Αγγλικός όρος

battered child syndrome

Ορισμός

Σωματική κακοποίηση ενός παιδιού από κάποιον ενήλικα, συχνά υπό περιστάσεις που δίνουν την εικόνα ότι ο τραυματισμός ήταν τυχαίος. Το παιδί μπορεί να εμφανίσει μώλωπες, εκδορές, εγκαύματα, αιματώματα ή κατάγματα των μακριών οστών, των πλευρών ή του κρανίου. Ενδέχεται επίσης να υπάρχει φτωχή υγιεινή του δέρματος και κάποιος βαθμός υποσιτισμού.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ: Το άτομο που κακοποιεί είναι συνήθως ο γονιός ή ο κηδεμόνας, ο οποίος με τη σειρά του είχε κακοποιηθεί όταν ήταν παιδί.
ΔΙΑΓΝΩΣΗ: Τα περισσότερο ευδιάκριτα χαρακτηριστικά είναι η εντόπιση των τραυματισμών (πχ. η περιοχή του οφθαλμού), ο τύπος του κατάγματος και η απόκλιση στα στάδια επούλωσης των οστικών αλλοιώσεων που είναι ορατές στις ακτινογραφίες, υποδεικνύοντας ότι οιτραυματισμοί έλαβαν χώρα σε διαφορετικές χρονικές στιγμές.
ΠΡΟΓΝΩΣΗ: Η πρόγνωση ποικίλλει. Το ποσοστό θανάτου είναι υψηλό και τα παιδιά που επιζούν υποφέρουν συχνά από μακροχρόνια σωματικά και ψυχικά τραύματα, ενώ ενδέχεται να γίνουν και αυτά γονείς που θα κακοποιούν τα παιδιά τους. Αν ένα παιδί έχει κακοποιηθεί από τους γονείς του, είναι σημαντικό να εξεταστούν χωρίς καθυστέρηση και τα αδέλφια του, διότι στο 20% των περιπτώσεων περίπου, τα αδέλφια του κακοποιημένου παιδιού θα επιδείξουν επίσης σημεία σωματικής κακοποίησης.