Σύμφωνα με τους συγγραφείς επιστημονικής μελέτης από τη Βιέννη αποδείχθηκε ότι απλές εξετάσεις σε φαρμακεία μπορούν να εντοπίσουν άτομα με μη διαγνωσμένους καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνου και, σε ορισμένες περιπτώσεις, να τα παραπέμψουν σε γιατρό.
Τα αποτελέσματα της τρέχουσας έρευνας που πραγματοποιήθηκε από δημόσια φαρμακεία και κλινικούς φαρμακολόγους της Βιέννης δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό "Preventive Medicine Reports".
"Παρόλο που οι καρδιαγγειακές παθήσεις είναι η κύρια αιτία θνησιμότητας παγκοσμίως, πολλοί άνθρωποι παραμένουν μη διαγνωσμένοι όσον αφορά τον ατομικό τους κίνδυνο. Ο στόχος αυτής της μελέτης ήταν να προσδιοριστεί το ποσοστό των ατόμων με τέτοιο μη αναγνωρισμένο κίνδυνο μεταξύ των πελατών των δημόσιων φαρμακείων", έγραψαν ο Thorsten Bischof (Κλινική Φαρμακολογία του ιατρικού πανεπιστημίου της Βιέννης) και οι συν-συγγραφείς του, μεταξύ των οποίων ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου της Βιέννης, Philipp Saiko.
Εδώ και χρόνια, στην Αυστρία μαίνονται έντονες συζητήσεις μεταξύ του Ιατρικού Συλλόγου και των φαρμακοποιών σχετικά με τον πιθανό μεγαλύτερο ρόλο τους στην προληπτική υγειονομική περίθαλψη.
Τα δημόσια φαρμακεία προσφέρουν, για παράδειγμα, μετρήσεις της αρτηριακής πίεσης. Είναι απολύτως νόμιμο να πραγματοποιούνται απλές εξετάσεις αίματος στα φαρμακεία.
Σε αυτές περιλαμβάνονται εξετάσεις χοληστερόλης και εξετάσεις αίματος για τον μέσο όρο του σακχάρου στο αίμα HbA1c.
Οι συγγραφείς της μελέτης αναφέρουν: "Στην Αυστρία, οι καρδιαγγειακές παθήσεις ήταν υπεύθυνες για το 35% όλων των θανάτων το 2023. Ήταν έτσι η κύρια αιτία θανάτου." Ο διαβήτης, τα υψηλά επίπεδα λιπιδίων στο αίμα και η υπέρταση είναι οι τρεις βασικοί και επηρεάσιμοι παράγοντες κινδύνου. Για παράδειγμα, παγκοσμίως το 45% των περιπτώσεων διαβήτη τύπου 2 δεν παρέμειναν αδιάγνωστες. Εδώ θα μπορούσαν να διαδραματίσουν ρόλο και τα φαρμακεία, όσον αφορά τον εντοπισμό ατόμων με μη διαγνωσμένους καρδιαγγειακούς κινδύνους.
Η μελέτη
Η επιστημονική μελέτη διεξήχθη μεταξύ 1ης Νοεμβρίου και 31ης Δεκεμβρίου 2024 στη Βιέννη. Προσκλήθηκαν 340 δημόσια φαρμακεία. 62 συμμετείχαν στην έρευνα, ενώ τα δεδομένα από 47 φαρμακεία χρησιμοποιήθηκαν στην αξιολόγηση.
Μετά την ολοκλήρωση μιας υποχρεωτικής εκπαίδευσης, οι φαρμακοποιοί μίλησαν σε πελάτες άνω των 18 ετών σχετικά με τη συμμετοχή τους στη μελέτη.
Ο καρδιαγγειακός κίνδυνος υπολογίστηκε με τη μέτρηση της τιμής HbA1c (γλυκόζη αίματος) και μια τυποποιημένη εκτίμηση (δέκαετής κίνδυνος σύμφωνα με τον αλγόριθμο SCORE2) με βάση την ηλικία, το καπνιστικό καθεστώς, τη συστολική αρτηριακή πίεση, καθώς και τη συνολική χοληστερόλη και την HDL χοληστερόλη. Σε αυτά προστέθηκε και ο δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ).
Οι τιμές HbA1c και χοληστερόλης στο αίμα προσδιορίστηκαν στα φαρμακεία με τυποποιημένα και κλασσικά όργανα μέτρησης. Η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης πραγματοποιήθηκε μετά από δέκα λεπτά ηρεμίας.
Αποκλείστηκαν άτομα που είχαν ήδη υποβληθεί σε θεραπεία για διαβήτη ή υψηλή χοληστερόλη, καθώς ο στόχος ήταν να εντοπιστούν άτομα με ακόμη μη αναγνωρισμένο αυξημένο κίνδυνο. Το κύριο αποτέλεσμα, σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης: "Το 51% (225 συμμετέχοντες) από τα 445 άτομα που συμμετείχαν στην έρευνα διαγνώστηκαν με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων".
Τα άτομα που παρουσίαζαν μεγαλύτερο κίνδυνο ήταν κατά μέσο όρο μεγαλύτερα (61,5 έτη) από τον συνολικό μέσο όρο (52,4 έτη), καπνίζαν συχνότερα (26% έναντι 17% συνολικά) και είχαν υψηλότερο ΔΜΣ (26,2 έναντι 25,2).
Η συστολική αρτηριακή πίεση που μετρήθηκε για το σύνολο του δείγματος ήταν 130 mmHg, ενώ στα άτομα με αυξημένο κίνδυνο ήταν 139 mmHg. Επίσης, οι συμμετέχοντες με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο παρουσίασαν υψηλότερες τιμές ολικής χοληστερόλης και HbA1c. Οι συμμετέχοντες είχαν καταβάλει 10 ευρώ για τις εξετάσεις.
"Αυξημένες τιμές HbA1c διαπιστώθηκαν στο 21% των συμμετεχόντων, συμπεριλαμβανομένου του 17% που βρισκόταν στο προδιαβητικό στάδιο (HbA1c μεταξύ 5,7 και 6,5%) και του 4% με τιμές HbA1c που αντιστοιχούν σε διαβήτη (μεγαλύτερες από 6,5%)", έγραψαν οι επιστήμονες.
Το 16% των συμμετεχόντων παρουσίασε ενδείξεις αυξημένης αρτηριακής πίεσης με συστολική πίεση άνω των 140 mmHg και διαστολική πίεση άνω των 90 mmHg.
Στο πλαίσιο της έρευνας, συνιστάται στους συμμετέχοντες που παρουσίασαν ενδείξεις αυξημένου καρδιαγγειακού κινδύνου να επισκεφθούν τον γιατρό τους. Σε μια περαιτέρω έρευνα, 151 από τους συνολικά 445 συμμετέχοντες συμφώνησαν. Τα δύο τρίτα αυτών των ατόμων μπόρεσαν να επικοινωνήσουν ξανά με επιτυχία μετά από τρεις μήνες. Το 57% δήλωσε ότι είχε πράγματι επισκεφθεί γιατρό. Το 43% είχε λάβει εν τω μεταξύ νέα ή τροποποιημένη φαρμακευτική αγωγή για καρδιαγγειακές παθήσεις ή παράγοντες κινδύνου.
Σύμφωνα με τους συμμετέχοντες στη μελέτη, αποδείχθηκε σαφώς ότι μέσω τέτοιων προγραμμάτων στα φαρμακεία μπορούν να εντοπιστούν άτομα με μη διαγνωσμένο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων στο πλαίσιο του προληπτικού ελέγχου. Ωστόσο, αυτό θα πρέπει να ενσωματωθεί καλύτερα στις περαιτέρω διαδικασίες φροντίδας.
Οι επιστήμονες τονίζουν: "Ο έλεγχος που πραγματοποιήθηκε στα δημόσια φαρμακεία αποδείχθηκε αποτελεσματικός και εντόπισε πολλά άτομα με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο που δεν είχαν διαγνωστεί μέχρι τώρα, κάτι που είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο σε ένα ολοκληρωμένο σύστημα υγείας (όπως το αυστριακό).
Ωστόσο, το ποσοστό παρακολούθησης ήταν χαμηλό, γεγονός που υποδηλώνει ένα κενό μεταξύ της αναγνώρισης του κινδύνου και της ιατρικής παρέμβασης. Η εντονότερη ενσωμάτωση των παρεμβάσεων στην πρωτοβάθμια περίθαλψη και στις επακόλουθες δραστηριότητες σε ιατρικά ιδρύματα μπορεί να αυξήσει την αποτελεσματικότητα".
Ειδήσεις υγείας σήμερα
Κουραμπιέδες, μελομακάρονα και μια αίσθηση ανεκπλήρωτου
Το πρώτο και μοναδικό βιο - ομοειδές φάρμακο για την πολλαπλή σκλήρυνση μπαίνει στις ΗΠΑ
Ι. Βαρδακαστάνης: Το αναπηρικό κίνημα συνεχίζει να αγωνίζεται και να διεκδικεί