Αγγλικός όρος

necrosis

Ορισμός

Θάνατος κυττάρων, ιστών, ή οργάνων.

Οι αιτίες της νέκρωσης περιλαμβάνουν την ανεπαρκή αιμάτωση, τους φυσικούς παράγοντες όπως το τραύμα ή ραδιενέργεια (ηλεκτρική ενέργεια, υπέρυθρη ακτινοβολία, υπεριώδης ακτινοβολία, ακτινοβολία rtpentgen, και ακτίνες ραδίου), χημικούς παράγοντες που ενεργούν τοπικά, εσωτερικά, μετά από την απορρόφηση, ή τοποθετημένοι σε λανθασμένο ιστό. Μερικά φάρμακα προκαλούν τη νέκρωση εάν εγχυθούν στους ιστούς αντί φλέβας, και μερικά όπως η δεξτράνη του σιδήρου προκαλούν νέκρωση εάν εγχυθούν σε περιοχές άλλες εκτός από εν τω βάθει μυ ή φλέβα.

Πληθυντικός

necroses

Ετυμολογία

[Ελλ nekrosis, νέκρωση]

Υπώνυμος όρος

acute tubular necrosis
anemic necrosis
aseptic necrosis
Bakers fatty necrosis
caseous necrosis
central necrosis
cheesy necrosis
coagulation necrosis
colliquative necrosis
dry necrosis
embolic necrosis
fat necrosis
fibrinous necrosis
focal necrosis
gummatous necrosis
ischemic necrosis
liquefactive necrosis
medial necrosis
moist necrosis
putrefactive necrosis
radiation necrosis
subcutaneous fat necrosis of newborn
superficial necrosis
thrombotic necrosis
total necrosis