Ένα κλινικό πρόγραμμα που ξεκίνησε πρόσφατα και που ονομάστηκε I-SPY, θα δοκιμάσει το σκεύασμα για την ψωρίαση Apremilast της Amgen, το φάρμακο  Icatibant  της Takeda για την θεραπεία του αγγειοοιδήματος, και το πειραματικό  φάρμακο κατά της στεατοηπατίτιδας το cenicriviroc της Αbbvie προκειμένου να διαπιστώσει αν μπορούν να μειώσουν την απειλητική για τη ζωή ανοσολογική αντίδραση που παρατηρείται σε ασθενείς που νοσούν με κορωνοϊό.

Η μελέτη I-SPY, θα επιτρέπει μέσω μιας «προσαρμοστικής πλατφόρμας», πολλαπλές δοκιμές σε πιθανές θεραπείες κατά του COVID-19 ταυτόχρονα, τροποποιώντας έτσι τα πρωτόκολλα σε πραγματικό χρόνο με βάση τα παρατηρούμενα αποτελέσματα, μειώνοντας τον αριθμό των συμμετεχόντων και το χρόνο που απαιτείται για την αξιολόγηση των φαρμάκων.

Στην «προσαρμοστική πλατφόρμα», τα φάρμακα θα μπορούν να προχωρήσουν στη δοκιμή εάν τα πρώτα σημάδια είναι θετικά. Εάν το σήμα βελτίωσης είναι ισχυρό, ένα φάρμακο μπορεί να γίνει το νέο πρότυπο φροντίδας και χωρίς τη διακοπή της δοκιμής, θα μπορούσαν να προστεθούν νέες θεραπείες στο νέο σχήμα καθώς αυτή θα προχωρά.

Οι AbbVie, Amgen και Takeda βοήθησαν πρόσφατα στη δημιουργία της COVID R&D Alliance, μιας ομάδας στην οποία συμμετέχουν περισσότερες από 20 βιοφαρμακευτικές εταιρείες που εργάζονται για να επιταχύνουν την ανάπτυξη φαρμάκων κατά της COVID-19 και των σχετικών συμπτωμάτων της νόσου. Η νέα μελέτη είναι μια συνεργασία μεταξύ της ομάδας, του Quantum Leap Healthcare Collaborative - σχεδιαστής της προσαρμοστικής πλατφόρμας - και του FDA. Το Quantum Leap θα χρησιμοποιήσει το δίκτυο κλινικών δοκιμών σε περισσότερες από 20 περιοχές για να βοηθήσει στην εκτέλεση της μελέτης.

Στη μελέτη I-SPY, κάθε φάρμακο θα συνδυαστεί με το πρότυπο φροντίδας, το οποίο περιλαμβάνει  το remdesivir της Gilead Sciences και την δεξαμεθαζόνη, σύμφωνα με το Reuters. Στη δοκιμή ACTT-1, το remdesivir έδειξε ότι θα μπορούσε να μειώσει τον χρόνο ανάρρωσης των ασθενών με COVID-19 κατά τέσσερις ημέρες, ή 31%, σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο. Στη μελέτη από ερευνητές του Ηνωμένου Βασιλείου, η δεξαμεθαζόνη μείωσε το ποσοστό θανάτου των 28 ημερών κατά 35% σε ασθενείς με σοβαρή ασθένεια που χρειάζονται υποστήριξη με αναπνευστήρα.

Κάθε μία από τις τρεις εταιρείες έχει μια θεωρία  γιατί το φάρμακο της μπορεί να λειτουργήσει. Το Apremilast αναστέλλει το PDE4, το οποίο πιστεύεται ότι ρυθμίζει έμμεσα την παραγωγή φλεγμονωδών μορίων. Το Icatibant δρα σε οξεία προσβολή ΗΑΕ αναστέλλοντας τον υποδοχέα φλεγμονώδους μορίου βραδυκινίνης. Το Cenicriviroc είναι ένας αποκλειστής των υποδοχέων CCR2 και CCR5, οι οποίοι συνδέονται επίσης με το σύνδρομο της οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας.

Την ίδια στιγμή, και άλλα φάρμακα δοκιμάζουν την αντιφλεγμονώδη ικανότητά τους στην COVID-19. Για παράδειγμα, το ΝΙΗ συνδυάζει το φάρμακο για την αρθρίτιδα της Eli Lilly το baricitinib με το remdesivir στη δοκιμή ACTT-2, ενώ και η Novartis διεξάγει μελέτη για τον  αναστολέα JAK, σε συνεργασία με την Incyte.

Πηγές:
fiercepharma

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Συνάντηση ΕΟΠΥΥ με Ελληνικό Σύλλογο Θαλασσαιμίας
Πότε σταματούν να μεγαλώνουν τα πόδια
Δήλωση Γεωργιάδη κατά την είσοδό του στο Άτυπο Συμβούλιο υπουργών Υγείας