Αγγλικός όρος

chemotherapy

Ορισμός

Φαρμακευτική θεραπεία, η οποία χρησιμοποιείται πχ., στη θεραπεία λοιμώξεων, καρκίνων και άλλων νόσων ή παθήσεων.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι θεραπευτικοί παράγοντες οι οποίοι χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία του καρκίνου είναι δηλητήρια και ενέχουν κινδύνους σε εκείνους που τους χειρίζονται και πρωταρχικά στους φαρμακοποιούς και στους νοσηλευτές. Συνήθως μόνο οι ογκολόγοι οι οποίοι είναι ειδικά εκπαιδευμένοι στη χορήγηση χημειοθεραπείας πρέπει να αναλαμβάνουν αυτό το καθήκον. Ο πιο σημαντικός παράγοντας ελάττωσης της έκθεσης, είναι η χρήση κατάλληλης προστασίας κατά την προετοιμασία και χορήγηση αυτών των παραγόντων. Μετά από το πλύσιμο των χεριών, ο ιατρός φορά κατάλληλη ενδυμασία. Ο προστατευτικός ρουχισμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί, όταν τα φάρμακα παρασκευάζονται στον ειδικό θάλαμο, αλλά συνήθως μόνο χειρουργικά γάντια χωρίς ταλκ, ή γάντια χημειοθεραπείας άνευ ελαστικού χρησιμοποιούνται κατά τις περισσότερες χορηγήσεις. Στη συνέχεια, ο υπεύθυνος συγκεντρώνει τον εξοπλισμό για τη χορήγηση των φαρμάκων, περιλαμβανομένου διαλύματος φυσιολογικού ορού, ή διαλύματος γλυκόζης 5% (πρέπει να χρησιμοποιηθεί το ίδιο διάλυμα τόσο κατά την έναρξη όσο και κατά την ανάμιξη), ενδοφλέβιων γραμμών, των φαρμάκων, μάκτρων αιθανόλης, στείρας γάζας, καθώς και όλο τον απαραίτητο εξοπλισμό για την εγκατάσταση ενδοφλέβιας γραμμής και απορροφητικά επιθέματα υποστηριζόμενα από πλαστικό. Συχνά οι ασθενείς μπορούν να σιτίζονται ή να πίνουν κατά τη χορήγηση χημειοθεραπείας. Τα φάρμακα πρέπει να χορηγούνται σε ήρεμο περιβάλλον, και όλα τα απορρίμματα της χημειοθεραπείας και ο εξοπλισμός πρέπει να απορρίπτονται σε ενδεδειγμένους κάδους απορριμμάτων. Οι φροντιστές πρέπει να ακολουθούν τις οδηγίες OHSA κατά τον καθαρισμό διαρροών των φαρμάκων. Πρέπει να υπάρχουν διαθέσιμα και να χρησιμοποιούνται σύνεργα καθαρισμού διαρροών και οι περιοχές στις οποίες συνέβη διαρροή να καθαριστούν τρεις φορές χρησιμοποιώντας νερό και σαπούνι (για το δέρμα) ή απορρυπαντικό ακολουθούμενο από καθαρό νερό (για άλλες επιφάνειες). Η έκθεση θέτει επιπρόσθετους κινδύνους στην αναπαραγωγική υγεία των γυναικών, περιλαμβανομένων έκτοπης εγκυμοσύνης, αυτόματων αποβολών και εμβρυικών ανωμαλιών.

ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ ΑΣΘΕΝΟΥΣ: Οι αντινεοπλασματικοί παράγοντες φονεύουν τα καρκινικά κύτταρα, αλλά φονεύουν επίσης ή τραυματίζουν και φυσιολογικά κύτταρα, θέτοντας σε κίνδυνο την άνεση και ασφάλεια του ασθενούς. Μια συνήθης και δυνητικά σοβαρή παρενέργεια είναι η καταστολή του μυελού των οστών.Η χημειοθεραπεία μπορεί να ελαττώσει τους αριθμούς των λευκοκυττάρων, ερυθροκυττάρων και αιμοπεταλίων στην περιφέρεια. Η λευκοπενία αυξάνει τον κίνδυνο του ασθενούς για λοιμώξεις, ιδιαίτερα εάν οι αριθμοί κοκκιοκυττάρων κατέλθουν κάτω από 1000/ mm3. Παρέχονται πληροφορίες στον ασθενή σχετικά με την προσωπική υγιεινή και για τις θέσεις δυνητικής μόλυνσης και διδάσκεται να αναγνωρίζει σημάδια και συμπτώματα, όπως ο πυρετός, ο βήχας, ο πονόλαιμος ή η αίσθηση καύσου κατά τη διούρηση. Επισημαίνεται στον ασθενή να αποφεύγει τα πλήθη και άτομα με κρυολογήματα ή γρίπη. Χορηγείται filgrastim (Neupogen) ως ενδείκνυται, προκειμένου να διεγείρει τον πολλαπλασιασμό και τη διαφοροποίηση αιμοποιητικών κυττάρων, ιδιαίτερα των ουδετεροφίλων. Η θρομβοκυτταροπενία (παθολογικά χαμηλές τιμές αιμοπεταλίων) αυξάνει τον κίνδυνο αιμορραγίας του ασθενούς, όταν ο αριθμός των αιμοπεταλίων πέσει κάτω από 50000/ mm3, ενώ ο κίνδυνος είναι μέγιστος όταν ο αριθμός αιμοπεταλίων πέσει κάτω από 20000/ mm3. Ο ασθενής εξετάζεται και διδάσκεται να παρακολουθεί για αιμορραγία στα ούλα, αυξημένη τάση για μώλωπες ή πετέχειες, υπερεμμηνόρροια, μαύρα σαν πίσσα κόπρανα αιματουρία, και καστανόχρωμη έμεση. Ο ασθενής πρέπει να συμβουλευθεί να αποφεύγει τα κοψίματα και τους μώλωπες και να χρησιμοποιεί μαλακή οδοντόβουρτσα και ηλεκτρική μηχανή ξυρίσματος. Ο ασθενής πρέπει να αναφέρει αιφνίδιους πονοκεφάλους, οι οποίοι μπορεί να υποδεικνύουν ενδοκρανιακή αιμορραγία. Πρέπει να χρησιμοποιεί μαλακτικό κοπράνων ως ενδείκνυται, προκειμένου να αποφευχθεί ο ερεθισμός του εντέρου και η αιμορραγία. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας, αναπτύσσεται σταδιακά αναιμία, επομένως, η αιμοσφαιρίνη, ο αιματοκρίτης και ο αριθμός των ερυθρών αιμοσφαιρίων του ασθενούς, παρακολουθούνται. Η αφυδάτωση μπορεί να οδηγήσει σε ψευδώς φυσιολογικό αιματοκρίτη, ο οποίος ακολούθως ελαττώνεται καθώς ο ασθενής ενυδατώνεται. Ο ασθενής ελέγχεται για, και διδάσκεται να αναφέρει οποιαδήποτε ζάλη, εξάντληση, ωχρότητα, ή δυσκολία αναπνοής με ελάχιστη άσκηση. Πρέπει να αναπαύεται συχνότερα, να αυξήσει τη διαιτητική πρόσληψη τροφών πλούσιων σε σίδηρο και να λαμβάνει πολυβιταμινούχα σκευάσματα με σίδηρο, ως ενδείκνυται. Χορηγούνται αυξητικοί παράγοντες ή παράγοντες διέγερσης αποικιών ως ενδείκνυνται, και μεταγγίζεται ολόκληρο αίμα ή συμπυκνωμένα κύτταρα ως ενδείκνυται για έναν συμπτωματικό ασθενή.

Τα αντινεοπλασματικά επιτίθενται στα καρκινικά κύτταρα, διότι τα τελευταία πολλαπλασιάζονται γρήγορα. Για τον ίδιο λόγο, καταστρέφουν επίσης φυσιολογικά κύτταρα τα οποία διαιρούνται γρήγορα. Ενώ η επιθηλιακή βλάβη μπορεί να επηρεάσει οποιονδήποτε βλεννογόνο, η πλέον κοινή θέση βλάβης είναι ο στοματικός βλεννογόνος. Η στοματίτιδα αποτελεί παροδικό μεν, αλλά καταστροφικό φαινόμενο, το οποίο μπορεί να παρεμποδίσει τη θρέψη και την πόση. Μπορεί να κυμαίνεται από ήπια και μόλις διακριτή έως βαριά και επιφέρουσα τον υποσιτισμό. Εφαρμόζεται και διδάσκεται στον ασθενή η προληπτική στοματική φροντίδα ώστε να παράσχει ανακούφιση και ελάττωση της έντασης του στοματικού πόνου. Παρέχεται επίσης θεραπευτική στοματική φροντίδα, περιλαμβανομένων τοπικών αντιβιοτικών εάν ενδείκνυνται. Ο ασθενής μπορεί να παρουσιάσει ναυτία και εμέτους, λόγω ερεθισμού του γαστρικού βλεννογόνου (από του στόματος χημειοθεραπευτικά φάρμακα), χημικό ερεθισμό του κεντρικού νευρικού συστήματος (παρεντερική χημειοθεραπεία), ή ψυχογενείς εκδηλώσεις λόγω από αισθηματικών διαταραχών, υποψιών, ή άγχους. Η ναυτία και έμεση που επάγονται από τη χημειοθεραπεία αποτελούν κύριο μέλημα, διότι μπορούν να προκαλέσουν διαταραχή υγρών και ηλεκτρολυτών, ασυμβατότητα με το θεραπευτικό σχήμα και εκδορές στην γαστροοισοφαγική συμβολή, οι οποίες οδηγούν σε μαζική αιμορραγία (σύνδρομο Mallory-Weiss), ρήξη των τραυμάτων και παθολογικά κατάγματα. Ελαττώνει επίσης την ποιότητα ζωής του ασθενούς, παρεμβαίνοντας στην ικανότητα και το κίνητρο του να αναλάβει ενεργό ρόλο στη φροντίδα του/της. Αυτές οι επιπλοκές αξιολογούνται και προλαμβάνονται όσο είναι δυνατό. Ο χημικός ερεθισμός ελέγχεται χορηγώντας ενδεικνυόμενους συνδυασμούς αντιεμετικών τα οποία λειτουργούν μέσω διαφορετικών μηχανισμών, όπως ανταγωνιστές σεροτονίνης, προχλωρπεραζίνη, διφαινυδραμίνη, δροπεριδόλη και δροναβινόλη. Παρακολουθούνται σημεία και συμπτώματα εισ-ρόφησης, επειδή τα περισσότερα αντιεμετικά είναι καταπραϋντικά. Οι ψυχογενείς εκδηλώσεις μπορούν να ανακουφισθούν χρησιμοποιώντας τεχνικές χαλάρωσης προκειμένου να ελαττωθούν τα αισθήματα απομόνωσης και άγχους πριν και κατά τη διάρκεια κάθε θεραπείας. Ενθαρρύνεται ο ασθενής να εκφράζει τα αισθήματα άγχους και να ακούει μουσική, να ασχοληθεί με τεχνικές χαλάρωσης, διαλογισμό ή αυτοΰπνωση ώστε να βοηθήσει στην προώθηση αισθήματος ευεξίας και μιας αίσθησης ελέγχου.

Η απώλεια των μαλλιών είναι μια απογοητευτική παρενέργεια για τον ασθενή, ιδιαίτερα όταν η εικόνα την οποία έχει για το σώμα του ή ο αυτοσεβασμός του συνδέεται στενά με τον ευπρεπισμό ή την εμφάνισή του/της. Ο ασθενής πληροφορείται ότι η απώλεια των μαλλιών είναι συνήθως σταδιακή, επηρεάζει τόσο τους άνδρες όσο και τις γυναίκες και μπορεί να είναι μερική ή πλήρης. Καθησυχάζεται, εάν η αλωπεκία είναι αναστρέψιμη μετά το πέρας της θεραπείας.

Η εξαγγείωση της χημειοθεραπείας μπορεί να προκαλέσει νέκρωση ιστών και για το λόγο αυτό, ο ασθενής διδάσκεται να αναφέρει αμέσως οποιονδήποτε πόνο, τσίμπημα, καύσο, πρήξιμο ή ερύθημα στη θέση της ένεσης. Η εξαγγείωση πρέπει να διαφοροποιηθεί από τον ερεθισμό των αγγείων ή την αντίδραση ερυθήματος. Ο φλεβικός ερεθισμός γίνεται αισθητός ως πόνος ή σφίξιμο κατά μήκος του αιμοφόρου αγγείου, και η φλέβα καθ' όλο το μήκος της μπορεί να γίνει ερυθρωπή ή να σκουρύνει συνοδευόμενη από οίδημα. Στην αντίδραση ερυθήματος, ο κνησμός είναι το μείζον αίσθημα δυσφορίας. Το ερύθημα παρατηρείται κατά στίγματα κατά μήκος του αγγείου, μπορεί να ομοιάζει με κνίδωση και υποχωρεί εντός 30 λεπτών. Επιστροφή αίματος από τον ενδοφλέβιο σωλήνα μπορεί συνήθως να ληφθεί τόσο με ερεθισμό όσο και με αντίδραση ερυθήματος. Προκειμένου να βοηθηθεί η πρόληψη εξαγγείωσης, τα περιφερικά χορηγούμενα τοξικά φλυκταινογόνα φάρμακα χορηγούνται σε μικρές ποσότητες μέσω ενδοφλέβιας προώθησης από πλευρική θύρα της κύριας ενδοφλέβιας μονάδας. Εάν υποπτευόμαστε εξαγγείωση, η έγχυση διακόπτεται και αναρροφάται οποιοδήποτε φάρμακο. Ανασηκώνεται το άκρο και εφαρμόζονται ψυχρά επιθέματα, εκτός από την περίπτωση των αλκαλοειδών της Vinca, για τα οποία συνιστάται θερμότητα. Ανάλογα με το πρωτόκολλο της υπηρεσίας, ενημερώνεται ο ογκολόγος και εάν υπάρχει ειδικό αντίδοτο για το φάρμακο, χορηγείται ως ενδείκνυται. Η κύρια ενδοφλέβια γραμμή παρέχει απευθείας πρόσβαση στον ασθενή εάν προκύψει κάποια ανεπιθύμητη ενέργεια. Μπορούν επίσης να χορηγηθούν γρήγορα άλλα φάρμακα ώστε να αντισταθμιστούν οι παρενέργειες.

Ετυμολογία

["+ therapeia, θεραπεία]

Υπώνυμος όρος

adjuvant chemotherapy
combination chemotherapy
consolidation chemotherapy
peritoneal chemotherapy