Αγγλικός όρος
emulsion
Ορισμός
1. Μίγμα δυο υγρών τα οποία δεν είναι αμοιβαία διαλυτά. Εάν αναταραχθεί αρκετά, το ένα από τα δύο διαιρείται σε σφαιρίδια
στην αποκαλούμενη ασυνεχή ή διεσπαρμένη φάση. Το άλλο αποτελεί τη συνεχή φάση. Το γάλα αποτελεί ένα γαλάκτωμα, στο οποίο το λίπος του βουτύρου
είναι η ασυνεχής φάση.
2. Στην ακτινολογία, το τμήμα του ακτινολογικού φιλμ το οποίο είναι ευαίσθητο στην ακτινοβολία και περιέχει την εικόνα
μετά την εμφάνιση.
Ετυμολογία
[Λατ. emulsio]
Υπώνυμος όρος
fat emulsion
Από τα κρούσματα που ανακοινώθηκαν από τον ΕΟΔΥ, 553 εντοπίζονται στην Αττική και 111 στη Θεσσαλονίκη.... Περισσότερα »
Οι επιπτώσεις σε νοσηλείες έχουν ήδη εκδηλωθεί, ενώ σε θανάτους αναμένεται να φανούν τις επόμενες εβδομάδες.... Περισσότερα »
Είναι προτιμότερο να λειτουργήσουν τα καταστήματα υπό προϋποθέσεις, από το κάθονται στα παγκάκια, ο ένας δίπλα στον άλλο.... Περισσότερα »
Πόσο είναι, αλήθεια, μια μερίδα από το οτιδήποτε; Προσπαθούμε να εξηγήσουμε, ώστε να αποφεύγουμε τα πιο συνηθισμένα λάθη.... Περισσότερα »
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καρκίνου (4 Φεβρουαρίου 2021), ο Δρ Γεώργιος Αναγνωστόπουλος, Γαστρεντερολόγος- Ηπατολόγος, Διευθυντής της Γαστρεντερολογικής Κλινικής του νοσοκομείου ΜΗΤΕΡΑ μας ... Δείτε το video