Αγγλικός όρος

iron

Ορισμός

ΣΥMΒ.: Fe. Μεταλλικό στοιχείο ευρέως διεσπαρμένο στην φύση. Ατομικό βάρος 55,847, ατομικός αριθμός 26. Τα μείγματα (οξείδια, υδροξείδια, άλατα) βρίσκονται σε δύο μορφές: σιδηρούχος, στην οποία ο σίδηρος έχει φορτίο δύο Fe2+), και σιδηρικός, όπου έχει φορτίο τρία (Fe3+). Χρησιμοποιείται ευρέως στην θεραπεία συγκεκριμένων τύπων αναιμίας. Ο σίδηρος είναι βασικός στην δημιουργία της χλωροφύλλης στα φυτά, αν και δεν είναι συστατικό της. Αποτελεί τμήμα της αιμοσφαιρίνης και της μυοσφαιρίνης.

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ: Ο σίδηρος, ως τμήμα της αιμοσφαιρίνης, είναι βασικός για την μεταφορά του οξυγόνου στο αίμα. Αποτελεί επίσης μέρος ορισμένων ενζύμων απαραίτητων για την κυτταρική αναπνοή. Στον ανδρικό οργανισμό υπάρχουν περίπου 3,45 g σιδήρου και στον γυναικείο περίπου 2,45 g που κατανέμονται ως εξής: 60% με 70% στην αιμοσφαιρίνη, 10% με 12% στην μυοσφαιρίνη και στα ένζυμα, και με την μορφή της φερριτίνης, 29% στους άνδρες και 10% στις γυναίκες, αποθηκευμένος στο ήπαρ, στον σπλήνα και στον μυελό των οστών. Ο σίδηρος αποθηκεύεται στους ιστούς κυρίως με την μορφή της φερριτίνης. Απορροφάται από την τροφή στο λεπτό έντερο και περνά στο αίμα και στον μυελό των οστών. Εκεί χρησιμοποιείται στην παρασκευή αιμοσφαιρίνης, η οποία ενσωματώνεται στα ερυθρά αιμοσφαίρια. Ένα ερυθρό αιμοσφαίριο, μετά από την κυκλοφορία του στο αίμα για 120 ημέρες περίπου, καταστρέφεται, και ο σίδηρος του χρησιμοποιείται ξανά.

Οι άνδρες χρειάζονται από 0,5 έως 1,0 mg σιδήρου την ημέρα. Μία γυναίκα σε αναπαραγωγική ηλικία χρειάζεται στο διπλάσιο ποσό. Στην διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας απαιτείται από 2 έως 4 mg σιδήρου ημερησίως. Πριν την εφηβεία και μετά την εμμηνόπαυση, οι γυναίκες δεν χρειάζονται περισσότερο σίδηρο από τους άντρες. Επειδή μόνο ένα κλάσμα του σιδήρου της τροφής απορροφάται, είναι απαραίτητο στην δίαιτα να χορηγούνται από 15 έως 30 mg σιδήρου για να είναι βέβαια η απορρόφηση 1 έως 4 mg.

Στους πρώτους μήνες της ζωής τα βρέφη θα χρησιμοποιήσουν το μεγαλύτερο μέρος των αποθηκών σιδήρου και το τυπικό διαιτολόγιο ίσως να μην περιέχει αρκετό σίδηρο για την αναπλήρωσή τους. Για τον λόγο αυτό είναι σημαντικό να προσθέτονται τροφές που περιέχουν σίδηρο στο διαιτολόγιο των νεογνών μετά την ηλικία των 6 μηνών.

Το μαγνήσιο, ο χαλκός και το κοβάλτιο είναι απαραίτητα για την κατάλληλη χρήση του σιδήρου. Ο χαλκός αποθηκεύεται στον οργανισμό και χρησιμοποιείται επανειλημμένα.

Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες σιδήρου στην τροφή. Το 90% του σιδήρου της τροφής είναι στην μορφή αλάτων του σιδήρου και ονομάζεται μη-αιματινικός σίδηρος και έχει πτωχή απορρόφηση. Το υπόλοιπο 10% είναι στην μορφή του αιματινικού σιδήρου και κυρίως παρέχεται από την αιμοσφαιρίνη και την μυοσφαιρίνη του κρέατος και έχει καλή απορρόφηση. Περίπου το 50% του σιδήρου του μητρικού γάλακτος απορροφάται αλλά μόνο το 10% περίπου του σιδήρου του αγελαδινού γάλακτος απορροφάται. Οι λόγοι υψηλότερης βιοδιαθεσιμότητας του σιδήρου του μητρικού γάλακτος είναι άγνωστοι. Το ασκορβικό οξύ, το κρέας το ψάρι και τα πουλερικά προάγουν την απορρόφηση του μη αιματινικού σιδήρου. Τα δημητριακά, τα οξαλικά, οι φυτικές ίνες, οι τανίνες του τσαγιού και τα φωσφορικά αναστέλλουν την απορρόφηση του σιδήρου. Ο χυμός πορτοκαλιού διπλασιάζει την απορρόφηση του σιδήρου από το γεύμα ενώ το τσάι την ελαττώνει κατά 75%.

ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΣΙΔΗΡΟΠΕΝΙΑΣ: Η σιδηροπενία χαρακτηρίζεται από αναιμία, ελαττωμένη ζωτικότητα, δύσπνοια κατά την άσκηση, ωχρότητα δέρματος, ωχρότητα επιπεφυκότα, καθυστέρηση ανάπτυξης και ελαττωμένη ποσότητα αιμοσφαιρίνης σε κάθε ερυθρό αιμοσφαίριο.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ορισμένες φορές προκύπτει μία διαταραχή στον μεταβολισμό του σιδήρου, στην οποία μία χρωστική που περιέχει σίδηρο, η αιμοσιδηρίνη, και η αιμοφουσκίνη εναποτίθενται στους ιστούς, οδηγώντας σε αιμοχρωμάτωση. Η υπερβολική εναπόθεση αιμοσιδηρίνης στους ιστούς, όπως συμβαίνει ως αποτέλεσμα υπερβολικής καταστροφής ερυθρών αιμοσφαιρίων, ονομάζεται αιμοσιδήρωση.

ΠΗΓΕΣ: Οι παρακάτω τροφές παρέχουν σίδηρο στο διαιτολόγιο: αμύγδαλα, σπαράγγια, δημητριακά, φασόλια, μαύρο ψωμί, κουνουπίδι, σέλινο, σέσκουλο, ραδίκια, κρόκος αυγού, ψωμί ολικής άλεσης, νεφρό, μαρούλι, ήπαρ, κουάκερ, σόγια, σιτάρι. Άλλες καλές πηγές είναι βερύκοκο, παντζάρι, λάχανο, καλαμπόκι, αγγούρι, σταφίδα, χουρμάδες, πάπια, χήνα, πράσινα λαχανικά, αρνί, πετιμέζι, μανιτάρια, πορτοκάλια, κουκιά, φιστίκια, αχλάδια, πιπέρι, πατάτες, δαμάσκηνα, ραπανάκι, σταφίδα, ραβέντιο, ανανάς, ντομάτες και γογγύλι.

Ετυμολογία

[Αγγλ. Σαξ. iren, Λατ. ferrum]