Αγγλικός όρος

ehrlichiosis

Ορισμός

[Paul Ehrlich, Γερμανός ιατρός, 1854-1915, τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Ιατρικής το 1908]. Μία εκ των διαφόρων μορφών λοιμωδών νόσων των μονοπυρήνων και των κοκκιοκυττάρων, που μεταδίδονται μετά από έκθεση σε στελέχη του είδους Ehrlichia (μικροί, Gram αρνητικοί, υποχρεωτικά ενδοκυττάριοι κόκκοι). Αναφέρθηκε πρώτη φορά σε ανθρώπους στις ΗΠΑ το 1987 και θεωρείται ότι αποτελεί μια αναδυόμενη νόσο.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ: Η λοίμωξη προκαλείται από δύο ενδοκυττάρια βακτήρια της οικογένειας των Rickettsiaceae. H Ehrilichia chaffeensis, που μεταφέρεται από τον κρότωνα Lone Star, προκαλεί μονοκυτταρική ερλιχίωση στον άνθρωπο (HME). Ένα δεύτερο είδος που σχετίζεται με την Ehrlichia phagocytophila και μεταφέρεται από τους κρότωνες του γένους Ixodes, προκαλεί κοκκιοκυτταρική ερλιχίωση στον άνθρωπο (HGE). Μολονότι έχουν αναφερθεί περιστατικά σε 30 Πολιτείες, η HME έχει παρατηρηθεί κυρίως στις Νότιες ΗΠΑ, ενώ η HGE κυρίως στις Βόρειες.

ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ: Τόσο η HME όσο και η HGE χαρακτηρίζονται από μη ειδικά συμπτώματα γριπώδους συνδρομής. υψηλός πυρετός με ρίγος, κεφαλαλγία, κακουχία, μυαλγία, λευκοπενία και θρομβοκυτοπενία αποτελούν συνήθη ευρήματα. Στην HME μπορεί να παρατηρηθεί και εξάνθημα. Τα συμπτώματα διαρκούν περίπου 3 εβδομάδες. Είναι ασαφές αν παραμένει μια λανθάνουσα λοίμωξη. Επιπλοκές όπως νεφρική ανεπάρκεια, καρδιομεγαλία, πηκτικές διαταραχές ή κώμα εμφανίζονται στο 16% των ασθενών, ιδίως στα ηλικιωμένα άτομα. Η πλειονότητα των ασθενών είναι άνδρες άνω των 40 ετών.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Η ενδεδειγμένη θεραπεία είναι η δοξυκυκλίνη (ή άλλες τετρακυκλίνες).

ΔΙΑΓΝΩΣΗ: Για τη διάγνωση χρησιμοποιούνται ορολογικές δοκιμασίες. Η αλυσιδωτή αντίδραση της πολυμεράσης (PCR) σε δείγματα ολικού αίματος μπορεί να επιβεβαιώσει τη διάγνωση εντός 24-48 ωρών.

ΠΡΟΛΗΨΗ: Πρέπει να αποφεύγονται οι κρότωνες, με το να αποφεύγονται οι περιοχές με χόρτα, όπου και ενδημούν, τα άτομα πρέπει να φορούν μακριά παντελόνια και ανοικτόχρωμα ρούχα και να εφαρμόζουν απωθητικές ουσίες για κρότωνες στα ρούχα πριν εισέλθουν σε λιβάδια ή δασώδεις περιοχές. Μετά την απομάκρυνση από αυτές τις περιοχές τα ρούχα πρέπει να πλένονται αμέσως και το δέρμα να πλένεται και να παρατηρείται για κρότωνες και νύμφες. Αν βρεθούν κρότωνες προσκολλημένοι στο δέρμα, πρέπει να απομακρυνθούν με τσιμπιδάκι, φροντίζοντας να απομακρυνθεί ολόκληρο το έντομο.