Αγγλικός όρος

electrophysiology

Ορισμός

1. Πεδίο έρευνας που ασχολείται με τις σχέσεις των σωματικών λειτουργιών με τα ηλεκτρικά φαινόμενα (πχ. τα αποτελέσματα της ηλεκτρικής διέγερσης στους ιστούς, την παραγωγή ηλεκτρικών ρευμάτων από όργανα και ιστούς, και τη θεραπευτικη χρηση των ηλεκτρικών ρευμάτων).

2. Η μελέτη και θεραπεία των καρδιακών αρρυθμιών.

Ετυμολογία

[" + physis, φύση + logos, λόγος]