Αγγλικός όρος

deficiency disease

Ορισμός

Κατάσταση οφειλόμενη στην έλλειψη μιας σημαντικής ουσίας για τον μεταβολισμό στο σώμα. Η ανεπάρκεια μπορεί να οφείλεται σε ανεπαρκή πρόσληψη, πέψη, απορρόφηση ή χρήση τροφών, ανόργανων αλάτων, νερού ή βιταμινών. Μπορεί επίσης να οφείλεται σε υπερβολική απώλεια εξαιτίας εκκρίσεων ή κάποιο εντερικό παράσιτο όπως α-γκυλόστομο ή ταινία. Στις εν λόγω νόσους περιλαμβάνονται η νυκταλωπία και κερατομαλάκυνση (προκαλούμενη από έλλειψη της βιταμίνης Α)· η μπέρι-μπέρι και η πολυνευρίτιδα (έλλειψη θειαμίνης)· πελλάγρα (έλλειψη νιασίνης)· σκορβούτο (έλλειψη βιταμίνης Ο)· ραχίτιδα και οστεομαλάκυνση (έλλειψη βιταμίνης D) κακοήθους αναιμία (έλλειψη ενδογενούς γαστρικού παράγοντα και βιταμίνης Β12).