Αγγλικός όρος
glycerin
Ορισμός
Mια τριυδρική αλκοόλη, τριυδροξυπροπάνιο, που βρίσκεται ως χημική ένωση σε όλα τα λιπίδια. Είναι ένα κολλώδες, άχρωμο υγρό,
διαλυτό στο νερό και στην αλκοόλη σε κάθε αναλογία. Παρασκευάζεται στο εμπόριο από την υδρόλυση των λιπών, ειδ. κατά τη διάρκεια της παρασκευής
σαπουνιού, και χρησιμοποιείται ευρέως ως διαλύτης, συντηρητική ουσία και μαλακτική ουσία σε διάφορες παθήσεις του δέρματος. Όταν χορηγηθεί από το
στόμα, ελαττώνει την ενδοκράνια πίεση και προεγχειρητικά την ενδοφθάλμια πίεση στο γλαύκωμα.
Συνώνυμο
glycerol
Τι συζητήθηκε στην έκτακτη συνεδρίαση που έγινε το βράδυ της Τρίτης.... Περισσότερα »
Πειραματικές σταγόνες δεν αντιμετωπίζουν την αιτία της πρεσβυωπίας αλλά βοηθούν στα συμπτώματα.... Περισσότερα »
Από τα κρούσματα που ανακοινώθηκαν από τον ΕΟΔΥ, 1.159 εντοπίζονται στην Αττική, 304 στη Θεσσαλονίκη και 112 στην Αχαΐα. ... Περισσότερα »
Μετά από μια αποβολή ή τον χαμό ενός μωρού στον τοκετό, η εγκυμοσύνη μπορεί να γίνει ιδιαίτερα δύσκολη για πολλές γυναίκες.... Περισσότερα »
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καρκίνου (4 Φεβρουαρίου 2021), ο Δρ Γεώργιος Αναγνωστόπουλος, Γαστρεντερολόγος- Ηπατολόγος, Διευθυντής της Γαστρεντερολογικής Κλινικής του νοσοκομείου ΜΗΤΕΡΑ μας ... Δείτε το video