Για τη σύνθετη νόσο της διπολικής διαταραχής ή αλλιώς της διπολικής κατάθλιψης (παλαιότερα καλούμενης ως «μανιοκατάθλιψη») έχουμε μιλήσει πρόσφατα.

Θα πρέπει να σημειωθεί πως όταν η νόσος ρυθμίζεται σωστά με τη βοήθεια φαρμακευτικής αγωγής και ψυχοθεραπείας πολλοί ασθενείς με διπολική διαταραχή έχουν καταφέρει όχι μόνον να μην αποκλεισθούν από τον επαγγελματικό και εργασιακό τους βίο, αλλά –τουναντίον- να αξιοποιήσουν στοιχεία του ψυχισμού τους ως πλεονέκτημα, όπως:

  • την αυξημένη ενσυναίσθηση, δηλαδή τη βαθιά κατανόηση και συμπόνια για τους άλλους που προσφέρει η νόσος, στοιχείο που μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμο σε εργασιακά περιβάλλοντα και καθήκοντα όπου η ικανότητα «να μπαίνεις στη θέση του άλλου που έχεις απέναντί σου», όπως ορίζεται -αδρά- η ενσυναίσθηση, δύναται να αποτελέσει κομβικό πλεονέκτημα, όπως παραδείγματος χάριν σε περιστάσεις διαπραγμάτευσης ή αξιολόγησης των προθέσεων του «απέναντι», ή ανάγνωσης των τάσεων της κοινής γνώμης ή και αλληλεπίδρασης με το ευρύ κοινό 
  • τον  "καταθλιπτικό ρεαλισμό" (depressive realism), δηλαδή μια πιο ρεαλιστική, λιγότερο ωραιοποιημένη θέαση της ζωής και των πιθανών εξελίξεων, ιδιότητα που μας καθιστά προετοιμασμένους για το ‘worst case scenario” (το χειρότερο σενάριο έκβασης των γεγονότων), κάτι που μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμο, παραδείγματος χάριν σε περιστάσεις διαχείρισης κρίσεων.
  •  την έντονη δημιουργικότητα
  • τη μεγάλη αντοχή στις δυσκολίες (resilience), που μπορεί να απαιτηθεί σε περιπτώσεις όπου είναι κρίσιμη η διατήρηση της αποφασιστικότητας πάρα τις αντιξοότητες στις παρατηρούμενες εξελίξεις
  • το χιούμορ, τη ζωντάνια, την ενεργητικότητα, την αυξημένη επιμονή και τη φιλοδοξία, την εξωστρέφεια και την  κοινωνικότητα   και ταυτόχρονα 
  • την άνεση στην ανάληψη ρίσκων που μπορεί να απαιτηθούν στη διαδρομή μίας επιχειρηματικής, πολιτικής, διοικητικής ή καλλιτεχνικής καριέρας

Σημειώνεται, επίσης, πως τα λεγόμενα "υπερθυμικά ταμπεραμέντα", χαρακτήρες δηλαδή με πολύ υψηλά επίπεδα ενέργειας, αισιοδοξίας και δραστηριότητας, θεωρούνται συχνά γειτονικά της υπομανίας (η οποία αποτελεί στοιχείο της Διπολικής Διαταραχής- και συγκεκριμένα του Τύπου ΙΙ της νόσου) χωρίς, απαραίτητα, αυτό να σημαίνει ότι το άτομο νοσεί. Αυτά τα στοιχεία, σε συνδυασμό με τη σωστή ρύθμιση της διαταραχής, μπορούν, με βάση το προαναφερθέν σκεπτικό, να γίνουν ένα ξεχωριστό ψυχολογικό "καύσιμο" για προσωπική και επαγγελματική επιτυχία.

Για τα ανωτέρω έχω συγγράψει, μαζί με τον πρώην Υπουργό Εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας, Ψυχίατρο κατά σπουδές Λόρδο Ντέιβιντ Όουεν, το κεφάλαιο με τίτλο: "Η Ψυχοπαθολογία της Εξουσίας", στο βιβλίο των Αγγλικών Εκδόσεων Palgrave Macmillan, "Η Τοξίκωση της Εξουσίας" [συν-συγγραφείς, μαζί και με τον Καθηγητή μου στο Πανεπιστήμιο του Tufts της Βοστώνης, Ψυχίατρο Nassir Ghaemi]

Φυσικά, για να μεταφραστούν σε όρους καθημερινής λειτουργικότητας και επιτυχίας, αυτές οι "ευεργετικές" εφαπτομενικότητες του διπολικού φάσματος, απαραίτητες προϋποθέσεις είναι:

  • η συνεχής αυτοπαρατήρηση – ψυχοεκπαίδευση του πάσχοντος
  • η συνεργασία με ειδικούς ψυχικής υγείας
  • η υποστήριξη από το περιβάλλον
  • η παραδοχή από το ίδιο το άτομο που ζει με τη νόσο, τόσο της ίδιας της νόσου όσο και των προβλημάτων που αυτή δύναται να δημιουργήσει στις υποτροπές της, ειδικά όταν δεν υπάρχει συμμόρφωση με τη φαρμακευτική αγωγή και τις θεραπευτικές οδηγίες.

Εν κατακλείδι, σημειώνεται εκ νέου πως μέσα από τη θεραπεία, τη ρύθμιση της διάθεσης και τη σταδιακή κατανόηση του εαυτού, πολλοί άνθρωποι με διπολική διαταραχή καταφέρνουν όχι μόνο να έχουν μια σταθερή και λειτουργική καθημερινή ζωή, αλλά και να αξιοποιήσουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους (και τις υποκείμενες συμπεριφορικο-συναισθηματικές ιδιαιτερότητες της νόσου) ως πηγή δύναμης, δημιουργικότητας και ανθρώπινης επαφής. Όπως σημειώνει ο Andrew Roberts, "το αν πρόκειται για 'μαγική τέχνη' ή [για] 'δυσοίωνη ιδιοφυΐα' [κατά τον χαρακτηρισμό του Ουίνστον Τσόρτσιλ] ας το αποφασίσουν οι ηθικολόγοι, αλλά σε αυτό βρίσκεται το μυστικό της επιτυχημένης ηγεσίας..." 

Θα πρέπει, όμως, να  τονισθεί και καταληκτικά πως η συγκεκριμένη νόσος όταν αφήνεται αδιάγνωστη, χωρίς ιατρική παρακολούθηση και θεραπευτική αντιμετώπιση, επιφέρει –πράγματι- ένα πολύ αρνητικό συμπεριφορικό αποτύπωμα. Ο γενικευμένος, όμως, εργασιακός, κοινωνικός και διαπροσωπικός αποκλεισμός όλων των πασχόντων από τη νόσο, δεν θα ήταν μόνον, μια πράξη αστήρικτη και αχρείαστη, αλλά θα συνιστούσε και ενίσχυση του στίγματος της ψυχικής νόσου.

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Οι ‘’υγιεινές’’ αποφάσεις για τη νέα χρονιά συμβάλλουν σε καλύτερο ύπνο
Μύθοι και αλήθειες για την ανδρική υπογονιμότητα
Μια φωταγώγηση μετά από δεκαετίες