Η λοίμωξη που προκαλεί ο νέος κορωνοϊός επιφέρει αγγειακές διαταραχές, που οδηγούν σε θρομβωτικά επεισόδια και ανάπτυξη νέων, παθολογικών αγγείων.  Οι επιπτώσεις αυτές μπορεί να ευθύνονται για τα εμμένοντα συμπτώματα (Long COVID) που αναπτύσσει σημαντικό ποσοστό ασθενών, αναφέρουν επιστήμονες από τη Γαλλία.

Σε νέα μελέτη που πραγματοποίησαν, ανακάλυψαν ότι ορισμένοι δείκτες στο αίμα που συνδέονται με την ανάπτυξη νέων αιμοφόρων αγγείων, είναι αυξημένοι στους ασθενείς με Long COVID. Επιπρόσθετα, ένας από αυτούς τους δείκτες συνδέεται ισχυρά με τις επίμονες πνευμονικές βλάβες και τα αναπνευστικά προβλήματα που συχνά έχουν οι ασθενείς αυτοί.

«Η Long COVID αποτελεί ένα σημαντικό πρόβλημα δημόσιας υγείας, λόγω των μακροχρόνιων επιδράσεών της στην υγεία των ασθενών και στα συστήματα υγείας», ανέφερε στο iatronet ο κύριος ερευνητής Dr. David M. Smadja, καθηγητής Αιματολογίας στο University Paris Cité, στο Παρίσι. «Η εμμένουσα COVID-19 προσβάλλει σημαντικό ποσοστό ασθενών, οι οποίοι έχουν συμπτώματα για εβδομάδες και μήνες μετά την αρχική ανάρρωσή τους από τον νέο κορωνοϊό».

Τα συμπτώματα που προκαλεί η Long COVID δεν είναι τα ίδια σε όλους τους ασθενείς, ούτε έχουν σε όλους την ίδια βαρύτητα. Μπορεί να συμπεριλαμβάνουν επίμονη κόπωση, μυαλγίες, αναπνευστικά προβλήματα, νευρολογικές διαταραχές κ.ά. Τα συμπτώματα αυτά έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην καθημερινότητα και την ποιότητα ζωής των πασχόντων, καθιστώντας συχνά δύσκολη την επιστροφή στην εργασία και τις άλλες δραστηριότητές τους.

«Εκτός από τις επιπτώσεις της στα συστήματα Υγείας, η Long COVID έχει και άλλες σοβαρές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες», τονίζει ο Dr. Smadja. «Μπορεί να οδηγήσει σε παρατεταμένη αδυναμία εργασίας, εξωθώντας τους ασθενείς και τις οικογένειές τους σε οικονομικό αδιέξοδο. Η χρόνια κόπωση, εξάλλου, και τα άλλα επίμονα συμπτώματα μπορεί να οδηγήσουν σε κοινωνικές και συναισθηματικές δυσκολίες, που επηρεάζουν τις σχέσεις και την ατομική ψυχική ευεξία».

Δυστυχώς, ένα από τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η επιστημονική κοινότητα είναι οι αβεβαιότητες όσον αφορά τον ορισμό και τα χαρακτηριστικά της Long COVID, προσθέτει ο καθηγητής. Αν δεν αποκρυπτογραφηθούν οι μηχανισμοί που ευθύνονται γι' αυτήν, είναι δύσκολο να αναπτυχθούν αποτελεσματικές στρατηγικές πρόληψης και αντιμετώπισης.

«Η ομάδα μας στο Ευρωπαϊκό Νοσοκομείο Georges Pompidou του Université Paris Cité έχει πραγματοποιήσει εκτεταμένες  έρευνες για τις αγγειακές επιπτώσεις της COVID-19», εξηγεί ο  Dr. Smadja. «Πρόσφατα, δημοσιεύσαμε τα ευρήματα αντίστοιχης μελέτης που κάναμε για να κατανοήσουμε καλύτερα την Long COVID, ιδιαίτερα τα επίμονα αναπνευστικά προβλήματα που προκαλεί. Η έρευνά μας εστιάστηκε σε ουσίες (δείκτες) που αφορούν την πηκτικότητα του αίματος και τις διαταραχές των αιμοφόρων αγγείων».

Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο ιατρικό περιοδικό Angiogenesis. Στη μελέτη συμμετείχαν 137 ασθενείς με πιθανή Long COVID. Η διάμεση ηλικία τους ήταν τα 55 έτη. Σχεδόν οι επτά στους δέκα ήταν άνδρες. Οι εθελοντές υποβλήθηκαν σε αξιολόγηση της αναπνευστικής λειτουργίας τους και σε αναλύσεις αίματος. Οι εξετάσεις έγιναν 3 έως 24 μήνες μετά από ένα επεισόδιο λοίμωξης από τον νέο κορωνοϊό.

Οι ερευνητές συνέκριναν τα αποτελέσματα των εξετάσεων στους ασθενείς με εκείνα 20 άλλων, υγιών εθελοντών.

Ορισμένοι δείκτες που σχετίζονται με την αγγειογένεση (δημιουργία νέων αγγείων) ήταν αυξημένοι στους πάσχοντες από Long COVID, συγκριτικά με τους υγιείς εθελοντές. Ένας από τους δείκτες αυτούς, που λέγεται αγγειακός ενδοθηλιακός αυξητικός παράγοντας-Α (vascular endothelial growth factor A - VEGF-A), συσχετιζόταν ισχυρά με τις επίμονες πνευμονικές βλάβες που συχνά έχουν οι ασθενείς αυτοί.

Οι βλάβες ήταν εμφανείς στις αξονικές τομογραφίες πνευμόνων. Συνοδεύονταν επίσης από διαταραγμένη ικανότητα των πνευμόνων να αποβάλλουν το διοξείδιο του άνθρακα.

«Τα ευρήματα αυτά δείχνουν ότι ο VEGF-A θα μπορούσε να αποτελέσει χρήσιμο προγνωστικό δείκτη για να εντοπίζονται οι ασθενείς, οι οποίοι διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για μακροχρόνιες επιπλοκές από την COVID-19», εκτιμά ο Dr. Smadja. «Επιπρόσθετα, η κατανόηση της σχέσης ανάμεσα στα αιμοφόρα αγγεία και στα επίμονα συμπτώματα θα μπορούσε να ανοίξει νέους δρόμους για τη διαχείριση των ασθενών με Long COVID».

Τα νέα ευρήματα είναι ένα πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, συνέχισε. Η στόχευση του VEGF-A με αντι-αγγειογενετικούς παράγοντες, θα μπορούσε να είναι μία πιθανή θεραπευτική επιλογή. Ήδη χρησιμοποιούνται αντιαγγειογενετικοί παράγοντες για την αντιμετώπιση άλλων ασθενειών, όπως ο καρκίνος. Επομένως θα μπορούσαν να εξεταστούν σε κλινικές μελέτες για τη πρόληψη ή την αντιμετώπιση των αναπνευστικών συμπτωμάτων της Long COVID.

«Ελπίζουμε ότι οι ανακαλύψεις αυτές θα οδηγήσουν σε λύσεις που θα βελτιώσουν στο εγγύς μέλλον την ποιότητας ζωής των ασθενών με Long COVID», κατέληξε ο καθηγητής.

Ειδήσεις υγείας σήμερα
Γρίπη των πτηνών: Χαμηλός ο κίνδυνος μετάδοσης από τα ζώα στον άνθρωπο στις πόλεις
Τα νοσοκομεία με τη μεγαλύτερη φαρμακευτική δαπάνη [πίνακας]
1 στους 2 υγειονομικούς θεωρούν μη ασφαλή την παρεχόμενη φροντίδα, λόγω των ελλείψεων [ανάλυση]