απευθείας από τους "χρήστες" (τους πολίτες), και μόνο το 10% καλύπτεται από τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες. Στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες συμβαίνει το ανάποδο.

Οι ιδιωτικές υπηρεσίες υγείας διακρίνονται στις κλινικές που παρέχουν Δευτεροβάθμια Φροντίδα Υγείας και στα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα και πολυιατρεία καθώς και τα προσωπικά ιατρεία ιδιωτών που παρέχουν Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. Οι ιδιωτικές κλινικές, όπως και τα δημόσια νοσοκομεία, διακρίνονται σε Γενικές (παθολογικό και τμήμα γενικής χειρουργικής), Μικτές (τμήματα νοσηλείας και περισσότερα του ενός τμήματα παθολογίας και γενικής χειρουργικής) και Ειδικές (τμήματα νοσηλείας αποκλειστικά μιας ειδικότητας).

Σύμφωνα με την ετήσια απογραφική έρευνα θεραπευτηρίων της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) ο αριθμός των θεραπευτηρίων, ιδιωτικές κλινικές και δημόσια νοσοκομεία, στην Ελλάδα το 2019 ανήλθε σε 269 μονάδες, σημειώνοντας μείωση την τελευταία τετραετία κατά 3,9%. Με βάση το νομικό καθεστώς τους, το μεγαλύτερο ποσοστό (52,4%) των θεραπευτηρίων κατά το 2019 ήταν ιδιωτικά. Κατά το 2019, το 63,2% των θεραπευτηρίων ήταν Γενικά, το 32,0% Ειδικά, διαφόρων ειδικοτήτων και το 4,8% Μικτά.

Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο παρατηρούνται ανακατατάξεις στο χώρο των ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας συντελώντας στη συγκέντρωση του κλάδου. Εν προκειμένω, στην αγορά ιδιωτικών υπηρεσιών Δευτεροβάθμιας Φροντίδας υγείας φαίνεται ότι οι πέντε (5) μεγαλύτεροι όμιλοι κατέχουν το 46% (CR5=46%) περίπου της συνολικής αγοράς ενώ η συγκέντρωση της αγοράς ιδιωτικών υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας υγείας, ήτοι στα διαγνωστικά κέντρα, είναι τέτοια ώστε οι τρεις (3) μεγαλύτεροι όμιλοι κατέχουν το 37% (CR3=37%) περίπου της συνολικής αγοράς.

Σχετικά με τον κλάδο ιδιωτικής ασφάλισης, παρατηρείται ότι στην Ελλάδα η διείσδυση του πληθυσμού σε αυτόν συγκριτικά με την Ευρώπη είναι περιορισμένη καθώς οι Έλληνες εξακολουθούν να έχουν περιορισμένη ασφαλιστική συνείδηση. Συγκεκριμένα τα ασφάλιστρα εκτιμάται ότι αποτελούν το 2,0% του ΑΕΠ στην Ελλάδα (2019) ενώ αντίστοιχα στην ΕΕ-28 αποτελούν το 7,45% (2018).

Στον κλάδο δραστηριοποιείται μικρός αριθμός μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεων με ισχυρή διαπραγματευτική δύναμη και σημαντικό μερίδιο στην αγορά, ενώ οι υπόλοιπες επιχειρήσεις είναι μικρο-μεσαίου μεγέθους, αλλά πολυπληθείς ανταγωνιζόμενες για μικρότερο μερίδιο της αγοράς. Συνολικά, ο αριθμός των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην ελληνική αγορά ανερχόταν σε 53 το 2018 όταν το 2006 ανερχόταν σε 86 εκ των οποίων 22 δραστηριοποιούνταν σε ασφάλειες ζωής και σε ασφάλειες υγείας.

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, το 2020 δραστηριοποιούνται συνολικά στην αγορά μόνο 33 επιχειρήσεις. Στην παροχή υπηρεσιών ασφάλισης υγείας εκτιμάται ότι οι τρεις (3) μεγαλύτερες εταιρείες κατέχουν περίπου το 50% (CR3=50%) της εν λόγω αγοράς. Σημαντικές συγκεντρώσεις έχουν λάβει χώρα και σε αυτόν τον κλάδο και η σχετική τάση ενδέχεται να συνεχιστεί.

Σημειώνεται δε ότι τα ασφάλιστρα υγείας την τελευταία τετραετία έχουν αυξηθεί σημαντικά . Το 2019 εκτιμάται ότι τα ασφάλιστρα υγείας ανήλθαν σε 254,3 εκατ. ευρώ., αυξημένα κατά 9,1% σε σύγκριση με το 2018. 

Ειδήσεις υγείας σήμερα
FAMAR: Νέες Επενδύσεις στο Κέντρο Διανομής στη Θήβα
Τι παραλήρημα ασθενών μετά από έμφραγμα επιδεινώνει την έκβασή τους
Nέος Κώδικας Φαρμακευτικής Δεοντολογίας