Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου έκρινε αίτηση ακυρώσεως της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Δημοσίων Νοσοκομείων» (Π.Ο.Ε.ΔΗ.Ν.), η οποία αμφισβήτησε, έχοντας έννομο συμφέρον προς τούτο, τη συνταγματικότητα της εθνικής νομοθεσίας  που επέβαλε στα φυσικά πρόσωπα, μέλη των σωματείων- μελών της, την υποχρέωση εμβολιασμού κατά του covid -19, απειλουμένης, σε περίπτωση αρνήσεως, της λήψεως του μέτρου της αναστολής καθηκόντων. Η πλειοψηφία των μελών του Δικαστηρίου απέρριψε την ως άνω αίτηση, αναλύοντας, προσδιορίζοντας και εξειδικεύοντας την αόριστη νομική έννοια της δημόσιας υγείας ως συνταγματικά ανεκτό περιορισμό της απρόσκοπτης ασκήσεως ατομικών δικαιωμάτων με εξέχουσα κοινωνική διάσταση.

Επί του παραδεκτού, το Δικαστήριο εξέτασε τη νομιμοποίηση και το έννομο συμφέρον της Π.Ο.Ε.ΔΗ.Ν για την άσκηση της επίδικης αίτησης ακυρώσεως και έκρινε ότι επειδή αφενός η αιτούσα Ομοσπονδία αποτελεί δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση, μέλη της οποίας δύνανται να καταστούν Σωματεία Εργαζομένων στα Δημόσια Νοσοκομεία, τα Στρατιωτικά Νοσοκομεία, τα Πανεπιστημιακά Νοσοκομεία, τα Κέντρα Υγείας, τα Ιδρύματα Πρόνοιας, ανοικτής και κλειστής προστασίας, τα Θεραπευτήρια και Σωματεία Εργαζομένων στο ΕΚΑΒ και αφετέρου έχει καταστατικό σκοπό την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των μελών της, οικονομικών, επαγγελματικών, κοινωνικών, συνδικαλιστικών, των πολιτικών και δημοκρατικών τους ελευθεριών και την κατοχύρωσή τους, νομιμοποιείται ενεργητικά στην άσκηση του επίδικου ένδικου βοηθήματος.

Επί της ουσίας γενικά, το Ανώτατο Δικαστήριο εκκίνησε τον συλλογισμό του από βασικές συνταγματικές παραδοχές, αναφέροντας ότι το δικαίωμα στην υγεία (άρθρο 21 παρ. 3 Σ) αναγνωρίζεται στο Σύνταγμα τόσο ως ατομικό όσο και ως κοινωνικό δικαίωμα. Ειδικότερα, ως ατομικό, το δικαίωμα στην υγεία περιλαμβάνει την προστασία της ατομικής υγείας και την ελευθερία του αυτοκαθορισμού του προσώπου, ήτοι την ελευθερία του ατόμου να λαμβάνει αποφάσεις για θέματα της υγείας του. Ως κοινωνικό, το δικαίωμα στην υγεία συνίσταται στην υποχρέωση του Κράτους προς παροχή στους πολίτες υπηρεσιών υγείας υψηλού επιπέδου και σύμφωνων με τις γενικά παραδεδεγμένες αρχές τις ιατρικής επιστήμης και τα ιατρικά standards και, γενικώς, στην υποχρέωσή του προς λήψη των αναγκαίων εκάστοτε θετικών μέτρων που αποβλέπουν στην προστασία της δημόσιας υγείας.  Τα μέτρα αυτά μπορεί μεν να συνιστούν ακόμα και σοβαρή επέμβαση στην απόλαυση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου, πλην η επέμβαση αυτή είναι συνταγματικώς ανεκτή εφ’ όσον: α) προβλέπεται από ειδική νομοθεσία, η οποία λαμβάνει υπ’ όψιν τα κρατούντα σχετικώς, έγκυρα και τεκμηριωμένα επιστημονικά, ιατρικά και επιδημιολογικά πορίσματα, β) τα μέτρα που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσεως επιβάλλονται χωρίς αδικαιολόγητες διακρίσεις, γ) παρέχεται δυνατότητα εξαιρέσεως σε ειδικές περιστάσεις και δ) τα μέτρα αυτά λαμβάνονται για το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα. Επομένως, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες τίθεται σε σοβαρό κίνδυνο η δημόσια υγεία, όπως είναι η κατάσταση πανδημίας λόγω της εμφανίσεως ιού που διακρίνεται για την υψηλή και ταχεία μεταδοτικότητά του και την πιθανότητα προκλήσεως σοβαρών προβλημάτων υγείας στα άτομα τα οποία προσβάλλει, δημιουργώντας ακόμα και κίνδυνο για τη ζωή τους, το Κράτος, με γνώμονα την αρχή της προφυλάξεως, οφείλει να λαμβάνει όλα τα κατάλληλα και απαραίτητα μέτρα για τον περιορισμό της διαδόσεως της ασθένειας, και, κατ’ επέκταση, τη μείωση της πιέσεως που ασκείται επί των υπηρεσιών υγείας, έως ότου εξευρεθεί επιστημονικώς τεκμηριωμένη λύση αποτελεσματικής αντιμετωπίσεώς της, οι δε πολίτες έχουν δικαίωμα να απαιτούν την πραγμάτωση της σχετικής υποχρεώσεως του Κράτους. 

Σε αρμονία με τα ανωτέρω, ο υποχρεωτικός εμβολιασμός, συνιστά σοβαρή μεν παρέμβαση στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και στην ιδιωτική ζωή του ατόμου και δη στη σωματική και ψυχική ακεραιότητα αυτού, πλην συνταγματικώς ανεκτή, εφ’ όσον προβλέπεται από ειδική νομοθεσία, υιοθετούσα πλήρως τα έγκυρα και τεκμηριωμένα επιστημονικά, ιατρικά και επιδημιολογικά πορίσματα στον αντίστοιχο τομέα και παρέχεται δυνατότητα εξαιρέσεως από τον εμβολιασμό σε ειδικές ατομικές περιπτώσεις, για τις οποίες αυτός αντενδείκνυται. Εφόσον, μάλιστα, η ως άνω δε παρέμβαση κρίνεται, σύμφωνα με τεκμηριωμένα επιστημονικά δεδομένα, αναγκαία και πρόσφορη για την προστασία της υγείας τόσο των ίδιων των εμβολιαζομένων όσο και τρίτων (λ.χ. ατόμων που δεν έχουν ακόμη εμβολιασθεί, ατόμων που δεν επιτρέπεται για ιατρικούς λόγους να εμβολιασθούν) δεν είναι δυσανάλογη για την επίτευξη του προμνημονευθέντος συνταγματικού δημοσίου σκοπού, ενώ η διαρκής εξέλιξη του ιού με νέες μεταλλάξεις παρατείνει το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα του εν λόγω μέτρου.

Αναγκαία ήταν για το Ανώτατο Δικαστήριο η επιστημονική τεκμηρίωση της επίδρασης και της μεταδοτικότητας της νόσου του covid-19. Προς αυτή την κατεύθυνση το ΣτΕ περιέλαβε στο  αιτιολογικό του σχετικές τοποθετήσεις, έγγραφες και προφορικές του Π.Ο.Υ, εισηγητικές εκθέσεις της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας της Δημόσιας Υγείας, την από 14.6.2021 Σύσταση της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής και Τεχνοηθικής «Για την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού σε ορισμένες επαγγελματικές ομάδες στον χώρο της υγείας» καθώς και εκτελεστικές αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αποδεικτικά μέσα, δηλαδή, που προσδιορίζουν τους δείκτες μεταδοτικότητας του ιού και τα βασικά κλινικά του χαρακτηριστικά αλλά και περιγράφουν αναλυτικά όλη τη διαδικασία εγκρίσεων και κλινικών δοκιμών των εγκεκριμένων και διατεθέντων εμβολίων.

Επί του επιδίκου ζητήματος συγκεκριμένα, το Δικαστήριο σημείωσε ότι ο εμβολιασμός στο προσωπικό των δομών υγείας (υγειονομικό και διοικητικό) επιδιώκει την ικανοποίηση σκοπού επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος καθώς το εν λόγω προσωπικό έχει εξέχοντα ρόλο στην αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσεως και εκτίθεται καθημερινά σε αυξημένους κινδύνους νόσησης, καθώς κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας εκείνοι που έχουν επαφή ή και φροντίζουν ασθενείς με covid-19, διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να μολυνθούν απ’ ό,τι ο γενικός πληθυσμός. Περαιτέρω, και συναφώς με τα προηγούμενα, επιδιώκεται και ο σκοπός της προστασίας των ασθενών που ευρίσκονται υπό τη φροντίδα των υπόχρεων σε εμβολιασμό και οι οποίοι (ασθενείς) αποτελούν, λόγω της καταστάσεως της υγείας τους, ιδιαιτέρως ευπαθή ομάδα, αξιώνουν δε όσοι εμπλέκονται με τη νοσηλεία τους να μην καθίστανται οχήματα μεταδόσεως ασθένειας, διότι αυτό σαφώς υπερακοντίζει και απογυμνώνει το συνταγματικά κατοχυρωμένο ατομικό τους δικαίωμα στην υγεία.

Αναλύοντας το δικανικό του συλλογισμό ως ανωτέρω, το ΣτΕ απέρριψε την αίτηση ακυρώσεως της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Δημοσίων Νοσοκομείων» (Π.Ο.Ε.ΔΗ.Ν.).

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Κάνε το όπως το "Γ. Παπανικολάου": Δεκάδες πρώιμες διαγνώσεις καρκίνου του πνεύμονα
ΠΟΥ: Εντοπίστηκε ιός γρίπης των πτηνών σε αγελαδινό γάλα
Δεκάδες μεταλλάξεις του ιού της Covid σε άντρα που νοσούσε από κορωνοϊό για 1,5 χρόνο