Ελένη Πατρόζου, Παθολόγος – Λοιμωξιολόγος, Επιστ. Συνεργάτις ΥΓΕΙΑ

 

Κάθε 10 χρόνια παρατηρούνται νέοι, για το ανθρώπινο είδος, ιοί που µπορούν να προκαλέσουν πανδηµία. Από τις αρχές του 20ού αιώνα έλαβαν χώρα τέσσερις πανδηµίες του ιού της γρίπης: 1918, 1957, 1968, 2009. Τα τελευταία 20 χρόνια, τρεις νέοι κορωνοϊοί έχουν αναδυθεί και διασπαρεί στο ανθρώπινο είδος.

Πρώτος ο SARS (2002-2004), που αναδύθηκε από τις λαϊκές αγορές της Κίνας και εξαπλώθηκε σε 29 χώρες, µόλυνε 8.422 ανθρώπους και σκότωσε 831, προκαλώντας τον θάνατο στο 10% των προσβληθέντων.

∆εύτερος ο MERS CoV (2012-σήµερα), που αποµονώθηκε πρώτη φορά στην Αραβική Χερσόνησο τον Σεπτέµβριο του 2012. Μέχρι σήµερα έχουν µολυνθεί 2.519 άνθρωποι και έχουν καταγραφεί 866 θάνατοι (35% θνητότητα).

Τρίτος ο SARS-CoV-2 (2019), ξεκινώντας από την πόλη Ουχάν της Κίνας, έχει εξαπλωθεί σε όλο τον κόσµο, προσβάλλοντας εκατοµµύρια άτοµα σε 213 χώρες και σκοτώνοντας εκαντοντάδες χιλιάδες ανθρώπους µέχρι και σήµερα.

Ο νέος ιός είναι ηπιότερος από τους προηγούµενους δύο κορωνοϊούς, προκαλεί ήπια και συχνά (στο 1/4 των προσβληθέντων) καθόλου συµπτώµατα, παρ’ όλα αυτά έχει προκαλέσει πολλαπλάσια θύµατα σε όλο τον κόσµο σε σχέση µε τους προηγούµενους κορωνοϊούς. Σε αντίθεση µε τον SARS, που µεταδιδόταν µόνο όταν ασθενείς παρουσίαζαν πνευµονία και ήταν πια στο νοσοκοµείο, και τον MERS, που δεν µεταδίδεται ευχερώς µεταξύ ανθρώπων, ο SARS-CoV-2 µεταδίδεται και από τους ήπια νοσούντες, ακόµα και από τους  ασυµπτωµατικούς ανθρώπους. Εκτιµάται ότι το 40% της µετάδοσης του ιού γίνεται από ασυµπτωµατικούς φορείς. Αυτό είναι το βασικό χαρακτηριστικό που τον κατέστησε ικανό να µας προσβάλει καθολικά και ανεξέλεγκτα. ∆εν µπορούµε να γνωρίζουµε ποιος φέρει τον ιό και συνεπώς δεν µπορούµε να προφυλαχθούµε. Στην Ελλάδα θα πρέπει να είµαστε υπερήφανοι. Η χώρα µας, παρότι δεν υπήρχε προηγούµενη εµπειρία µε τους κορωνοϊούς SARS και MERS, εφάρµοσε την κοινωνική αποµόνωση χωρίς δισταγµούς αµέσως µε την έναρξη της επιδηµίας, µε αποφασιστικότητα και µε εξαιρετικά αποτελέσµατα. Η επιδηµική καµπύλη, ο αριθµός δηλαδή των κρουσµάτων στον χρόνο, επιπεδώθηκε και αποφεύχθηκαν χιλιάδες θάνατοι. Χρειάζεται όµως προσοχή και συνεχής επαγρύπνηση. Ανάµεσα σε πολλούς συµπολίτες µας επικράτησε «το παράδοξο της πρόληψης». Η επιτυχής διαχείριση της πανδηµίας και η ελαχιστοποίηση των απωλειών σε ανθρώπινες ζωές είχαν ως αποτέλεσµα, λανθασµένα, πολλοί συµπατριώτες µας να θεωρήσουν ότι δεν υπήρξε ποτέ πρόβληµα ή ότι η πανδηµία τελείωσε.

Το βασικό ερώτηµα όλων είναι πότε θα τελειώσει η πανδηµία.

Η µετάδοση του ιού θα παύσει όταν ποσοστό άνω του 60-70% του πληθυσµού έχει ανοσία, έχει δηλαδή αναπτύξει ειδικά αντισώµατα έναντι του ιού SARS-CoV-2. Η ανοσία επιτυγχάνεται µε δύο τρόπους: είτε µε φυσικό τρόπο, δηλαδή µόλυνση µε τον ιό, είτε µε εµβολιασµό. Γνωρίζουµε ότι το εµβόλιο θα χρειαστεί αρκετούς µήνες ακόµη µέχρι να είναι διαθέσιµο. Η επίτευξη της φυσικής ανοσίας έχει κόστος σε ανθρώπινες ζωές: ένα 15% των ανθρώπων που θα νοσήσουν θα χρειαστούν νοσηλεία, 5% σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας και 1-2% των νοσούντων θα πεθάνουν. Αν επιπλέον κορεστούν τα συστήµατα υγείας, η θνητότητα αυξάνεται σηµαντικά (µέχρι και 10%), καθώς οι ασθενείς που έχουν ανάγκη θεραπείας και υποστήριξης για να επιβιώσουν µένουν αβοήθητοι. ∆εν µπορούµε να επιτρέψουµε την επίτευξη ανοσίας αγέλης µε φυσικό τρόπο, καθώς οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές θα είναι µεγάλες. Μέχρι να είναι διαθέσιµο το εµβόλιο, θα πρέπει να εξασφαλίσουµε, µε τα µέτρα δηµόσιας υγείας που έχουν ήδη εφαρµοστεί και επιπλέον µέσα που θα µας παρέχει η ευρεία εξέταση των ατόµων για ενεργό (ανίχνευση του γενετικού υλικού του ιού σε ασυµπτωµατικούς και νοσούντες) ή µε παρελθούσα λοίµωξη (ανίχνευση αντισωµάτων), τη σταδιακή προσβολή κατ’ αρχάς του υγιούς και ηλικιακά νεότερου µέρους του πληθυσµού. Οι ευπαθείς οµάδες, ηλικιωµένοι και έχοντες χρόνια προβλήµατα υγείας, θα πρέπει να αποφύγουν την έκθεση στον ιό έως ότου είναι διαθέσιµο το εµβόλιο.

Ειδήσεις υγείας σήμερα
GSK: Μήνυση κατά Pfizer-BioNTech για τις πατέντες των εμβολίων mRNA
Το Τai chi βελτιώνει την ποιότητα ύπνου ασθενών με προχωρημένο καρκίνο πνεύμονα [μελέτη]
Πώς θα αυξήσουμε την αντοχή μας