Αγγλικός όρος

chemical barrier

Ορισμός

1. Τα χημικά χαρακτηριστικά συγκεκριμένων περιοχών του σώματος που αντιτίθεται στην αποίκισή του από μικροοργανισμούς. Παραδείγματα είναι η οξύτητα του γαστρικού υγρού και των ούρων, που προλαμβάνει την αποίκηση από τα περισσότερα παθογόνα μικρόβια.

2. Μία αντισυλληπτική κρέμα, αφρός, ζελ ή υπόθετα που περιέχει χημικά σπερμοκτόνα.

Κύριος όρος

barrier