Αγγλικός όρος
scabies
Ορισμός
Μεταδοτική δερματική μόλυνση προκαλούμενη από το άκαρι Sarcoptes scabiei. Τυπικά εμφανίζεται ως έντονο κνησμώδες εξάνθημα
αποτελούμενο από φολιδώδεις βλατίδες, δήγματα εντόμων και δευτερογενείς μολυσμένες εκδορές κατανεμημένες στις μεμβράνες μεταξύ των δακτύλων, στη
μέση, στον κορμό (κυρίως στις μασχάλες), στο πέος και στους βραχίονες. Εξαπλώνεται άμεσα στα νοικοκυριά, μεταξύ συμπαικτών και μεταξύ σεξουαλικών
συντρόφων, δηλαδή μεταξύ ατόμων τα οποία έρχονται σε στενή επαφή μεταξύ τους.
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ: Η πιο κοινή ένδειξη είναι το κνησμώδες εξάνθημα, το οποίο
επιδεινώνεται κατά τη διάρκεια της νύχτας και απαντά σε πολλαπλά μέλη της οικογένειας.
ΔΙΑΓΝΩΣΗ: Επειδή η ασθένεια πολλές φορές υπόκειται
σε σφάλματα υπερδιάγνωσης, μελετώνται στο μικροσκόπιο αποξέσματα από ύποπτες εκδορές προκειμένου να ταυτοποιηθούν τα ακάρεα, τα αυγά τους ή οι
εκκρίσεις τους.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ Για παιδιά μεγαλύτερα των δύο μηνών και για μη εγκύους ενήλικες, εφαρμόζεται κρέμα 5% περμεθρίνης σε όλη την
επιφάνεια του σώματος, αποφεύγοντας τα μάτια και το στόμα. Η κρέμα εκπλένεται σχολαστικά 8 έως 14 ώρες μετά την εφαρμογή της. Η διαδικασία μπορεί
να επαναληφθεί 14 ώρες μετά την πρώτη εφαρμογή. Εγκυμονούσες και βρέφη κάτω των δύο μηνών πρέπει να αντιμετωπίζονται με ίζημα θείου 6% σε γέλη
πετρελαίου σε καθημερινή βάση για 3 ημέρες.
Ετυμολογία
[Λατ. scabies, έχω κνησμό]
Υπώνυμος όρος
Norwegian scabies