Αγγλικός όρος

babesiosis

Ορισμός

Μία σπάνια, συνήθως αυτο-περιοριζόμενη νόσος που προκαλείται από ένα ενδοερυθροκυτταρικό πρωτόζωο, το Babesia microti και ίσως και άλλα είδη Babesia. Η νόσος μεταδίδεται μέσω του κρότωνα των ελαφιών και εμφανίζεται συχνότερα στη Νέα Αγγλία στις Η.Π.Α. Έχει αναφερθεί και αλλού. Πολλοί τύποι είναι πιο πιθανό να εμφανιστούν στους ηλικιωμένους και σε ανθρώπους των οποίων ο σπλήνας δεν λειτουργεί. Σπάνια, η λοίμωξη μεταδίδεται μέσω μεταγγίσεων αίματος από έναν ασυμπτωματικό φορέα. Η περίοδος επώασης μπορεί να διαρκεί από εβδομάδες έως μήνες.

ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ: Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν πυρετό, ρίγος, κεφαλαλγία, εφίδρωση, μυαλγία, αρθραλγία, ναυτία και εμέτους.

ΔΙΑΓΝΩΣΗ: Η διάγνωση τίθεται όταν ένας ασθενής μετά από χαρακτηριστική έκθεση σε εξωτερικό περιβάλλον εμφανίζεται με τα τυπικά συμπτώματα συν αιμολυτική αναιμία. Λεπτή και παχιά στοιβάδα αίματος και άλλες εργαστηριακές τεχνικές (π.χ. η αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης) μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την οριστική διάγνωση.

ΠΡΟΛΗΨΗ: Το δέρμα πρέπει να προστατεύεται από την έκθεση στους κρότωνες. Τα άτομα χωρίς σπλήνα πρέπει να αποφεύγουν τις ενδημικές περιοχές. Μετά από πιθανή έκθεση, η απομάκρυνση των κροτώνων ή των νυμφών τους μπορεί να προλάβει τη λοίμωξη.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται περιλαμβάνουν την ατοβακόνη (atova-quone) και την κινίνη συν την κλινδαμυκίνη ή την αζιθρομυκίνη, αμφότερα από του στόματος. Οι ασθενείς χωρίς σπλήνα μπορεί να χρειαστούν αφαιμαξομεταγγίσεις.