Η χρήση διαφόρων ουσιών με σκοπό την αλλαγή της διάθεσής μας, είναι επιτρεπτή στα περισσότερα μέρη του κόσμου.

Τι εννοούμε όμως όταν λέμε ότι από απλή αλλαγή της διάθεσής μας μετατράπηκε σε εξάρτηση;
Το κάπνισμα, για παράδειγμα, λόγω της κινήσεων που κάνει ο καπνιστής (και όχι τόσο λόγω της νικοτίνης), λειτουργεί ως ένα ‘αγχολυτικό’ γι αυτόν (δυστυχώς οργανικά ιδιαίτερα βλαπτικό), λόγω της ‘χαλάρωσης’ ή και απόλαυσης που νιώθει το άτομο.

Λαμβάνει χώρα δηλαδή μία αλλαγή της διάθεσης, από το συναίσθημα του άγχους σε ένα συναίσθημα ‘χαλάρωσης’ ή ‘ευφορίας’ με την χρήση όμως ενός ‘μέσου’, του τσιγάρου.

Παρατηρούμε όμως ότι το κάπνισμα είναι ‘αποδεκτό’ από την κοινωνία μας, δεν θεωρείται δηλαδή παράνομο ή τόσο κατακριτέο. Ίσως, θα μπορούσαμε να πούμε, διότι δεν προκαλεί τόσο μεγάλη αλλαγή της συμπεριφοράς του ατόμου, φανερά τουλάχιστον στους άλλους (το ίδιο το άτομο όμως μπορεί να αποφύγει να παρευρεθεί κάπου όπου δεν θα επιτρέπεται το κάπνισμα, οπότε ουσιαστικά η αποφυγή κάποιων καταστάσεων επειδή δεν μπορεί να καπνίσει, είναι μία μικρή αλλαγή της συμπεριφοράς του ατόμου, ένας περιορισμός της ελευθερίας που θα είχε αν δεν ήταν καπνιστής.

Στα υπέρβαρα άτομα, βλέπουμε (πολύ συχνά) έναν ψυχολογικό ‘εθισμό’ στο φαγητό, το οποίο επίσης, λειτουργεί πολύ συχνά, παρομοίως με το κάπνισμα, ως ένα ‘φυσικό αγχολυτικό’ (σημαντικό ρόλο έχουν και εδώ οι κινήσεις του στόματος και η ‘τελετουργία’ του).

Το φαγητό είναι απλά ένα μέσον που αλλάζει την διάθεση σε όλους μας (προσφέροντας ευχαρίστηση), βλέπουμε όμως ότι η υπερβολική του κατανάλωση από τα υπέρβαρα άτομα, θεωρείται κατακριτέα από την κοινωνία μας (η οποία αγνοεί τα ψυχολογικά αίτια της), ίσως περισσότερο και από το αλκοόλ.

Πότε η χρήση μίας ουσίας προκαλεί πρόβλημα σε έναν άνθρωπο

Εδώ αναφερόμαστε στο αλκοόλ ή και άλλες ουσίες, που μπορούν να προκαλέσουν όχι μόνο οργανικά αλλά και προβλήματα στη συμπεριφορά του ατόμου, συχνά χωρίς το ίδιο να αντιλαμβάνεται τη σταδιακή αλλαγή της συμπεριφοράς του. Βασικό κριτήριο, (αν και συχνά διαγνώσιμο μόνο από ειδικό) είναι διάφορα συμπτώματα που έχουν να κάνουν με παρουσιαζόμενα προβλήματα είτε στη συμπεριφορά του ατόμου, είτε στη λειτουργία της αντίληψης, της μνήμης και άλλων γνωστικών λειτουργιών, τα οποία δείχνουν ότι το άτομο συνεχίζει τη χρήση της ουσίας, παρά την ύπαρξη σημαντικών προβλημάτων που σχετίζονται με τη λήψη της, όπως τα παραπάνω.

  • Πρώτο χαρακτηριστικό της εξάρτησης από ουσίες, το οποίο σπάνια γίνεται από το άτομο αντιληπτό, ιδιαίτερα στο αλκοόλ, που θεωρείται κοινωνικά επιτρεπτό και μάλιστα ειρωνικά ‘απόδειξη ότι κάποιος συμμετέχει στη διασκέδαση μιας παρέας’, είναι η ανοχή που δημιουργείται από τη χρόνια χρήση μιας ουσίας. Ανοχή σημαίνει ανάγκη για αυξημένες ποσότητες της ουσίας για να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα (το άτομο να νιώσει ευφορία ή χαλάρωση) ή αντίστροφα, έντονα ελαττωμένο αποτέλεσμα με συνεχή χρήση της ίδιας ποσότητας της ουσίας.
  • Δεύτερο χαρακτηριστικό είναι το στερητικό σύνδρομο το οποίο συμβαίνει όταν ελαττωθούν τα επίπεδα της ουσίας στο αίμα, σε ένα άτομο που έκανε μακρόχρονη ή βαριά χρήση κάποιας ουσίας. Πρέπει να τονίσουμε όμως ότι κάποια άτομα με εξάρτηση από κάνναβη, δεν δείχνουν σημεία ανοχής ή στερητικού συνδρόμου, αλλά μόνο μια καταναγκαστική επαναλαμβανόμενη χρήση της ουσίας. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει εξάρτηση από την ουσία.

Πολύ σημαντικό να παρατηρηθεί από τους οικείους του ατόμου, ομολογουμένως πιο δύσκολο όσον αφορά το αλκοόλ, είναι αν η ουσία λαμβάνεται συχνά σε μεγαλύτερες ποσότητες, ή για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα απ’ότι το άτομο είχε σκοπό.

Το ίδιο το άτομο μπορεί να αναφέρει ότι μπορεί να ‘σταματήσει’ όποτε θέλει, από μόνο του, κάτι το οποίο δεν πρέπει να ξεγελά τους οικείους του, ή να αναφέρει ότι έχει έντονη επιθυμία να σταματήσει. Επίσης δεν πρέπει να καθησυχάζει το γεγονός ότι το άτομο μπορεί να κάνει συνεχώς προσπάθειες να ελαττώσει ή να ελέγξει τη χρήση της ουσίας, οι οποίες όμως αποτυγχάνουν.

Είναι απαραίτητη η επαφή έστω των οικείων με ειδικό, διότι το άτομο μπορεί να νιώθει ότι θα φανεί ‘αδύναμο’, αν δεν τα καταφέρει να διακόψει από μόνο του τη χρήση της ουσίας. Μερικές φορές μάλιστα, για τον λόγο αυτό, μπορεί να παραπλανήσει ακόμα και τους οικείους του, λέγοντας, ότι έχει διακόψει την ουσία ψευδώς.

Επίσης ένα άλλο πολύ σημαντικό που πρέπει να παρατηρηθεί είναι αν το άτομο ξοδεύει πολύ χρόνο σε δραστηριότητες απαραίτητες για να βρει την ουσία, και αν σημαντικές κοινωνικές, επαγγελματικές ή ψυχαγωγικές δραστηριότητες εγκαταλείπονται ή μειώνονται λόγω της χρήσης της ουσίας.

Αν δηλαδή το άτομο είναι ικανό να οδηγήσει μακριά προκειμένου να βρει αλκοόλ αργά τη νύχτα, ή αδυνατεί να σηκωθεί να πάει στην δουλειά του. Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί και στο αν η χρήση της ουσίας συνεχίζεται παρά το ότι το άτομο γνωρίζει ότι έχει ένα επίμονο ή υποτροπιάζον σωματικό ή ψυχολογικό πρόβλημα, το οποίο είναι πιθανό να έχει προκληθεί ή να επιδεινώνεται από την ουσία, για παράδειγμα ένα έλκος το οποίο γίνεται χειρότερα από την κατανάλωση αλκοόλ.

Κάτι τέτοιο δείχνει τη δύναμη της εξάρτησης από την ουσία σε σημείο που το άτομο αδιαφορεί για τον εαυτό του.

Επιπλοκές και συνέπειες της χρήσης ουσιών

Συχνές αλλαγές στη συμπεριφορά που δεν υπήρχαν προηγουμένως, όπως ευμετάβλητη διάθεση, επιθετική ή ευερέθιστη συμπεριφορά, ακόμα και προς τους οικείους του ατόμου, μείωση της ικανότητας να κρίνει το άτομο, π.χ τι του αρέσει μεταξύ δύο πραγμάτων, μείωση- όπως αναφέραμε -της ικανότητας να είναι κοινωνικά και επαγγελματικά λειτουργικό το άτομο.

Συχνά, τα άτομα που κάνουν χρήση ουσιών παρουσιάζουν προβλήματα υγείας από υποσιτισμό και κακή υγιεινή.

Μερικές φορές μπορεί να υπάρχουν τραυματισμοί, λόγω κακού συντονισμού των κινήσεών τους και της μείωσης της ικανότητας κρίσης.

Ουσίες που παίρνονται με ‘ρούφηγμα’ από τη μύτη μπορούν να προκαλέσουν διάβρωση του ρινικού διαφράγματος.

Ιδιαίτερα σημαντική επιπλοκή της χρήσης ουσιών είναι τα ατυχήματα, συχνά ιδιαίτερα σημαντικά ή και θανατηφόρα (τροχαία, στο σπίτι, στην εργασία) ως αποτέλεσμα της πρόσφατης λήψης της ουσίας (η ονομαζόμενη ‘Τοξίκωση’) όπως π.χ από αλκοόλ.

Ο αλκοολισμός συγκεκριμένα είναι ένα από τα μεγαλύτερα ψυχοκοινωνικά προβλήματα. Αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι ότι ο αλκοολισμός συχνά δεν γίνεται ‘αντιληπτός’ από το ίδιο το άτομο, το οποίο τις περισσότερες φορές αρνείται ότι έχει πρόβλημα με το αλκοόλ.

Ο αλκοολικός δεν έρχεται εύκολα για θεραπεία, τις πιο πολλές φορές θα πρέπει να εξαναγκασθεί από τους στενούς συγγενείς, φίλους, προϊσταμένους του ή κυριολεκτικά να εκβιαστεί ότι θα χάσει τη γυναίκα του ή τη δουλειά του, αν δεν δεχθεί θεραπεία.

Αυτό είναι σημαντικό, διότι ο αλκοολικός συχνά εκλογικεύει τις κοινωνικές και επαγγελματικές του δυσκολίες σαν αιτίες που πίνει, και δεν δέχεται ότι έχει αυτές τις δυσκολίες ακριβώς επειδή πίνει.

Πρέπει να επισημανθεί ότι ως παθολογική χρήση αλκοόλ, δεν θεωρείται μόνο η συστηματική λήψη μεγάλων ποσοτήτων αλκοόλ κάθε μέρα, αλλά και

  • Η ύπαρξη μεγάλων διαστημάτων ελεύθερων από αλκοόλ που εναλλάσσονται με περιόδους ημερήσιας λήψης μεγάλων ποσοτήτων αλκοόλ που διαρκούν εβδομάδες ή μήνες,
  • Τη συστηματική λήψη αλκοόλ μόνο τα σαββατοκύριακα.

Οι σωματικές (αμνησική διαταραχή, τρόμος των χεριών, αϋπνία, ναυτία ή έμετος, σεξουαλική δυσλειτουργία κλπ) και ψυχολογικές επιπλοκές (διαταραχή της διάθεσης, αγχώδης διαταραχή, ψευδαισθήσεις-παραισθήσεις, κλπ) του αλκοόλ είναι πραγματικά αμέτρητες, μοιάζουν (σε κάποια σημεία) και ‘ανταγωνίζονται’ αυτές των οπιοειδών και συχνά μπορούν να οδηγήσουν σε θάνατο όπως η εγκεφαλοπάθεια του Wernicke, που παρουσιάζεται σε χρόνιους αλκοολικούς.

Είναι ενδεικτικό το να αναφέρουμε ότι ακόμη και το στερητικό σύνδρομο από οπιοειδή, το οποίο είναι ιδιαίτερα δυσάρεστο και επώδυνο, είναι ίσως λιγότερο δυσφορικό και δυσάρεστο από αυτό του αλκοόλ.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν ενδείξεις εξάρτησης ή στερητικού συνδρόμου από μία ουσία και είναι πολύ σημαντικό ότι το άτομο σπάνια θα τα παραδεχτεί, μια και νιώθει ότι ‘θίγουν’ την αίσθηση ότι είναι συναισθηματικά δυνατός.

Ιδιαίτερα στο αλκοόλ, το γεγονός ότι είναι κοινωνικά αποδεκτό το καθιστά ιδιαίτερα επικίνδυνο στο να μην αντιμετωπισθεί εγκαίρως. Συχνά θεωρείται ότι το άτομο που πίνει, ‘ξέρει να διασκεδάζει’, κοινωνική άποψη που βασίζεται στην άγνοια για το πώς μια χημική ουσία που σε μικρή ποσότητα φέρνει ευφορία, σε καθημερινή και μεγαλύτερη κατανάλωση αποτελεί ένα από τα ισχυρότερα ναρκωτικά.

Οι οικείοι του λοιπόν καλούνται να παίξουν έναν πολύ σημαντικό ρόλο με το να του εξηγήσουν ότι αντιθέτως, η ψυχική δύναμη ενός ατόμου φαίνεται με την αντιμετώπιση ενός θέματος σε συνεργασία με έναν ειδικό, ή έστω, αν το άτομο αρνείται, με τη συμβουλή και καθοδήγηση ενός ειδικού, και όχι με την απόκρυψή του.

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Ζεαξανθίνη: Όσα πρέπει να ξέρουμε για το αντιοξειδωτικό των ματιών
Ξεκινά σε λίγες ημέρες το 14ο Συνέδριο Φαρμακευτικού Management
Ποια αντισυλληπτικά συνδέονται με πρόκληση όγκων στον εγκέφαλο