Σημαντική μείωση του αριθμού των αιμοδοτών στην Ελλάδα την τελευταία δεκαπενταετία, ιδιαίτερα στις παραγωγικές ηλικίες, δείχνει εργασία του Κέντρου Αιμοδοσίας του Ιπποκράτειου νοσοκομείου Θεσσαλονίκης. Το γεγονός αποδίδεται στη μετανάστευση λόγω οικονομικής κρίσης, όπως ανέφερε η Δρ. Σταματία Θεοδωρίδου Αιματολόγος, διευθύντρια ΕΣΥ στην Υπηρεσία Αιμοδοσίας του Ιπποκράτειου, στη διάρκεια της τρίτης επιστημονικής ενημερωτικής εκδήλωσης του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης στην 89η ΔΕΘ, που είχε θέμα την αιμοδοσία.
«Από το 2010 και μετά έχουμε παρατηρήσει μια μείωση των νέων εθελοντών, λόγω της μετανάστευσης», είπε η κ.Θεοδωρίδου, και δημοσιοποίησε τα ευρήματα της εργασίας, σύμφωνα με τα οποία, κατά την τελευταία 15ετία:
- Στην ηλικία 18 ως 20 ετών οι αιμοδότες μειώθηκαν κατά 10%
- Στις ηλικίες 20 ως 30 καταγράφηκε μείωση 25%
- Στην ηλικιακή ομάδα 30 ως 40 ετών μείωση 40%
- Σταθερός είναι ο αριθμός των αιμοδοτών στις ηλικίες 50 ως 60 ετών οι οποίοι δεν έφυγαν από την χώρα
- Αύξηση καταγράφηκε στις ηλικίες 60-65, ίσως γιατί εντείνουν την αιμοδοσία, η οποία δεν επιτρέπεται μετά τα 65.
Όπως ανέφερε η κ.Θεοδωρίδου, η Ελλάδα παραμένει στην πρώτη θέση στην Ευρώπη σε αιμοδοσίες αναλογικά με τον πληθυσμό της, με 58,8 αιμοδότες ανά 1.000 κατοίκους, ποσοστό διπλάσιο από τη Μ.Βρετανία και σημαντικά μεγαλύτερο από τον μέσο όρο της Ε.Ε. που είναι 34.
Παρ’ όλα αυτά, όπως είπε, η χώρα μας χρειάζεται να κάνει εισαγωγή περίπου 20.000 μονάδων αίματος τους καλοκαιρινούς μήνες από τον Ελβετικό Ερυθρό Σταυρό, προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες. Αυτό συμβαίνει, σύμφωνα με την ίδια λόγω υπερ-μετάγγισης. «Υπάρχει ανάγκη περιορισμού της σπατάλης, χρειαζόμαστε καλύτερη διαχείριση της χρήσης του αίματος», παρατήρησε.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε, περίπου 2 στις 3 μονάδες αίματος που συγκεντρώνονται στην Ελλάδα προέρχεται από εθελοντές αιμοδότες. Το 35% προέρχεται από αιμοδότες αντικατάστασης, που δίνουν αίμα για κάποιο συγγενικό ή φιλικό τους πρόσωπο, ενώ ένα ποσοστό περίπου 1,7 προέρχεται από τον Στρατό.

Μια στις τρεις μονάδες σε πάσχοντες από θαλασσαιμία
Οι περίπου 3.000 πάσχοντες από θαλασσαιμία στην Ελλάδα χρειάζονται περίπου 100.000 μονάδες αίματος τον χρόνο. Αυτές αντιστοιχούν περίπου στο 1/5 του συνόλου των αναγκών αίματος για όλες τις ανάγκες –τροχαία, χειρουργεία, μεταμοσχεύσεις, αιμορραγίες- όπως ανέφερε ο Βασίλειος Δήμος, πρόεδρος του Ελληνικού Συλλόγου Θαλασσαιμίας.
Στη Θεσσαλονίκη ζουν 325 πάσχοντες από Μεσογειακή Αναιμία και Δρεπανοκυτταρική αναιμία, οι οποίοι παρακολουθούνται σε τρία μεγάλα νοσοκομεία (Ιπποκράτειο, ΑΧΕΠΑ και Άγιο Παύλο). Η ποσότητα αίματος που απαιτείται για τις ανάγκες τους είναι 1.200 μονάδες το μήνα. «Άρα 60 ως 70 συμπολίτες μας αιμοδοτούν ημερησίως για να διατηρηθούν οι πάσχοντες από θαλασσαιμία στη ζωή», παρατήρησε ο κ.Δήμος.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η ζωή ενός πάσχοντα από θαλασσαιμία είναι καθ΄ όλα φυσιολογική, εφόσον ακολουθεί τα ιατρικά πρωτόκολλα και κάνει τις προγραμματισμένες μεταγγίσεις στην ώρα τους. Αυτό δεν μπορεί να εξασφαλιστεί με σιγουριά, ιδιαίτερα το καλοκαίρι και κάποιες άλλες εποχές του χρόνου, όπως τα Χριστούγεννα και το Πάσχα, όταν παρατηρούνται ελλείψεις που έχουν ως αποτέλεσμα την αναβολή των μεταγγίσεων. «Το καλοκαίρι ένας πάσχοντας δεν μπορεί να προγραμματίσει ακόμα και τις διακοπές του. Δημιουργείται πρόβλημα αν η μετάγγιση δεν γίνει στο καθορισμένο ραντεβού», σημείωσε.
Τα οφέλη της αιμοδοσίας για τον αιμοδότη
Εκτός από την ανιδιοτελή, εθελοντική, κοινωνική του προσφορά, ο αιμοδότης έχει σημαντικά οφέλη στη δική του υγεία, όπως επεσήμανε η Δρ. Γεωργία Καϊάφα, αναπληρώτρια καθηγήτρια Αιματολογίας & Θρομβοεμβολικών Παθήσεων του ΑΠΘ στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ.
«Η αιμοδοσία μειώνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, δηλαδή το κίνδυνο που έχει ο καθένας μας την προσεχή δεκαετία να εμφανίσει ένα καρδιαγγειακό επεισόδιο: ένα οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, στεφανιαία νόσο, καρδιακή ανεπάρκεια, οξύ ισχαιμικό εγκεφαλικό, παροδικό εγκεφαλικό και αγγειακή άνοια», ανέφερε, εξηγώντας με ποιους τρόπους προστατεύονται οι αιμοδότες:
- «Κατ΄ αρχήν με την αιμοδοσία, αφαιρώντας 400 – 450 ml αίματος, μειώνεται η πηκτικότητα του αίματος, αυτό που εμείς οι γιατροί λέμε η γλοιότητα του αίματος. Άρα η πιθανότητα να δημιουργηθεί θρόμβος και επομένως ένα θρομβωτικό ή ένα καρδιαγγειακό επεισόδιο είναι μικρότερη».
- Από την άλλη πλευρά, ο αιμοδότης εκ των πραγμάτων υποχρεώνεται να υποβληθεί σε έναν έλεγχο. «Ελέγχουν στις αιμοδοσίες τον αιματοκρίτη του, τον αριθμό των αιμοπεταλίων, και έτσι αν βρεθεί ότι έχει πολυερυθραιμία δηλαδή έναν υψηλό αιματοκρίτη ή θρομβοκυττάρωση, δηλαδή μεγαλύτερο αριθμό από τον φυσιολογικό αιμοπεταλίων, είναι ένας λόγος πια να προχωρήσει σε έλεγχο και άρα να προλάβει το πιθανό καρδιαγγειακό επεισόδιο που θα του συνέβαινε στο μέλλον».
Η ίδια χαρακτήρισε το αίμα ως το «μαζικό μέσο μεταφοράς οξυγόνου και θρεπτικών ουσιών», και συμφώνησε στην ανάγκη καλύτερης διαχείρισής του.
Ειδήσεις υγείας σήμερα
Ι. Βαρδακαστάνης: Το αναπηρικό κίνημα συνεχίζει να αγωνίζεται και να διεκδικεί
Ενδυνάμωση των ασθενών: Καμπάνια ευαισθητοποίησης για την ενίσχυση υιοθέτησης της περιτοναϊκής κάθαρσης στην Ελλάδα
Πνευμονία: Βακτηριακό ένζυμο είναι πιθανό να προκαλεί μοιραίες καρδιακές επιπλοκές [μελέτη]