Με κρίση από επταμελή επιτροπή, που θα συγκροτηθεί από το υπουργείο Υγείας, θα μπορούν να ασκούν την ειδικότητα του διαβητολόγου παθολόγοι και γιατροί λοιπών ειδικοτήτων.

Αυτό επισημαίνεται σε διευκρινίσεις που εξέδωσε την Τρίτη η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας, έπειτα από τον θόρυβο που έχει προκύψει από τις αλλαγές στη χορήγηση της ειδικότητας.

Σύμφωνα με την πολιτική ηγεσία, παθολόγοι και παιδίατροι θα μπορούν να ασκούν τη Διαβητολογία έπειτα από διετή εκπαίδευση σε Διαβητολογικό Κέντρο και απόκτηση της εξειδίκευσης με εξετάσεις.

Όσον αφορά τους μέχρι τώρα ασχολούμενους με τη νόσο, εφόσον το επιθυμούν θα υποβάλλουν το βιογραφικό τους και θα κριθούν από την αρμόδια επταμελή επιτροπή, στην οποία μετέχουν τρεις παθολόγοι, τρεις ενδοκρινολόγοι και ένας παιδίατρος.

Η επιτροπή συγκροτείται με υπουργική απόφαση, έπειτα από γνωμοδότηση του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕΣΥ). Μόνον οι παραπάνω κατηγορίες γιατρών θα δικαιούνται νόμιμα να φέρουν το τίτλο του “διαβητολόγου”.

Από το υπουργείο Υγείας επισημαίνεται πως τα παραπάνω δεν σχετίζονται, ούτε κατά ελάχιστο, με περιορισμούς στη συνταγογραφία των θεραπευτικών σκευασμάτων που είναι απαραίτητα για τους διαβητικούς ασθενείς.

Γίνεται λόγος για συντεχνιακά συμφέροντα, με χαρακτηριστικό το ότι στην Ελληνική Ενδοκρινολογική Εταιρεία κατατέθηκε, από μικρή ομάδα ενδοκρινολόγων, πρόταση διαγραφής του προέδρου του ΚΕΣΥ, που ως γνωστόν είναι καθηγητής Ενδοκρινολογίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών.

Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας εκτιμά πως η θέσπιση εξειδίκευσης στον σακχαρώδη διαβήτη θα συμβάλλει στον καθορισμό ενός αυστηρά ελεγχόμενου πλαισίου εκπαίδευσης και αξιολόγησης των εξειδικευόμενων.

Τυποποίηση

Με τον τρόπο αυτό θα διασφαλισθεί η τυποποίηση και το υψηλό επίπεδο της εκπαίδευσης και της επιμόρφωσης σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, ώστε να παραχθούν πιστοποιημένα στελέχη για τις ανάγκες της εκπαίδευσης γιατρών.

Εκτιμάται πως αυτό θα βοηθήσει στην ποιοτικότερη παροχή υπηρεσιών υγείας στους διαβητικούς και θα αποκαταστήσει το επιστημονικά τελείως αδιανόητο οι ενδοκρινολόγοι, που είναι ιατροί ενηλίκων, να αντιμετωπίζουν ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη παιδικής και εφηβικής ηλικίας.

Σημειώνει πως η κατάσταση ήταν πλήρως άναρχη και πως η ανεπαρκής θεσμική θωράκιση και η “αγορά” ρύθμιζε κάθε δραστηριότητα (κλινική, εκπαιδευτική, ερευνητική).

Ο τίτλος του “διαβητολόγου” στο ΕΣΥ και στην ιδιωτική ιατρική, χρησιμοποιείτο κατά το δοκούν είτε αφορούσε παθολόγο, ενδοκρινολόγο, παιδίατρο και γενικό γιατρό. Μια πρόχειρη ματιά στο διαδίκτυο μπορεί να πιστοποιήσει τα παραπάνω.

Αλλαγές

Με τις παρεμβάσεις του υπουργείου ο τίτλος της Ενδοκρινολογίας αλλάζει σε “Ενδοκρινολογία - Διαβήτης και Μεταβολισμός”, με τον οποίο πιστοποιείται ότι οι ενδοκρινολόγοι μπορούν να φέρουν τον τίτλο του διαβητολόγου και αναγνωρίζονται ως ισότιμοι των εξειδικευμένων παθολόγων και παιδιάτρων.

Διευκολύνονται, επίσης, και οι γενικοί γιατροί, οι οποίοι δεν μπορούσαν να πάρουν την εξειδίκευση του σακχαρώδη διαβήτη, δεδομένου ότι μέχρι τώρα η εκπαίδευση τους στην Παθολογία ήταν μόλις έξι μήνες (με τις αλλαγές του Αυγούστου έγινε ένας χρόνος).

Σημειώνεται πως με δύο υπουργικές αποφάσεις, τον περασμένο Αύγουστο, επικαιροποιήθηκαν οι όροι και οι προϋποθέσεις για την εκπαίδευση των ειδικευομένων και εξειδικευομένων γιατρών.

Στο πλαίσιο αυτό, με τη ουσιαστική συνδρομή 612 έγκριτων γιατρών από όλη τη χώρα, αναδιαμορφώθηκε ποσοτικά και ποιοτικά το περιεχόμενο των ειδικοτήτων και εξειδικεύσεων και θεσμοθετήθηκαν καινούριες, όπως η ειδικότητα της Ιατρικής Γενετικής και οι εξειδικεύσεις της Επειγοντολογίας και Διαβητολογίας.

Νόσος

Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι χρόνια εξελισσόμενη αγγειακή κυρίως (και όχι μόνο) νόσος, που έχει πολυσυστηματικές συνέπειες με μακροχρόνιες επιπλοκές. Αποτελεί την πρώτη αιτία τύφλωσης, νεφρικής ανεπάρκειας και ακρωτηριασμού των άκρων, ενώ οι ασθενείς κινδυνεύουν να έχουν δύο έως τέσσερις φορές μεγαλύτερο κίνδυνο για καρδιαγγειακό επεισόδιο.

Παράλληλα, η κλινική αντιμετώπισή του δημιουργεί τεράστιο κόστος που ανέρχεται για κάθε ασθενή χωρίς επιπλοκές περίπου στα 1.300 ευρώ ετησίως και με επιπλοκές στα 3.500 ευρώ ετησίως.

Στην Ελλάδα, ο επιπολασμός του είναι ιδιαίτερα υψηλός και παρουσιάζει αυξητική τάση τις τελευταίες δεκαετίες. Σε πρόσφατες μελέτες, η συχνότητα του διαβήτη τύπου 2 εντοπίσθηκε σε ποσοστό 12% του πληθυσμού (περίπου 1.200.000 άτομα).

Επιπρόσθετα, τις τελευταίες δεκαετίες έχει παρατηρηθεί αύξηση και της συχνότητας του διαβήτη τύπου 1 που αφορά κύρια παιδικές και εφηβικές ηλικίες.

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Πρόγραμμα "Προλαμβάνω": Έρχονται προληπτικές εξετάσεις για καρδιά και παχύ έντερο
Εντοπίστηκαν 50 νέες περιοχές του γονιδιώματος που συνδέονται με κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου στα νεφρά
Πώς να διαχειριστώ τις σκέψεις ότι η ζωή δεν έχει νόημα