Γράφει o Κυριάκος Σουλιώτης, καθηγητής Πολιτικής Υγείας και κοσμήτορας της Σχολής Κοινωνικών και ΠολιτικώνΕπιστημών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου

Στην Ελλάδα καταγράφεται τα τελευταία χρόνια μια ετήσια αύξηση της συνολικής δαπάνης Υγείας της τάξης του 4,5% έναντι 3,4% στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η απόκλιση, ωστόσο, στην κατά κεφαλήν δαπάνη Υγείας εξακολουθεί να είναι μεγάλη (€2.001 έναντι €3.533 αντίστοιχα, σε όρους κοινής αγοραστικής δύναμης το 2022).

Η Υγεία αποτελεί ένα από τα πλέον σύνθετα και απαιτητικά πεδία άσκησης δημόσιας πολιτικής. Οι πιέσεις του εξωτερικού περιβάλλοντος, οι οποίες, ανεξαρτήτως περιεχομένου (δημογραφική γήρανση, μετανάστευση, κλιματική αλλαγή, οικονομικές πιέσεις από άλλα πεδία ρύθμισης κ.λπ.) επηρεάζουν τα ζητήματα Υγείας σε συνδυασμό με τις εξελίξεις εντός του υγειονομικού τομέα, συνθέτουν μία πραγματικότητα γεμάτη προκλήσεις. Την ίδια στιγμή, τα ζητήματα Υγείας όχι μόνο συνιστούν ατομική και κοινωνική προτεραιότητα αλλά, συχνά, εξελίσσονται και σε πεδίο μικροπολιτικής συζήτησης και αντιπαράθεσης, με τρόπο που υπονομεύει κάθε σχεδόν προσπάθεια για αλλαγή. Κατ’ αποτέλεσμα, κάθε μεταρρυθμιστική απόπειρα υλοποιείται με την ελάχιστη δυνατή πολιτική συναίνεση, πολλές εξ αυτών δεν ολοκληρώνονται, οι ομάδες πίεσης και συμφερόντων αρκούνται στο να καθυστερήσουν την εφαρμογή των σχεδιαζόμενων πολιτικών και οι ίδιοι οι εμπλεκόμενοι φορείς αμφισβητούν τη βούληση της κεντρικής διοίκησης να προχωρήσει στις ριζικές τομές που έχει ανάγκη ο χώρος.

Τα παραπάνω μεταφράζονται σε περιορισμό της θεσμικής εμπιστοσύνης από την πλευρά των πολιτών, οι οποίοι βλέπουν ένα ακόμα ύψιστης σημασίας ζήτημα να γίνεται πεδίο μικροπολιτικής δράσης και αντίδρασης, με αποτέλεσμα να καθίσταται δύσκολη η υλοποίηση πολιτικών, ακόμα κι αν αυτές διαθέτουν επαρκή τεκμηρίωση. Στο σημείο αυτό αναδεικνύεται και μια παθογένεια της χώρας μας, η οποία για πολλά χρόνια αποτέλεσε τροχοπέδη σε πλήθος παρεμβάσεων μεταρρυθμιστικού χαρακτήρα. Η ανάδειξη της αμιγώς πολιτικής διάστασης ενός ζητήματος στη βάση ιδεολογημάτων και προκατασκευασμένων θέσεων ή εικαζόμενων προθέσεων, έναντι της επιστημονικής, τεχνικής υποστήριξης των σχεδιαζόμενων πολιτικών, έχει ως αποτέλεσμα την ανάλωση κρίσιμου χρόνου και πόρων και τελικά τη μη υλοποίηση παρεμβάσεων με ευρεία αποδοχή και εφαρμογή σε άλλα, αναπτυγμένα συστήματα Υγείας.   

Ωστόσο, στη νέα εποχή της μετα-οικονομικής και μετα-πανδημικής κρίσης, η οποία διαμορφώνεται από την ταχεία είσοδο νέων τεχνολογιών, την εντατικοποίηση της έρευνας και ανάπτυξης, τις εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης στην Υγεία, τις κοινές ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες αλλά, ταυτόχρονα, τις πολυ-κρίσεις, την αλλαγή της οπτικής των ΗΠΑ σε μια σειρά από θέματα που άπτονται του τομέα της Υγείας όπως π.χ. η ανάγκη συνεργασιών σε υπερεθνικό επίπεδο και τις πολλαπλές πιέσεις στο ανθρώπινο δυναμικό του κλάδου, η αλλαγή πορείας κατά τη χάραξη και υλοποίηση πολιτικής Υγείας στη χώρα μας είναι επιβεβλημένη.

Με το οικονομικό περιβάλλον να επιτρέπει την αύξηση των πόρων που διατίθενται στην Υγεία, το στοίχημα που καλούμαστε να κερδίσουμε συνίσταται στην ορθολογική διάθεσή τους καθώς το δυσμενές αφετηριακό μας σημείο δεν αφήνει περιθώρια για το αντίθετο. Είναι ενδεικτικό ότι ενώ στην Ελλάδα καταγράφεται τα τελευταία χρόνια μια ετήσια αύξηση της συνολικής δαπάνης Υγείας της τάξης του 4,5% έναντι 3,4% στην Ευρωπαϊκή Ένωση (δεδομένα περιόδου 2019 - 2022), η απόκλιση στην κατά κεφαλήν δαπάνη υγείας εξακολουθεί να είναι μεγάλη (€2.001 έναντι €3.533 αντίστοιχα, σε όρους κοινής αγοραστικής δύναμης το 2022).

Από την άλλη, στη χώρα μας υλοποιούνται πλήθος παρεμβάσεων με χρηματοδότηση μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, οι οποίες εστιάζουν σε πεδία που στο παρελθόν δεν έτυχαν της αναγκαίας προσοχής (π.χ. πρόληψη, πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, ψυχική υγεία κ.ά.), καθώς επίσης και εμβληματικές επενδύσεις στον τομέα της παραγωγής φαρμάκου, οι οποίες πέραν του ότι είναι συμβατές με τον στόχο της ενίσχυσης της σχετικής αυτονομίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αναμένεται να συμβάλουν καθοριστικά στην οικονομία και την απασχόληση.

Αυτές οι θετικές εξελίξεις μπορούν να σηματοδοτήσουν τη μετέπειτα πορεία του τομέα της Υγείας. Σύμφωνα δε με τα διαθέσιμα ερευνητικά ευρήματα και τις προτάσεις της επιστημονικής κοινότητας, ιδιαίτερης προσοχής χρήζουν η σταδιακή χρηματοδοτική σύγκλιση με τις αναπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες, η παροχή πολλαπλών κινήτρων για επενδύσεις στον κλάδο, αύξηση της απασχόλησης, ενίσχυση του εμπορικού ισοζυγίου κ.λπ., η μισθολογική -και όχι μόνο- αναγνώριση της αξίας του ανθρώπινου δυναμικού στον τομέα της Υγείας, η απρόσκοπτη πρόσβαση στην καινοτομία και στις νέες τεχνολογίες με όρους βιώσιμους για όλες τις πλευρές, η υγιής, συμπληρωματική λειτουργία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, η επένδυση στην πρωτογενή και δευτερογενή πρόληψη, η προτυποποίηση δομών και υπηρεσιών, η υποστήριξη της κίνησης του πολίτη σε όλα τα επίπεδα του συστήματος Υγείας και ο σεβασμός στις προτιμήσεις και τις επιλογές του.

Προϋπόθεση για τα παραπάνω αποτελεί η υιοθέτηση ενός νέου υποδείγματος λήψης αποφάσεων με περισσότερη τεκμηρίωση και λιγότερη μικροπολιτική, ακόμα πιο ενεργό ρόλο των πολιτών στη χάραξη πολιτικής Υγείας και διάθεση για ριζικές οργανωτικές και διοικητικές τομές στο σύστημα Υγείας. Είναι προφανές ότι για πολλές από τις αναγκαίες παρεμβάσεις που αναφέρονται παραπάνω απαιτείται εμπλοκή πολλών φορέων του κράτους και, κυρίως, συναίνεση σε επίπεδο δρώντων και πολιτικής. Ωστόσο, με τους πολίτες να τάσσονται συστηματικά υπέρ μιας ριζικής παρέμβασης στο σύστημα Υγείας (σε επίπεδα άνω του 75% τα τελευταία δέκα έτη), η αδυναμία διαμόρφωσης πολιτικών συναινέσεων είναι τόσο ανεξήγητη όσο και αντίθετη προς το κοινωνικό αίτημα.

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Ι. Βαρδακαστάνης: Το αναπηρικό κίνημα συνεχίζει να αγωνίζεται και να διεκδικεί
Ενδυνάμωση των ασθενών: Καμπάνια ευαισθητοποίησης για την ενίσχυση υιοθέτησης της περιτοναϊκής κάθαρσης στην Ελλάδα
Πνευμονία: Βακτηριακό ένζυμο είναι πιθανό να προκαλεί μοιραίες καρδιακές επιπλοκές [μελέτη]