Αγγλικός όρος
appendicitis
Ορισμός
Φλεγμονή της σκωληκοειδούς απόφυσης που οφείλεται σε απόφραξη του αυλού της, η οποία ακολουθείται από
μόλυνση. Μπορεί να είναι οξεία, υποξεία ή χρόνια και σε ορισμένες περιπτώσεις η διάγνωσή της μπορεί να είναι δύσκολη εξαιτίας του ότι πολλές ασθένειες
είναι δυνατόν να προκαλέσουν οξύ κοιλιακό άλγος.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ: Κατά κανόνα απαιτείται χειρουργική επέμβαση. Στις περισσότερες περιπτώσεις
χορηγούνται υγρά και αντιβιοτικά ενδοφλεβίως.
Ετυμολογία
[Λατ. appendere, κρέμομαι, + Ελλ. itis, φλεγμονή]
Υπώνυμος όρος
acute appendicitis
chronic appendicitis
gangrenous appendicitis