Γράφει o

Μιχάλης Γιαννάκος

Πρόεδρος ΠΟΕΔΗΝ

Στην περίοδο της πανδημίας ανεδείχθη ο ανεκτίμητος και αναντικατάστατος ρόλος του δημόσιου τομέα υγείας. Ο ιδιωτικός τομέας δεν έβαλε πλάτη, προστατεύθηκε από την κυβέρνηση και εκμεταλλεύθηκε την μονοθεματική λειτουργία των νοσοκομείων. Τα αποτελέσματα της πανδημίας θα ήταν πολύ πιο τραγικά εάν δεν ήταν η αυτοθυσία των λιγοστών υγειονομικών που νυχθημερόν έδιναν τη μάχη από την πρώτη γραμμή, παρά την εργασιακή εξουθένωση.

Παρά ταύτα, εξελίσσεται σχέδιο ιδιωτικοποίησης του ΕΣΥ. Νοσοκομεία και υπηρεσίες νοσοκομείων μετατρέπονται σε Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου (ΝΠΙΔ), καταργήθηκε η πλήρης και αποκλειστική απασχόληση των γιατρών, θεσμοθετήθηκαν τα απογευματινά χειρουργεία επί πληρωμή, εκχωρούνται οι υπηρεσίες στήριξης στους εργολάβους, με σταδιακή απόλυση 6.000 συμβασιούχων.

Η πανδημία ήταν μια μεγάλη ευκαιρία να ενισχυθεί το Εθνικό Σύστημα Υγείας, η οποία, όμως, χάνεται καθότι δεν αντιμετωπίζονται οι χρόνιες παθογένειες της υποχρηματοδότησης και η υποστελέχωση.

Οι κενές οργανικές θέσεις των νοσοκομείων είναι 40.000, με τις ανάγκες σε προσωπικό μεγαλύτερες λόγω των αναχρονιστικών οργανισμών, που δεν περιλαμβάνουν πολλές νέες λειτουργίες που ανέπτυξαν τα νοσοκομεία. Υπηρετούν 20.000 συμβασιούχοι, που βρίσκονται σε διαρκή ομηρία με ολιγόμηνες παρατάσεις των συμβάσεων, παρά τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης ότι θα μονιμοποιηθούν, καθότι καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες και πολέμησαν από την πρώτη γραμμή του υγειονομικού πολέμου. Τα νοσοκομεία οφείλουν σε ληξιπρόθεσμες οφειλές 1,2 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να καλύψουν τις λειτουργικές τους ανάγκες.

Οι δημόσιες δαπάνες υγείας παραμένουν στο χαμηλότατο ύψος του 5% του ΑΕΠ. Με τέτοιες δημόσιες δαπάνες υποβαθμίζεται συνεχώς η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, η πρόσβαση είναι άνιση και δύσκολη και ο πολίτης καλείται να βάζει συνεχώς το χέρι στην τσέπη. Γι’ αυτό και είμαστε από τις πρώτες χώρες της Ευρώπης σε ιδιωτικές δαπάνες υγείας, οι οποίες φτάνουν το 40%των συνολικών δαπανών. Ο μέσος όρος των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε δημόσιες δαπάνες υγείας είναι 7,5%. Εάν δεν αυξηθούν οι δαπάνες, δημόσιο σύστημα υγείας δεν πρόκειται να φτιάξουμε.

Το φαινόμενο των ράντζων δεν λύνεται με διοικητικά, επικοινωνιακά μέτρα. Μπορείς να το κρύψεις για μικρό χρονικό διάστημα, όμως σύντομα θα ξαναεμφανιστούν. Στη χώρα μας λειτουργούν 3,5 νοσοκομειακές κλίνες ανά 100.000 κατοίκους. Ο μέσος όρος στις ευρωπαϊκές χώρες είναι 5,3 κλίνες ανά 100.000 κατοίκους. Έκλεισαν νοσοκομεία και κλίνες την περασμένη δεκαετία. Τα βρίσκουμε μπροστά μας.

Τα περιφερειακά νοσοκομεία απαξιώνονται, με στόχο την κατάργηση και συγχώνευσή τους, λειτουργώντας ως κέντρα διακομιδών. Το 40% των χειρουργικών αιθουσών είναι κλειστές λόγω έλλειψης νοσηλευτικού προσωπικού και αναισθησιολόγων. Έτσι, τακτικά χειρουργεία έχουν 3 και 4 χρόνια αναμονή και έκτακτα χειρουργεία νοσηλευόμενων ασθενών καθυστερούν πάνω από μήνα.

Η πρωτοβάθμια περίθαλψη καρκινοβατεί με ελάχιστο προσωπικό. Οι ελάχιστοι γιατροί των Κέντρων Υγείας, εκτός των εξαντλητικών εφημεριών τους, είναι επιφορτισμένοι και με τον θεσμό του προσωπικού γιατρού, που για άλλη μια φορά απέτυχε.

Τα περιφερειακά νοσοκομεία, ειδικά της νησιωτικής χώρας, υποφέρουν από ελλείψεις γιατρών και νοσηλευτών. Προκηρύξεις γιατρών γίνονται και βγαίνουν άγονες. Στους επικουρικούς πίνακες δεν υπάρχει ενδιαφέρον από νοσηλευτικό προσωπικό. Οι μισθοί μας δεν καλύπτουν το κόστος διαβίωσης, οι συνθήκες εργασίας δυσμενέστατες, τα υπηρεσιακά κίνητρα ανεπαρκή και η Τοπική Αυτοδιοίκηση απούσα.

Δεν τίθενται όρια στη λειτουργία του ιδιωτικού τομέα, που κερδοσκοπεί και έχει κάθε λόγο να επιδιώκει την απαξίωση του δημόσιου τομέα. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι με την ιδιωτικοποίηση θα προσελκύσει γιατρούς στο σύστημα. Η δυνατότητα να προσλάβουν τα νοσοκομεία ιδιώτες γιατρούς υπάρχει και με υψηλή αμοιβή. Γιατί δεν εκδηλώνουν ενδιαφέρον;

Το Νοσοκομείο Σαντορίνης λειτουργεί ως Ανώνυμη Εταιρεία. Γιατί εδώ και πολύ καιρό είναι χωρίς παθολόγο, χωρίς πνευμονολόγο, με έναν γενικό γιατρό, χωρίς αναισθησιολόγο (καλύπτεται με μετακινήσεις), χωρίς μικροβιολόγο; Δεν είναι δυνατόν οι ήρωες του υγειονομικού πολέμου με 35 συναδέλφους νεκρούς από κορωνοϊό, ενώ 50 νοσηλεύθηκαν στις ΜΕΘ και σώθηκαν, να λαμβάνουμε μισθούς ίσους ή κατώτερους από τον κατώτατο μισθό του ανειδίκευτου εργάτη, να μην είμαστε ενταγμένοι στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα.

Η υγεία που θέλουμε είναι ένα ισχυρό δημόσιο σύστημα, με αύξηση της χρηματοδότησης, προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, μονιμοποίηση συμβασιούχων, περισσότερα νοσοκομειακά κρεβάτια, περισσότερες ΜΕΘ, λειτουργία όλων των χειρουργικών αιθουσών, εργαζόμενους που θα ανακτήσουν την αξιοπρέπειά τους με καλές συνθήκες εργασίας και αμοιβές αναλόγως της προσφοράς τους, ενταγμένοι στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα.

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Φαρμακευτική δηλητηρίαση στην παιδική ηλικία
Πώς οι τροφές επηρεάζουν την περίοδο
ECDC: Πρώιμο κρούσμα λοίμωξης από ιό Δυτικού Νείλου στην Ισπανία - Τι γίνεται στην Ελλάδα